Ο Ραχίμ κι ο Μαλίκ έσκυψαν όσο μπορούσαν και κράτησαν την αναπνοή τους καθώς ο Τούρκος ταγματάρχης φώτιζε με το φακό του τα κιβώτια με τα φρούτα που βρίσκονταν παντού γύρω τους μέσα στο φορτηγό. Ήταν η τρίτη φορά που τους σταματούσαν για έλεγχο σ αυτό το τελευταίο κομμάτι του ταξιδιού τους απ το ιρανικό Ντερίκ στο τουρκικό Γιαβουζλάρ. Ούτε αυτοί ούτε οι υπόλοιποι 50 συνεπιβάτες τους βέβαια ήξεραν ότι δεν κινδύνευαν σοβαρά αφού ο ταγματάρχης ήταν, έμμισθο βέβαια, μέρος του συστήματος που τους μετέφερε απ το Μπανγκλαντές στην Ελλάδα, σ ένα ταξίδι 7000 χιλιομέτρων.
Οι δυό Μπανγκλαντεσιανοί είχαν κλείσει την συμφωνία πριν από ένα μήνα. Οι τελευταίες πλημμύρες στο Ρατζσαχί είχαν εξαφανίζει την τελευταία τους πιθανότητα να βρουν οποιαδήποτε δουλειά, κι οι μεταδοτικές ασθένειες θέριζαν γύρω τους. Αυτή η κατάσταση φυσικά έκανε την συμφωνία τους αρκετά ακριβότερη. Θα τους κόστιζε 4000 ευρώ, δηλαδή λίγο περισσότερο απ τα εισοδήματα 10 ετών στην περιοχή που ζούσαν. Αλλά μήπως είχε σημασία; Έτσι κι αλλιώς δεν θα έδιναν τίποτε, και τρία ή τέσσερα χρόνια δουλειάς για να τα ξοφλήσεις δεν έχουν διαφορά. Και μόνο το να είσαι στην Ελλάδα, να ζεις σ ένα χώρο με τρεχούμενο νερό, ηλεκτρικό και θέρμανση, να μπορείς να βγεις έξω και να χαθείς στα φώτα, να βλέπεις αυτές τις υπέροχες προκλητικές γυναίκες που κυκλοφορούν στο δρόμο είναι περίπου παράδεισος.
Παρά το κλίμα δυσαρέσκειας στους κατοίκους απ την προσέλευση μεταναστών, το σύστημα δουλεύει ρολόι. Ο Ραχίμ κι ο Μαλίκ θα δουλέψουν σε δουλειές που κανείς Έλληνας δεν θα δεχόταν να κάνει, μ αυτά τα λεφτά τουλάχιστον. Θα μαζέψουν ροδάκινα που αλλιώς θα σάπιζαν, θα βάψουν σπίτια που αλλιώς θα έμεναν άβαφτα, θα δουλέψουν στις βιοτεχνίες που αλλιώς θα έκλειναν. Επομένως θα παραχθεί αξία, της οποίας μικρό μέρος θα πάρουν. Οι εργοδότες τους και οι καταναλωτές των υπηρεσιών τους θα βγουν κυρίως ωφελημένοι. Και απ εδώ και κάτω θα αρχίσει να κινείται και η αγορά.
Στο χωριό ο αγρότης που τους έβαλε στα ροδάκινα θα αυξήσει το εισόδημά του. Το σπίτι που βάφτηκε θα ενοικιαστεί ταχύτερα. Ο βιοτέχνης θα πουλήσει και θα πληρώσει τους εργαζόμενους, και τους μετανάστες και τους ντόπιους που διατηρούν τις δουλειές τους. Οι ίδιοι, έστω και με τα ελάχιστα χρήματα που θα πάρουν, θα πληρώσουν το ενοίκιο τους, το φαγητό που θα φάνε, τα δυο ρουχαλάκια που θα αγοράσουν για να ντυθούν. Έτσι θα συντηρήσουν τον ιδιοκτήτη του σπιτιού, την θέση ταμία στο σουπερμάρκετ και της πωλήτριας των ρούχων. Και βέβαια οι ιδιοκτήτες του σουπερμάρκετ και του μαγαζιού ρούχων θα έχουν κέρδος. Και θα πληρώσουν και εφορία.
Μεταξύ των ετών 1992 και 2007, δηλαδή απ την έναρξη περίπου του μεταναστευτικού κύματος μέχρι του σημείου που μπορώ να βρω απολογιστικά στοιχεία, το κατά κεφαλήν ελληνικό Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν ανέβηκε απ τις 14,085 στις 28,422 δολάρια, δηλαδή υπερδιπλασιάστηκε. Η ανεργία το 1992 ήταν στο 8.3%, και κατά σύμπτωση το 2007 ήταν πάλι 8.3%, δηλαδή δεν αυξήθηκε. Αν μάλιστα σκεφτούμε ότι οι μηχανισμοί μέτρησης της ανεργίας ήταν πιο μεροληπτικοί (υπέρ των κυβερνήσεων εννοώ) απ αυτούς του 2007, η πραγματική ανεργία πρέπει να μειώθηκε. Κι αυτό παρά το ότι στο μεταξύ είχαν εισρεύσει στην Ελλάδα περίπου 1.5 εκατομμύριο μετανάστες.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Τίποτε το σπουδαίο, εκτός απ το ότι οι μετανάστες δεν παίρνουν δουλειές ντόπιων αλλά τους δίνουν, καθώς και ότι τους αυξάνουν σοβαρά το εισόδημα. Αυτό βεβαίως έρχεται σε αντίθεση με την γνωστή εναντίον των μεταναστών προπαγάνδα, αλλά κι αυτό είναι ευεξήγητο όπως σε λίγο θα προσπαθήσω να δείξω.
Ακούω ήδη στο δεξί μου αυτί την άγρια, απειλητική φωνή που μιλάει ειρωνικά. «Δηλαδή αφού είναι έτσι να φέρουμε κι άλλους 10-20 εκατομμύρια μετανάστες, να μηδενίσουμε την ανεργία και να κονομήσουμε. Όλα καλά δεν λες ότι είναι;»
Δεν λέω καθόλου κάτι τέτοιο. Λέω ότι το πρόβλημα πρέπει να το αναζητήσουμε σε πολύ διαφορετικό σημείο απ αυτό που συνήθως μας βάζουν να ψάχνουμε. Και συγχωρήστε μου την αδιαφορία για το αν αυτά που λέω συμβαδίζουν με την κοινή αντίληψη.
Όπως προηγουμένως είπα, οι μετανάστες δεν παίρνουν δουλειές από ντόπιους γιατί κάνουν δουλειές που οι ντόπιοι δεν θα έκαναν ποτέ. Αυτό όμως με όρους οικονομίας της αγοράς σημαίνει απλούστατα ότι οι δουλειές που συντηρούνται είναι με τα δεδομένα των ντόπιων αντιοικονομικές. Δηλαδή δεν πρέπει να συντηρούνται. Και παρόλο που η κυρίαρχη ιδεολογία τους υποχρεώνει να διακηρύσσουν το αντίθετο, εγώ θα συμφωνήσω με τα έργα κι όχι τα λόγια τους.
Για να το δούμε αυτό λιγάκι. Σύμφωνα με τη λογική της αγοράς και τις πραγματικές επιθυμίες των Ελλήνων που εκφράζονται με τις οικονομικές τους δραστηριότητες, τα ροδάκινα που μάζεψαν οι μετανάστες μας δεν έπρεπε να μαζευτούν αφού κανείς Έλληνας δεν ήθελε να τα μαζέψει. Η βιοτεχνία στην οποία δούλεψαν και την οποία όπως είπαμε συντήρησαν, για τον ίδιο λόγο δεν έπρεπε να συντηρηθεί. Όσο και να φωνάζουν οι διαπρύσιοι κήρυκες των δήθεν φιλολαϊκών συνθημάτων, δεν είναι δυνατόν να έχεις μια οικονομία που δουλεύει με αγροτικά προϊόντα και υφαντουργία και ταυτόχρονα να έχεις το επίπεδο ζωής που θέλει ο μέσος Έλληνας.
Τα οπωροκηπευτικά και τα ρούχα της ποιότητας που παράγουν οι ελληνικές υφαντουργίες μπορούν να παραχθούν πολύ φθηνότερα στην Ινδία, το Μπανγκλαντές, την Βουλγαρία κλπ. Το να τα παράγουμε στην Ελλάδα θα σημαίνει υποχρεωτικά δυο πράγματα. Ότι το εισόδημά μας θα είναι μικρό αφού αυτά που θα παράγουμε δεν θα αξίζουν και ότι τα λιγοστά μας κεφάλαια θα δεσμεύονται σε άχρηστες δουλειές, άρα δεν θα έχουμε να χρηματοδοτήσουμε επικερδείς δραστηριότητες.
Είναι σαφές εδώ ότι υπάρχει μια μεγάλη αντίφαση μεταξύ των όσων οι Έλληνες φαίνεται να πιστεύουν στα λόγια και όσων τα έργα τους λένε. Για την ώρα βέβαια αυτή η αντίφαση καλύπτεται από ένα μηχανισμό επιδοτήσεων και δασμών. Το ελληνικό ροδάκινο φτάνει στο σουπερμάρκετ στην τιμή του 1,5 ευρώ, δηλαδή περίπου όσο φθάνει και το εξωτικό μάνγκο απ το Μπανγκλαντές. Όμως η τιμή του ροδάκινου στην πραγματικότητα είναι αρκετά μεγαλύτερη, απλώς ένα μέρος των χρημάτων που καταβάλλουμε ως καταναλωτές το παίρνουν οι παραγωγοί και άλλοι εμπλεκόμενοι εκτός σουπερμάρκετ, απ τις επιδοτήσεις. Μας το παίρνουν δηλαδή στην φορολογία. Και η αξία του μάνγκο στην πραγματικότητα είναι πολύ μικρότερη, αλλά ένα μέρος των χρημάτων πάει πάλι στην εφορία ως τέλη και δασμοί που πληρώνει ο παραγωγός για να το εισαγάγει - και βέβαια το προσθέτει στο κόστος που το πληρώνουμε πάλι εμείς.
Ο καταναλωτής σήμερα βλέπει την ίδια τιμή στα δυο φρούτα, κι εφόσον δεν ξέρει την γεύση του μάνγκο ή εν πάση περιπτώσει δεν μπορεί να κρίνει την ποιότητά του ενώ του ροδάκινου μπορεί, προτιμά το σίγουρο ροδάκινο. Για φανταστείτε τώρα τι θα γινόταν αν αυτός ο μηχανισμός έλειπε. Στο ράφι του σουπερμάρκετ το ροδάκινο θα κόστιζε ας πούμε 2.5 ευρώ και το μάνγκο 70 λεπτά. Ναι αλλά τότε ο καταναλωτής θα έπαιρνε ίσως μάνγκο. Και θα του άρεσε βέβαια, και θα ξανάπαιρνε. Και τα χρήματα του, ή μέρος αυτών, θα πήγαιναν στο αγρότη του Μπανγκλαντές. Και τότε αυτός θα μπορούσε να ζήσει στον τόπο του, ενώ σήμερα δεν μπορεί. Κι επομένως έρχεται μετανάστης στην Ελλάδα. Ο κύκλος, ο φαυλεπίφαυλος αυτός κύκλος έκλεισε.
Μικρή ανασκόπηση λοιπόν, ξεκινώντας από άλλο σημείο του κύκλου. Το σημείο εκκίνησης είναι η παραγωγή μη ανταγωνιστικών προϊόντων. Κάτι τέτοιο, όπως είναι φυσικό προκαλεί μείωση του επιπέδου ζωής. Επομένως εμφανίζονται ομάδες παραπονούμενων επαγγελματιών που προσπαθούν να βρουν πολιτική έκφραση των συμφερόντων τους. Μόλις αυτή αποκτηθεί δημιουργούνται οι μηχανισμοί επιδοτήσεων και δασμών. Αυτοί με τη σειρά τους αυξάνουν το πρόβλημα των φτωχότερων κρατών, που αναγκάζονται να εξαγάγουν την φτώχεια τους στέλνοντας στο εξωτερικό τους φτωχότερους κατοίκους τους ως μετανάστες. Οι μετανάστες με την φθηνή τους εργασία ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων αυτών και παράγουν εισόδημα για τους κατοίκους των κρατών υποδοχής τους. Το εισόδημα αυτό αποτελεί ισχυρή επιβράβευση των μεθόδων απόκτησής του, κι επομένως δημιουργεί τάσεις συνέχισης της παραγωγής των μη ανταγωνιστικών προϊόντων.
Για να στηθεί αυτός ο κύκλος βασική προϋπόθεση είναι η φθηνή εργασία των μεταναστών. Με δεδομένο ότι το κόστος εργασίας πρέπει να είναι κάτω απ τα αποδεκτά για τους ντόπιους όρια, θα πρέπει για τους μετανάστες να είναι κάτω απ τον κατώτατο νόμιμο μισθό, άρα η εργασία πρέπει να είναι παράνομη. Και βεβαίως για να είναι οι μετανάστες παράνομοι θα πρέπει να υπάρχουν ισχυρές αντιστάσεις στην νομιμοποίησή τους. Επομένως πρέπει να διαδίδονται αντιλήψεις που θα συνηγορούν στην διατήρηση του καθεστώτος της παρανομίας των μεταναστών. Εύκολο. Κάθε φορά που κάποιος σ ένα τηλεοπτικό κανάλι λέει πόσο πολλοί είναι και πόσο κακό κάνουν οι μετανάστες, παράγει φόβο και θυμό εναντίον τους που δυσχεραίνει την νομιμοποίησή τους, δηλαδή φθηναίνει την εργασία τους.
Απαιτείται λοιπόν η ιδεολογικοποίηση του θυμού και του φόβου, δηλαδή παραγωγή ξενοφοβίας και ρατσισμού. Αυτό βέβαια δεν είναι καθόλου δύσκολο, αφού η ύπαρξη του κύκλου που περιέγραψα σημαίνει ότι αυτός ο μηχανισμός θα ανατροφοδοτείται στην επόμενη στροφή απ την ίδια την μετανάστευση και τις συνέπειές της. Αν φωνάζω θυμωμένα όταν μπαίνουν οι μετανάστες και αυτό συντελεί στο να διατηρούνται φτηνά τα μεροκάματά τους, που τα θέλουμε, τότε θα μπαίνουν περισσότεροι μετανάστες και άρα θα μπορώ να φωνάζω περισσότερο. Απλό αυτοενισχυόμενο κύκλωμα, για όσους ξέρουν λιγάκι από θεωρία συστημάτων.
Υπάρχει βέβαια ένα ακόμα λεπτό σημείο στο όλο κύκλωμα. Αυτό είναι η ιδεολογικοποίηση του μηχανισμού των επιδοτήσεων και των δασμών. Αυτό πετυχαίνεται με την αντίσταση στην παγκοσμιοποίηση που προτείνει κατάργησή τους. Δεν είναι τυχαίο βέβαια ότι οι πρώτες διαδηλώσεις εναντίον της παγκοσμιοποίησης έγιναν από τους αμερικανούς αγρότες. Επίσης δεν είναι τυχαίο ότι οι ακροδεξιές παρατάξεις έχουν γίνει κύριος πυλώνας αντίστασης στην παγκοσμιοποίηση. Α, κι έχουν γίνει και αντιαμερικανοί, φυσικά. Αυτό που σ εμένα προσωπικά είναι ιδιαίτερα ενοχλητικό είναι η συμπαράταξη της αριστεράς στις διαδηλώσεις κατά της παγκοσμιοποίησης, που μόνο με όρους αδρανειακής βλακείας ή πολιτικής εκμετάλλευσης των προβλημάτων της μετανάστευσης μπορώ να αντιληφθώ, αλλά που δεν μ αρέσει καθόλου.
Επίσης απαραίτητη γα την κατάσταση παρανομίας των μεταναστών είναι η διάβρωση των μηχανισμών ελέγχου των συνόρων, των συνθηκών εργασίας και της καθημερινότητας. Επομένως η ύπαρξη παράνομων μεταναστών απαιτεί διαφθορά. Στον στρατό και το λιμενικό που ελέγχει τα σύνορα, στις δημοτικές, νομαρχιακές και άλλες αρχές των σημείων εισόδου, στην αστυνομία που ελέγχει τους δρόμους και τις πλατείες, στους επιθεωρητές εργασίας και τους εφοριακούς που ελέγχουν τις επιχειρήσεις. Κι όσο μεγαλώνει ο αριθμός παράνομων μεταναστών τόσο θα μεγαλώνει η διαφθορά.
Η διαφθορά αυτή σημαίνει βέβαια χρήμα. Πόσο χρήμα; Ας υποθέσουμε ότι η εισροή παράνομων μεταναστών γίνεται μ ένα ρυθμό περίπου 100,000 τον χρόνο για να στρογγυλέψουν τα νούμερα. Ας υποθέσουμε επίσης ότι το μεγαλύτερο μέρος του ποσού των 3-5 χιλιάδων ευρώ που οι μετανάστες πληρώνουν στους μεταφορείς τους, ένα 70% περίπου, αποδίδεται στους ελληνικούς μηχανισμούς ελέγχου που είναι πολύ πιο οργανωμένοι απ τους αντίστοιχους των άλλων κρατών απ τα οποία οι μετανάστες περνούν. Το συνολικό κονδύλιο πρέπει μ αυτές τις υποθέσεις να είναι της τάξεως των 200 έως 350 εκατομμυρίων ευρώ τον χρόνο. Κι αυτό είναι ένα μικρό μέρος του όλου ποσού, γιατί βέβαια χρειάζεται και η διαφθορά απ την συντήρηση των παρανόμων μεταναστών και της εργασίας τους μέσα στην Ελλάδα, που είναι πολύ περισσότεροι. Δεν θα ήταν παράλογο να πούμε ότι τα ποσά μόνον απ την σχετιζόμενη με τους μετανάστες διαφθορά πρέπει να είναι της τάξεως του δισεκατομμυρίου.
Αυτό το χρήμα είναι βέβαια μαύρο, και απαιτεί πιεστικά να νομιμοποιηθεί. Σας φαίνεται τώρα παράξενο που η ακροδεξιά στην Ελλάδα ενώ συνήθως είναι αυστηρή και άτεγκτη, υποστηρίζει τώρα ανοιχτά την μη εφαρμογή του «πόθεν έσχες» με το σκεπτικό ότι έτσι θα διευκολυνθεί η είσοδος του μαύρου χρήματος στην οικονομία – και ότι αυτό είναι η λύση του οικονομικού μας προβλήματος;
Όπως ελπίζω να είναι εμφανές, όλα δένουν. Αρνούμεθα με πάθος την παγκοσμιοποίηση ώστε να μη πουλιούνται τα φτηνά προϊόντα απ τις χώρες προέλευσης μεταναστών. Αναπτύσσουμε την ξενοφοβία και το ρατσισμό ώστε να παραμένουν παράνομοι άρα να έχουν χαμηλά μεροκάματα. Στηρίζουμε τους μηχανισμούς νομιμοποίησης του μαύρου χρήματος ώστε οι επωφελούμενοι απ το μεταναστευτικό να μπορούν να παραμένουν αξιοσέβαστοι. Και βέβαια όλα αυτά ακριβώς επειδή είμαστε εναντίον της μετανάστευσης. Ευφυέστατος μηχανισμός, δεν συμφωνείτε;
Το κακό με τον μηχανισμό αυτόν είναι ότι δουλεύει μόνο σχετικά βραχυπρόθεσμα. Συντηρώντας την παραγωγή μη ανταγωνιστικών προϊόντων, οδηγεί την οικονομία σε αδιέξοδα. Με δεδομένες τις μεταναστευτικές εφεδρείες και τις πιέσεις που ασκούν, το μεροκάματο των Ελλήνων πολιτών διατηρείται σε χαμηλά επίπεδα. Η διαφθορά επεκτείνεται. Και φυσικά η αδυναμία αφομοίωσης των μεταναστών συντηρεί και την αταίριαστη με πολιτισμένη χώρα συμπεριφορά τους, και την χαμηλού επιπέδου μεν, χυδαία δε εγκληματικότητα που φέρνουν μαζί τους παράγοντας ισχυρές τάσεις διάρρηξης του κοινωνικού ιστού.
Είναι περιττό να πούμε πως οτιδήποτε προτείνει η τυπική προπαγάνδα για το μεταναστευτικό δρα εναντίον οποιασδήποτε λύσης. Φυσικά δεν μπορούμε να διώξουμε τους παράνομους μετανάστες, αφού ακριβώς επειδή είναι παράνομοι δεν έχουν επίσημα χαρτιά, κι αν έχουν μερικά τους τα κρατάν οι μεταφορείς – δουλέμποροι. Που να τους στείλεις; Κι αν ακόμη ξέρεις την χώρα προέλευσής τους, γιατί αυτή να τους δεχθεί αφού δια των μεταναστών εξάγει την φτώχεια της; Το μόνο που θα κατάφερνε μια σειρά ελέγχων με τέτοιο στόχο θα ήταν να επιδεινώσει τους όρους παραμονής τους, άρα να ρίξει κι άλλο τα μεροκάματα, στέλνοντας τους στον υπόκοσμο.
Το ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα θα είχε και οποιαδήποτε σκλήρυνση των συνθηκών εισόδου. Θα μεγάλωνε το κόστος εισόδου, άρα την διαφθορά, και επιπλέον αυτοί που θα έμπαιναν θα είχαν περισσότερα να ξεπληρώσουν. Το να πουλά κάποιος cd ενδεχομένως φτάνει για να ξεπληρώσει 3 χιλιάρικα σε κανένα δυο χρόνια, αλλά αν το ποσό γίνει 10 χιλιάρικα τότε μάλλον θα χρειαστεί να πουλάει πρέζα. Και επομένως θα καταλήξεις να έχεις περισσότερη εγκληματικότητα και πιο διεφθαρμένο μηχανισμό καταπολέμησής της. Και η Frontex είναι θαυμάσιος μηχανισμός υποστήριξης των απόψεών μας για τα σύνορα στην ελληνοτουρκική διαμάχη, (βλέπετε; όταν υπάρχει κάτι που έκανε καλά η ΝΔ το λέω), αλλά όχι και τόσο αποτελεσματικός στο σταμάτημα του μεταναστευτικού ρεύματος. Εξ άλλου κι οι Ευρωπαίοι αντίστοιχο πρόβλημα έχουν, ίσως σε μικρότερη έκταση ποσοστιαία. Οι επιδοτήσεις και οι διατήρησή τους είναι τεχνική που η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναγάγει σε επιστήμη.
Γι αυτό η τελική απάντηση στο μεταναστευτικό πρόβλημα πρέπει να είναι παγκόσμια. Μόνο η εφαρμογή κανόνων παγκοσμιοποίησης μαζί με μηχανισμούς υποβοήθησης της διοίκησης των αναπτυσσόμενων χωρών και ισχυρή οικονομική βοήθεια είναι δυνατόν να αναχαιτίσει τις τάσεις για μετανάστευση. Για να γίνει αυτό χρειάζεται απαραίτητα η αντίσταση στις απομονωτικές, εθνικιστικές και άλλες ανάλογες αντιλήψεις, πράγμα που θα ελαττώσει και την πιθανότητα πολέμων, άλλου δεινού αιτίου μετανάστευσης. Και βέβαια αυτό πρέπει να συναρτηθεί με τις αλλαγές τομέων παραγωγής και την ενίσχυση των τεχνολογιών αιχμής στα προηγμένα κράτη έτσι ώστε να παράγουν ανταγωνιστικά προϊόντα για να αφήσουν τα φτηνότερα στους φτωχότερους. Αυτό είναι που πρέπει να κάνουμε και στην Ελλάδα και μάλιστα επειγόντως.
Στο μεταξύ βέβαια, η νομιμοποίηση των μεταναστών είναι απαραίτητη. Χωρίς αυτήν δεν μπορείς καν να τους μετρήσεις, πόσο μάλλον να ασκήσεις πολιτική. Χωρίς αυτήν οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν τίποτε να χάσουν, κι επομένως εύκολα θα διολισθαίνουν στην εγκληματικότητα. Χωρίς αυτήν τα μεροκάματα θα μένουν χαμηλά ή θα χαμηλώνουν και για τους Έλληνες. Κι όλα αυτά θα έχουν αποτέλεσμα την αύξηση των ήδη τρομακτικών εντάσεων.
Ευτυχώς, για πρώτη φορά διακηρύσσεται ότι θα δοθεί η ελληνική ιθαγένεια σ όσα παιδιά μεταναστών έχουν γεννηθεί εδώ. Συγχωρήστε μου το χαμόγελο. Αν θυμηθούμε ότι «ιθα» στα ελληνικά σημαίνει εδώ και ότι επομένως ιθαγενής σημαίνει αυτός που έχει γεννηθεί εδώ, τότε αντιλαμβάνεται ότι απλώς θα δώσουμε την ιθαγένεια στους ιθαγενείς, δηλαδή θα κάνουμε το αυτονόητο. Αλλά φαίνεται ότι τα αυτονόητα είναι πολύ δύσκολα σ αυτό τον τόπο. Ας πω λοιπόν ακόμα ένα μπράβο στην κυβέρνηση.
Αντιλαμβάνομαι ότι αυτά που λέω φαίνονται λιγάκι υπερβολικά μακροπρόθεσμα, απαιτούν διεθνείς συνεργασίες και είναι πολύ αντίθετα απ τις τρέχουσες αντιλήψεις για να μπορέσουν να πραγματοποιηθούν. Δεν υπάρχουν λοιπόν λύσεις που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν από ένα κράτος και να αποδώσουν σε μικρότερο χρονικό διάστημα; Η απάντησή μου είναι ότι υπάρχει τουλάχιστον μια τέτοια λύση. Θα χρειαστεί όμως να περιμένετε κάποιο διάστημα για να την διαβάσετε εδώ, γιατί ίσως η δημοσίευσή της μειώσει τις πιθανότητές της να εφαρμοστεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου