Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2010

The Grand Chessboard

Η πρώτη φορά που με εντυπωσίασε ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν στις αρχές της δεκαετίας του 80, όταν εν μέσω ενός θορυβώδους όχλου εκφραζόμενου απολύτως απ τα γραφόμενα της Αυριανής τόλμησε να μιλήσει για τον «έρποντα φασίζοντα λαϊκισμό». Η απέχθειά μου προς αυτού του είδους την «πολιτική» αντίληψη μ έκανε να διορθώνω την πρόταση σε «ιπτάμενο λαϊκίζοντα φασισμό» και να χαμογελάω για τον Γιώργο που ε, τα 'πε αλλά μαζεμένα. Παρά την αποστασιοποίησή μου όμως είχα και εκτιμήσει και σημειώσει τη στάση του.

Η δεύτερη φορά που ο Γιώργος απεδείχθη cygnus inter anates ήταν δυο-τρία χρόνια μετά, όταν μαζί με τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη και τον Ανδρέα Ανδριανόπουλο κατέβασε στην Βουλή πρόταση για την νομιμοποίηση της κάνναβης. Την εποχή εκείνη που η κυρίαρχη αντίληψη θεωρούσε το ροκ μηχανισμό άλωσης της εργατικής τάξης ή των υγιών ελληνικών ηθών – οι νεώτεροι μην απορείτε, αυτοί που σήμερα σας λένε πως ήταν ροκάδες απλώς λένε ψέματα - κάτι τέτοιο δεν ήταν δυνατόν παρά να προκαλέσει τον χλευασμό των ανοήτων εντός και εκτός κοινοβουλίου, και φυσικά αυτό ο Γιώργος και οι άλλοι δυο το ήξεραν πολύ καλά, όπως ήξεραν και ότι αυτοί οι ανόητοι ήταν η συντριπτική πλειονότητα. Αλλά τόλμησαν.

Δεν χρειάζεται να επιμείνω άλλο σε τέτοιου τύπου αναφορές. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι από αρκετά παλιά έβλεπα τον Παπανδρέου πολύ θετικά. Παρά την θέση μου αυτή, η συμπεριφορά του Γιώργου απ την εποχή της σύγκρουσής του με τον Βενιζέλο και μετά δεν σταμάτησε να με εκπλήττει ευχάριστα, με αποκορύφωμα το τελευταίο τετράμηνο. Γι αυτό το τετράμηνο βέβαια τα ξέρετε, τα έχετε διαβάσει εδώ.

Υπήρχε όμως ένα σημείο του στυλ του Γιώργου που το έβλεπα με ένα πικρό χαμογελάκι. Βρε δεν μπορούσε αυτός ο άνθρωπος να μάθει απ τον πατέρα του, τον κατά την γνώμη μου μεγαλύτερο μαιτρ τακτικής του περασμένου αιώνα κανένα δυο τεχνικές παιγνίων; Υπέροχες οι αρχές, άριστη η κατεύθυνση, εξαιρετική η μελέτη και το βάθος αντιμετώπισης των προβλημάτων που έχει ο Γιώργος, και δεν με πειράζει καθόλου η έλλειψη ευγλωττίας του. Αλλά βρε παιδί μου χάθηκε νάχει και λιγάκι απ αυτή τη στόφα του «παίκτη» που σε τόσο μεγάλο βαθμό είχε ο πατέρας του;

Αυτά έως προχθές. Από προχθές και μετά νομίζω ότι ο Γιώργος όχι μόνον έχει την στόφα του παίκτη, αλλά ότι είναι καλύτερος παίκτης κι από τον πατέρα του. Ο Γιώργος κατάφερε να εκτελέσει ένα αριστούργημα τακτικής. Θα ήθελα λοιπόν εδώ να περιγράψω και να σχολιάσω την τακτική αυτή της οποίας η κεντρική ιδέα αλλά και οι λεπτομέρειες εφαρμογής ούτε σχολιάστηκαν ακόμη αλλά ούτε και θα σχολιαστούν από κανένα μέσο.

Ας αρχίσουμε απ την αρχή. Όπως ο Stiglitz προσφυέστατα έγραψε προ μερικών εβδομάδων κάνοντας ευθεία σύγκριση του με τον Obama, ο Γιώργος υποχρεώθηκε σε συμβιβασμούς του αρχικού του οράματος εξαιτίας της δεινής οικονομικής κατάστασης που παρέλαβε απ τον προκάτοχό του. Όμως, λέει ο Stiglitz, τα κολοσσιαία λάθη και οι ανέντιμες λογιστικές του Bush ωχριούν μπροστά σ αυτά του προκατόχου του Γιώργου – ούτε το όνομά του δεν καταδέχεται να γράψει ο άνθρωπος.

Το κύριο, το τεράστιο πρόβλημα μπροστά στο οποίο βρίσκεται ο Γιώργος και η κυβέρνησή του, από πολιτική άποψη μπορεί να συνοψιστεί στο εξής παράδοξο. Κάθε τι που κάνει για να βελτιώσει την θέση του προς τα έξω του επιδεινώνει την θέση του στο εσωτερικό που επιδεινώνει με την σειρά της και την θέση στο εξωτερικό και αντιστρόφως.

Δυστυχώς στην Ελλάδα σπανίως συνειδητοποιούμε ότι το κρατικό έλλειμμα μετατρέπεται ευθέως σε ιδιωτικό εισόδημα. Επομένως οποιαδήποτε προσπάθεια για μείωση του ελλείμματος που θα αύξανε την εμπιστοσύνη των αγορών και άρα θα μείωνε τα spreads φυσικά συναντά τεράστιες αντιδράσεις, που με τη σειρά τους προξενούν μείωση της εμπιστοσύνης των αγορών. Αντίστροφα, κάθε καταναλωτική δαπάνη που είναι ευχάριστη αλλά και ωφέλιμη στο εσωτερικό αφού αυξάνει την εμπιστοσύνη προς την κυβέρνηση και το σύστημα, άρα και το κοινωνικό κεφάλαιο συναντά την λυσσώδη αντίδραση των αγορών και άρα δυσχεραίνει το οικονομικό πρόβλημα άρα μειώνει την εμπιστοσύνη και στο εσωτερικό.

Όπως βλέπετε δεν πρόκειται απλώς για μια κατάσταση σφύρας και άκμονος, Σκύλλας και Χάρυβδης, Συμπληγάδων, a rock and a hard place, διαλέξτε και πάρτε. Είναι χειρότερα. Ότι κάνεις για να βελτιώσεις κάτι, τελικώς το χειροτερεύει. Δεν πρόκειται εδώ για την εύρεση μιας χρυσής τομής που θα προκαλεί τις λιγότερες δυνατές συνολικές αντιδράσεις, μιας έστω πολύ στενής οδού μεταξύ συμπληγάδων. Το πρόβλημα αυτό είναι περισσότερο από οικονομικό, είναι βαθύτατα πολιτικό. Και επομένως χρειάζεται πολιτική αντιμετώπιση.

Η κυβέρνηση αυτή, αντιθέτως προς την μπουρδολογία των καναλιών και των εκ δεξιών αντιπολιτευομένων δεν μένει καθόλου άπραγη ούτε αργεί. Κάνει πολύ γρήγορη και πολύ αποτελεσματική δουλειά. Έχει ανοίξει ένα σωρό σημαντικά μέτωπα. Έχει καταλήξει σε τελικές λύσεις προβλημάτων το καθένα απ τα οποία εθεωρείτο απ όλες τις παρελθούσες κυβερνήσεις καυτή πατάτα, και φυσικά η λύση του ανεβάλλετο. Θυμηθείτε πόσα χρόνια μιλάμε για ένα δικαιότερο φορολογικό, για το ασφαλιστικό, για το θέμα των μεταναστών, για την επιδοματική πολιτική στο δημόσιο τομέα κλπ. Και όλα αυτά άνοιξαν απ την πρώτη μέρα της νέας κυβέρνησης – ναι, πολύ νέα είναι ακόμη, μόλις τεσσάρων μηνών κι ας έχετε ξεχάσει απολύτως τον Καραμανλή και τους συν αυτώ, ας σας φαίνονται σαν κακό όνειρο.

Όσοι από σας διαβάσατε το post για τις ισορροπίες Nash θα ξέρετε ότι η άποψή μου είναι ότι αυτό ακριβώς έπρεπε να γίνει. Πολλά πράγματα πολύ γρήγορα. Και το έβλεπα να γίνεται, και περίμενα να αυξηθεί η ταχύτητα κι άλλο. Όμως στις 9 Φεβρουαρίου το απόγευμα δεν μπόρεσα να συγκρατήσω τα γέλια μου βλέποντας τηλεόραση.

Έβλεπα τον κ Παπακωνσταντίνου να ανακοινώνει το πακέτο για την πολιτική μισθών με οριζόντια περικοπή του 10% των επιδομάτων στο Δημόσιο. Φυσικά αυτό από μόνο του θα αρκούσε για να προξενήσει μια μικρή επανάσταση των δημοσίων υπαλλήλων, κυρίως των υψηλόμισθων βέβαια, που φυσικά είναι και οι ηγέτες των λαϊκών αγώνων. Αλλά μόλις τελείωσε αυτό, ο κ. Παπακωνσταντίνου δεν σταμάτησε. Αντίθετα, προχώρησε με το φορολογικό, που βέβαια προβλέπει αυξημένη συνεισφορά των εισοδημάτων πάνω από 40.000 €. Που κι αυτό μόνο του θα μπορούσε να προξενήσει επανάσταση, κι όχι μόνο στο δημόσιο.

Και ο κ. Παπακωνσταντίνου έφυγε απ την οθόνη. Αλλά η κατάσταση δεν σταμάτησε εκεί. Αμέσως μετά έσκασε μύτη ο κ. Λοβέρδος με τις ανακοινώσεις για το ασφαλιστικό, που βάζοντας φρένο στις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, τις εθελούσιες εξόδους κλπ προέβλεπε πολύ περισσότερα απ τα σχέδια Γιαννίτση και Σπράου που είχαν προξενήσει επαναστάσεις όταν ανακοινώθηκαν. Κι όλα αυτά πάνω στο φόντο του μεταναστευτικού που ακόμη συνεζητείτο στην Βουλή. Και με την γενική απεργία της ΑΔΕΔΥ ήδη οργανωμένη για την επομένη. Ε πώς να αντέξω και να μη βάλω τα γέλια;

Τώρα θα μου πείτε «καλά, για γέλια είναι αυτά;», και με το δίκιο σας. Όμως έχοντας πλήρως αποδεχθεί την αναγκαιότητα των μέτρων αυτών, μπορούσα να δω τα πράγματα από μια λιγάκι διαφορετική γωνιά. Φαντάστηκα τον κ. Χατζηνικολάου (έτυχε να βλέπω Alter) με τους συνεργάτες του να συζητάν σε σύσκεψη τα του προσεχούς τους δελτίου. Τώρα μήπως μπορείτε να με συγχωρήσετε για τα γέλια μου;

Σκεφτείτε την ατμόσφαιρα της σύσκεψης. Εκεί που όλα είναι μια χαρά και συζητάμε ήσυχα ήσυχα για το μεταναστευτικό και σκεπτόμαστε ποιά καλαμπουράκια θα πει ο κ.Τράγκας κοντράροντας την κ. Μακρή ξαφνικά έρχεται το πακέτο με τα μισθολογικά. Καμμιά δεκαριά σελιδούλες με νούμερα, στα οποία βέβαια οι δημοσιογράφοι δεν τα πάνε και τόσο καλά. Άντε να τα καταλάβεις. Και επειδή δεν μπορείς, άντε να βρεις τέτοια ώρα οικονομολόγο να σου πει δυο κουβέντες. Κι άντε νε βρεις συνδικαλιστή να στα σχολιάσει. Άσε που δεν φτάνει συνδικαλιστής, θέλεις κι εκπροσώπους κομμάτων. Τι κάνουμε τώρα παιδιά;

Και εκεί που έχεις αποδεχθεί ότι το μόνο που προλαβαίνεις είναι να πάρεις κάνα δυο σκονάκια, να παπαγαλίσεις και δυο-τρία νούμερα, και να ξεγλιστρήσεις με καμμιά σαχλαμαρίτσα, έρχεται το επόμενο πακέτο, με το φορολογικό. Και πλησιάζει η ώρα του δελτίου, και τα χέρια αρχίζουν να σηκώνονται ψηλά. Και μέχρι να σηκώσεις το τηλέφωνο να ξανάρθει ο ίδιος ανόητος οικονομολόγος που και καλός νάτανε ούτε να κάνει μια ανάγνωση του σχεδίου δεν προλάβαινε, νάσου κι ο Λοβέρδος με το ασφαλιστικό. Η παράδοση είναι άνευ όρων.

Και φυσικά το ίδιο ακριβώς σκηνικό υπήρχε σ όλα τα κανάλια, τους ραδιοφωνικούς σταθμούς και τις εφημερίδες. Και φυσικά και στα επιτελεία των κομμάτων. Πότε να προλάβεις σε τηλεοπτικούς χρόνους να βρεις να πεις κάτι στοιχειωδώς σοβαροφανές όταν για να μελετηθούν τα δουλεμένα επί μήνες σχέδια χρειάζεσαι τουλάχιστον μια βδομαδούλα για το καθένα; Στις τηλεοράσεις μας επεκράτησε σχεδόν απόλυτη αφωνία. Το μόνο που μπόρεσαν να κάνουν οι αντιπολιτευόμενοι ήταν να επαναλάβουν την συνήθη τους προπαγάνδα, που όμως δεν μπορούσε να συγκροτήσει κανένα μέτωπο αγώνα.

Όπως μικρός διάβαζα για τις τεχνικές δημιουργικότητας, όταν οι συνήθεις σκέψεις δεν σου λύνουν ένα πρόβλημα, μπορείς να δοκιμάσεις να σκεφτείς εντελώς ανάποδα. Όταν έχεις 4 νομοσχέδια που θα προξενήσουν μεγάλες αντιδράσεις, η φυσική σκέψη είναι να ξεκινήσεις με το πρώτο, να περιμένεις να τελειώσουν οι αντιδράσεις και μετά να προχωρήσεις στο δεύτερο. Όμως το να τα απλώσεις στον χρόνο είναι ότι χειρότερο. Το καθένα θα έχει τις μέγιστες αντιδράσεις, που θα συνεχίζονται σε βάθος χρόνου.

Εδώ χρειάζεται να σκεφτείς ανάποδα. Και να δεις τι θα συμβεί αν τα σπρώξεις μαζί στο τραπέζι. Και να καταλάβεις ότι το μόνο δυνατό αποτέλεσμα είναι να σκεδαστούν οι αντιδράσεις, να μην υπάρξει σαφής στόχος, και άρα να μεγαλώσει η πιθανότητα αστοχίας των αντιδράσεων. Παρότι δεν μου αρέσουν τα παραδείγματα εκ των πολεμικών τεχνών που τόσο συνηθίζονται σήμερα, είναι χαζό να δώσεις μια γροθιά σε κάποιον και να περιμένεις ήπια αντίδραση, που όταν τελειώσει θα του δώσεις δεύτερη κοκ. Αν όμως του δώσεις τέσσερις μαζί υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να ζαλιστεί και να μην αντιδράσει καθόλου. Ο Παπανδρέου στην περίπτωση αυτή έκανε ένα coup, ακριβέστερα ένα coup de maitre. Και το coup δούλεψε.

Φυσικά το timing ήταν εξαιρετικό. Τις επόμενες μέρες θα λαμβανόντουσαν οι αποφάσεις στην Ευρώπη για το πακέτο σταθερότητας, πράγμα που μετέφερε το κέντρο ενδιαφέροντος του ελληνικού λαού στις Βρυξέλλες κάνοντας τις χθεσινές ειδήσεις παλιές, άρα ακατάλληλες για επαναπαρουσίαση απ τις τηλεοράσεις μας. Οι ανακοινώσεις πια θα ήταν δεδομένες, άρα όχι προς συζήτηση και όχι προς αντίδραση. Και σε μια βδομαδούλα όλο και θα υπάρξουν σοβαρότερες ειδήσεις απ το διαζύγιο της Μενεγάκη.

Η Ευρώπη βεβαίως έκανε μετ επαίνων αποδεκτές τις αρχές του σχεδίου σταθερότητας δηλώνοντας ότι θα στηρίξει την Ελλάδα. Μια δήλωση απλώς, αλλά πολύ σημαντική για τις αγορές. Το σχέδιο είχε ολοκληρωθεί. Όπως ακριβώς είχε πει ο κ. Πάγκαλος, μιλάμε για NBA. Ο Πάγκαλος, που ήταν εξέχον στέλεχος των κυβερνήσεων του Ανδρέα Παπανδρέου και που ήξερε την μαστοριά του. Την οποία σαφέστατα όχι απλώς επαναλαμβάνει αλλά ξεπερνά ο Γιώργος.

------------------------------


Μ αυτές τις σκέψεις ξεκίνησα στις 11 Φεβρουαρίου να σας γράψω για το σχέδιο αυτό για να το προλάβετε ζεστό. Και έχοντας την τηλεόραση ανοικτή ξαφνικά βλέπω στο υπουργικό συμβούλιο ένα Παπανδρέου συνοφρυωμένο να κατηγορεί ανοικτά την προηγούμενη κυβέρνηση αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και να μιλάει για εξεταστική επιτροπή που θα βρει τι έγινε με τα ψευδή στοιχεία που παρουσιάστηκαν στην Ευρώπη, και να μιλάει για την Ευρώπη που δεν έλεγξε επαρκώς την προηγούμενη κυβέρνηση.

Φυσικά σταμάτησα να γράφω, αφού δεν καταλάβαινα τι συμβαίνει. Το ότι αυτά που σκεπτόμουν ήταν σωστά δεν μπορούσα να το αμφισβητήσω. Δεν μπορούσε να είναι τυχαίο γεγονός η ανακοίνωση τεσσάρων νομοσχεδίων σε μια μέρα. Και η μόνη πιθανότητα επιλογής τέτοιου σχεδίου περιλαμβάνει τις προϋποθέσεις που σας περιέγραψα. Ο συγχρονισμός με τις Ευρωπαϊκές αποφάσεις για στήριξη επίσης δεν μπορεί να ήταν τυχαίος.

Ναι αλλά τώρα τα πράγματα είναι ακατανόητα. Έχεις απέναντί σου μια ΝΔ που ήδη έχει δηλώσει ότι θα σε στηρίξει, που δεν κάνει πολλές φασαρίες παρά μόνο για την τιμή των όπλων και που την έχεις αιφνιδιάσει απολύτως με την ταυτόχρονη ανακοίνωση των σχεδίων. Γιατί να της επιτεθείς με την αναγγελία της εξεταστικής επιτροπής που θα την εξαγριώσει και θα την κάνει να πολεμήσει υποχρεωτικά, αφού στην εναλλακτική περίπτωση θα κοπεί στα δυο; Και γιατί να επιτίθεσαι στη Ευρωπαϊκή Ένωση που μόλις σε στήριξε; Καλά, πέταξαν και μερικές κουβέντες για πρόσθετα μέτρα αλλά αυτό και αναμενόμενο, και επιθυμητό είναι αφού χρειάζεται να πεισθεί ο ελληνικός λαός για την σοβαρότητα της κατάστασης. Το σχέδιό σου πέτυχε, γιατί δεν κάθεσαι ήσυχος να δουλέψεις στην εφαρμογή των σχεδίων, να παρουσιάσεις καλά αποτελέσματα μέχρι τον Μάρτιο και να πάρουμε μια ανάσα που τόσο χρειαζόμαστε;

Παρότι τα spreads που αφού κατέβηκαν μέχρι το 260 ξανανέβηκαν στα 290 είχαν αρχίσει να με υποψιάζουν τα πράγματα μου ήταν ασαφή μέχρι την καθαρή Δευτέρα. Μέχρι που ανακοινώθηκε η εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είδηση των New York Times ότι οι Goldman Sachs είχαν κάνει πρόταση στον Παπανδρέου να συγκαλύψουν μέρος του χρέους χρησιμοποιώντας σύνθετα προϊόντα τους, όπως ακριβώς και επί Σημίτη και Καραμανλή – μόνο που αυτή τη φορά η πρότασή τους απερρίφθη.

Για όσους ασχολούνται με τα θέματα αυτά η πρόταση αυτή των Goldman Sachs δεν αποτελεί καν είδηση. Πρόκειται για παράγωγα προϊόντα (derivatives), στην περίπτωσή μας για swaps που έπαιζαν με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες και την διαφορά σταθερών και κυμαινομένων επιτοκίων και των χρόνων και τρόπων αποπληρωμής. Και όπως ακόμη και αυτοί που δεν πολυασχολούνται με τα οικονομικά έμαθαν εδώ και δυο χρόνια, τα παράγωγα, των οποίων η χρήση υπήρξε εξαιρετικά εκτεταμένη ήταν μια απ τις βασικές αιτίες της παγκόσμιας κρίσης (διαβάστε το σχετικό post).

Τα συγκεκριμένα προϊόντα που χρησιμοποίησαν οι ελληνικές κυβερνήσεις πουλήθηκαν στην Εθνική Τράπεζα, πράγμα που σημαίνει ότι ήταν απροσπέλαστα σε οποιονδήποτε έλεγχο της κεντρικής κυβέρνησης απ τους Ευρωπαίους επιτηρητές μας. Αφήστε που δεν ήταν και παράνομα. Ίσως ούτε καν ανήθικα δεν μπορείς να τα πεις αφού δεν αποτελούν παρέκκλιση απ τα τρέχοντα συναλλακτικά ήθη. Όλοι τα ίδια έκαναν. Δυστυχώς σε περιόδους εκπτώσεων των ηθών, το ηθικό και το νόμιμο όντως ταυτίζονται κατά το Μεϊμαράκειον αξίωμα.

Η προέλευση της είδησης είναι ελληνική. Και μάλιστα πρέπει να είναι η ελληνική κυβέρνηση. Και το ότι πρώην στέλεχος των Υπηρεσιών Ελέγχου του χρέους επί ΠΑΣΟΚ, ο κ. Χ. Σαρδέλης είναι η κύρια πηγή των δημοσιογράφων το επιβεβαιώνει. Και το ερώτημα είναι τι μπορεί να σημαίνει κάτι τέτοιο.

Μια μόνο απάντηση μου φαίνεται εύλογη. Ο Παπανδρέου εκθέτει στα πυρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης την Goldman Sachs και δι αυτής το σύνολο των επενδυτικών τραπεζών της Wall Street, που είναι κυρίως οι παίκτες που κερδοσκοπούν επί της ελληνικής ανυποληψίας. Στο ίδιο άρθρο των New York Times αναφέρεται χωρίς τίποτε το συγκεκριμένο και η JP Morgan. Φυσικά αναφέρεται πάλι χωρίς συγκεκριμένα στοιχεία ότι αντίστοιχα πακέτα έχει πάρει και η Ιταλία και η Ισπανία και η Ιρλανδία και η Πορτογαλία.

Η κίνηση είναι εξαιρετικά ισχυρή. Μ αυτήν ο Παπανδρέου εισάγει στο παιχνίδι των πλαστών στοιχείων και μια σειρά άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αλλά δεν είναι αυτό το κύριο στοιχείο. Το βασικότερο είναι ότι έτσι εκθέτει την Goldman Sachs και τους υπόλοιπους στους πελάτες τους.

Αν η Goldman Sachs βοηθούσε ευρωπαϊκές χώρες να καλύπτουν τα ελλείμματά τους, αυτό προφανώς εξέθετε τους πελάτες της σε κινδύνους αφού η Ελλάδα της οποίας αγόραζαν ομόλογα ήταν σε χειρότερη θέση από εκείνη που πίστευαν. Η Goldman Sachs και οι υπόλοιπες της παρέας έδιναν αξιολογήσεις (η Goldman Sachs μπορεί να μη κάνει αξιολογήσεις κρατών αλλά κάνει αξιολογήσεις τραπεζών για παράδειγμα) στις οποίες η Ελλάδα κατετάσσετο στην Α+++ κατηγορία βασισμένες σε μαγειρέματα στοιχείων που οι ίδιες έκαναν.

Και η επιλογή του οίκου είναι εξαιρετική. Η Goldman Sachs βρίσκεται και στο στόχαστρο επιτροπών της Αμερικανικής Γερουσίας για παράνομες ή έστω αμφιλεγόμενες πρακτικές που σχετίζονται και με την προς ίδιον όφελος χρήση στοιχείων των πελατών της. Μ ένα παράξενο τρόπο ο Παπανδρέου ανταποδίδει τα χτυπήματα της εκ Wall Street κερδοσκοπίας σε βάρος της Ελλάδας με τις πλάτες του Obama. Κι ένα ενδιαφέρον κερασάκι στην τούρτα: επικεφαλής της έρευνάς κατά της Goldman Sachs στην Αμερική είναι ο πρώην state treasurer, κάτι σαν Υπουργός Οικονομικών της California, ο κ. Phil Angelides.

Όπως υποθέτω ότι ήδη αντιλαμβάνεστε ο Παπανδρέου αντεπιτίθεται ανοίγοντας το παιχνίδι όσο πάει. Παίζει ρέστα. Αν πρόκειται η Ελλάδα να πληρώνει μεγάλα spreads και να κινδυνεύει με κατάρρευση αυτό δεν θα συμβεί ακινδύνως για τους οίκους αξιολόγησης και τις επενδυτικές τράπεζες. Και όχι μόνον. Η Eurostat ασφαλώς αποτελεί ένα από τους κόμπους που θα βρει ξετυλίγοντας το κουβάρι της η Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής. Και οι αλλόφυλοι θα καταπλακωθούν μαζί μας απ την κατάρρευση του οικοδομήματος στο οποίο μας αλυσόδεσαν.

Το παιχνίδι γίνεται πλανητικό. Η Ελλάδα, όπως πρωτοείπε ο Γιώργος και ήδη έχουν δεχθεί όλοι οι Ευρωπαίοι ηγέτες είναι το σημείο επίθεσης του δολαρίου εναντίον του ευρώ. Επομένως, απολύτως λογικά ο Παπανδρέου κτυπά τον σκληρό πυρήνα του δολαρίου, την Wall Street. Ξεκινάει με την είδηση των New York Times και απειλεί με συνέχεια της επίθεσης δια της Εξεταστικής Επιτροπής. Απειλεί να εκθέσει όσο πάει τις επενδυτικές τράπεζες, τους οίκους αξιολόγησης κι ακόμη και την Eurostat. Και αναγκάζει την υπόλοιπη Ευρώπη να συνταχθεί μαζί του, αφού όλη την Ευρώπη αφορά η μάχη. Και έχει και αμερικανική στήριξη.

Η επιβεβαίωση είναι ευχερέστατη. Οι δυο Jean Claude της Ευρώπης, o Yunker και ο Trichet, επικεφαλής του Eurogroup και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δηλώνουν το ίδιο απόγευμα ότι θα στηρίξουν την Ελλάδα και ότι δεν πρόκειται να ανακοινώσουν πώς. Η στήριξη θα είναι με ad hoc μέτρα. Δεν σας λέμε πώς κύριοι κερδοσκόποι, γιατί αν σας πούμε θα προφυλαχτείτε. Δηλαδή πόλεμος.

Ο Παπανδρέου την πέφτει στους οίκους που κερδοσκοπούν επί της ελληνικής οικονομίας φέρνοντάς τους αντιμέτωπους με τους ίδιους τους πελάτες τους αλλά και με την Ευρώπη που αναγκάζεται να συνταχθεί μαζί του. Απλώνει την φωτιά σε όλη την Ευρώπη αλλά και πέραν του Ατλαντικού. Κάνει δηλαδή ότι επί χρόνια κάνει το Ισραήλ με τους Άραβες τους οποίους πιέζοντας ωθεί σε τρομοκρατικές πράξεις εκτός του Ισραήλ με αποτέλεσμα να δημιουργεί μια συμμαχία εναντίον τους. Η θέση της Ελλάδος ενισχύεται εξαιρετικά. Ή οι οίκοι θα πάνε πάσο και θα δούμε τα spreads να πέφτουν σιγά-σιγά, ή θα επέμβει η Ευρώπη με ad hoc μέτρα να τα ρίξει, και μάλιστα πριν προλάβει να κάνει αξιολογήσεις της πορείας της Ελλάδας.

Όσον αφορά την Ευρώπη, υπάρχει ακόμη μια πτυχή. Ο Παπανδρέου ο ίδιος, όπως έχει προ καιρού δηλωθεί ζητά την συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην ομάδα επιτήρησης της Ελλάδας. Αν τα πορτοκάλια της Ευρώπης δεν είναι της ποιότητας που χρειάζεται, υπάρχουν κι αλλού πορτοκαλιές.

Πρόκειται για ένα εξαιρετικής σύλληψης, εκτέλεσης και τόλμης πολιτικό παίγνιο. Φυσικά δεν μπορώ να ξέρω αν τελικώς θα δουλέψει. Αυτό όμως που ξέρω είναι ότι οι πιθανότητές μας να την βγάλουμε καθαρή αυξάνονται πολύ. Και ξέρω επίσης και κάτι άλλο, που ίσως σας φανεί υπερβολικό άρα θα μου συγχωρήσετε την προσπάθεια εξήγησης στην επόμενη παράγραφο.

Στους κύκλους που μελετούν την πολιτική συχνότατα τίθεται το θέμα της ηγεσίας και της κυριαρχίας. Συγχωρήστε μου την εναλλακτική χρήση των όρων αλλά οι διαφορές δεν μας αφορούν στο τρέχον σημείωμα. Η σύγχρονη αντίληψη είναι ότι ηγέτης είναι αυτός που καθορίζει την agenda. Μ αυτήν όμως την αντίληψη ο Παπανδρέου αυτή την στιγμή ηγείται της Ευρώπης. Η Ελλάδα παύει να είναι το κακό παιδί της Ευρωπαϊκής Ένωσης και γίνεται πρωτοπόρος στο εξαιρετικά σημαντικό παίγνιο της ρύθμισης του διεθνούς χρηματοοικονομικού συστήματος. Ανεξάρτητα απ την τελική επιτυχία αυτού του σχεδίου, ο Παπανδρέου ξεπερνάει τις προσδοκίες μου. Όχι μόνο έμαθε απ τον πατέρα του τα κόλπα, αλλά κάνει κι άλλα που ξεπερνάν κατά πολύ την εμβέλεια των πατρικών χειρισμών.

Η Ελλάδα απ την μεταπολίτευση και μετά είχε μια παράδοση εξαιρετικών ηγετών ανεξάρτητα απ το αν συμφωνεί κανείς ή διαφωνεί μαζί τους – και βέβαια είναι αδύνατον να συμφωνεί κανείς με όλους. Μετά την παρένθεση Καραμανλή όπου είχαμε για πρώτη φορά μεταπολιτευτικά την ηγεσία που μας άξιζε τέτοιοι πού ‘μαστε, η Ελλάδα έχει ξανά ένα πρωθυπουργό που μπορεί όχι απλώς να παίξει δύσκολα παιχνίδια, αλλά και να τα εισαγάγει και να επιβάλει στους υπόλοιπους να παίξουν μαζί του με τον τρόπο που θέλει αυτός. Κι όχι μόνον. Έχει κάποιον που ξεπερνάει όλους τους προηγούμενους συνδυάζοντας τις αρετές τους. Μέσα στα χάλια μας, είμαστε πολύ τυχεροί.

------------------------------



ΥΓ. 1. Το κείμενο αυτό γράφτηκε δυο μέρες πριν απ την ημερομηνία που βλέπετε στο blog. Μόλις έμαθα στις ειδήσεις ότι επιτέλους η Ευρωπαϊκή Ένωση δήλωσε δια του εκπροσώπου του Olli Rehn ότι και ευρωπαϊκό σχέδιο υπάρχει για την Ελλάδα και έχουν μαζευτεί πόροι που θα χρησιμοποιηθούν μόλις η Ελλάδα το ζητήσει. Για να δούμε.

ΥΓ. 2. Αφού είχα αναρτήσει ήδη το κείμενο, σκέφτηκα να ψάξω λίγο για τον κ. Phil Angelides. Το κερασάκι στην τούρτα γλυκαίνει, γιατί στην σελίδα του FreeBase που αφορά τον κ. Angelides υπάρχουν 4 συσχετιζόμενα πρόσωπα. Ένα απ αυτά είναι ο Γ. Παπανδρέου. Ενδιαφέρον, ε;
Πηγή: http://www.freebase.com/view/en/phil_angelides

Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2010

Εκλογικός νόμος. Μέρος Β, το νέο σύστημα, κριτική και μια πρόταση.


Αφού όπως ελπίζω ξεκαθαρίσαμε το θέμα της ενίσχυσης του πρώτου κόμματος, καιρός είναι να δούμε τις αλλαγές που θα επιβάλλει στα εκλογικά μας ήθη ο νέος εκλογικός νόμος. Με δεδομένο ότι ακόμη δεν έχει προταθεί, οι σκέψεις που ακολουθούν σχετίζονται μόνον με τις αρχές που φαίνεται ότι θα έχει κι όχι φυσικά με τις λεπτομέρειές του, που δεν έχουν όμως και μεγάλη σημασία. Αν βέβαια προκύψουν σημαντικά στοιχεία απ τις λεπτομέρειες θα επανέλθω.

Το γερμανικό σύστημα παραλλαγή του οποίου φαίνεται ότι υιοθετεί η κυβέρνηση έχει μερικά χαρακτηριστικά που τον διαφοροποιούν πολύ σοβαρά απ όποια μέχρι σήμερα είχαμε. Ας δούμε λοιπόν τα βασικά του στοιχεία.

Στην Γερμανία οι περιφέρειες είναι μονοεδρικές. Ο ψηφοφόρος παίρνει δυο ψηφοδέλτια. Απ το ένα επιλέγει τον βουλευτή που θα εκπροσωπεί την περιφέρειά του. Οι μισοί βουλευτές της budenstag επιλέγονται μ αυτό τον απευθείας τρόπο. Απ το δεύτερο ψηφοδέλτιο ο πολίτης επιλέγει το κόμμα της προτίμησής του. Το ποσοστό ψήφων του κόμματος, με απολύτως αναλογικό τρόπο καθορίζει το σύνολο των εδρών του κόμματος. Απ το σύνολο αυτό αφαιρούνται οι έδρες που έχει ήδη πάρει το κόμμα απ την απευθείας εκλογή των βουλευτών (με το πρώτο δηλαδή ψηφοδέλτιο). Η διαφορά συμπληρώνεται από βουλευτές που προκύπτουν από λίστα του κόμματος. Αν ένα κόμμα έχει υπερκαλύψει τις έδρες του απ το πρώτο ψηφοδέλτιο, αυξάνεται ο συνολικός αριθμός εδρών στο κοινοβούλιο ώστε να ισχύει η αναλογικότητα. Το όριο εισόδου ενός κόμματος στην βουλή είναι 5%.

Το σύστημα είναι περίπλοκο αλλά είχε σχεδιαστεί για να αναπαραγάγει τις αρετές της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης χωρίς τα ελαττώματά της. Έτσι προκρίθηκε μεν η απλή αναλογική, αλλά μπήκε το όριο του 5% ώστε να αποφευχθεί η πολυδιάσπαση των ψήφων. Υπενθυμίζω την παρατήρηση του προηγούμενου post ότι τα όρια δρουν εναντίον της αναλογικότητας προσφέροντας ενίσχυση στους μεγαλύτερους. Επελέγη η κομματική λίστα αλλά μπήκαν και οι μονοεδρικές περιφέρειες. Ο λόγος για την επιλογή των μονοεδρικών περιφερειών και την απευθείας εκλογή βουλευτών ήταν ότι έτσι θεωρήθηκε ότι θα βελτιωνόταν η λογοδοσία των βουλευτών στους ψηφοφόρους τους και θα ελαττωνόταν η υπακοή προς το κομματικό κέντρο που κυρίως δεινά είχε προκαλέσει. Μελέτες έχουν αποδείξει ότι όντως το αποτέλεσμα αυτό επετεύχθη.

Μια τελευταία κρίσιμη πρόνοια του γερμανικού συστήματος είναι ότι επιβάλλεται δια νόμου η εσωκομματική δημοκρατία. Αυτό λειτουργεί αντισταθμιστικά προς την ισχύ του κομματικού κέντρου, ισχύ που καθορίζεται απ το ότι δεν υπάρχει σταυρός προτίμησης. Μ αυτό τον τρόπο αποφεύγεται η μετατροπή των κομμάτων σε μαντριά, για να χρησιμοποιήσω την Αβερώφεια έκφραση.

Η ελληνική παραλλαγή φαίνεται ότι θα έχει τις παρακάτω διαφορές απ το πρωτότυπο:

• Οι έδρες θα επιλέγονται κατά 60% απ τις μονοεδρικές και κατά 40% απ τις κομματικές λίστες.
• Θα υπάρχει ένα ενδιάμεσο σκαλοπάτι μεταξύ μονοεδρικής περιφέρειας και επικράτειας, η ευρεία περιφέρεια. Έτσι, για παράδειγμα 180 έδρες θα προκύπτουν απ τις μονοεδρικές, 100 απ τις ευρείες περιφέρειες και 20 απ την επικράτεια.
• Θα [αραμείνει το όριο του 3%.
• (Υποθέτω ότι) δεν θα υπάρξει νομική πρόβλεψη για την εσωκομματική δημοκρατία αφού κάτι τέτοιο θα έτεινε να θεωρηθεί παρέμβαση στα εσωτερικά των κομμάτων που αυτοαποκαλούνται επαναστατικά και επομένως θα προξενούσε πολύ ισχυρές αντιδράσεις.

Απ τις διαφορές αυτές μόνον η τέταρτη είναι σημαντική αφού σχετίζεται με την έλλειψη εμπιστοσύνης μας στο σύστημα και καθορίζει και το επίπεδο της πολιτικής μας ζωής. Αλλά αυτό δεν συνιστά κάτι νέο, επομένως θα περιοριστώ στα βασικά στοιχεία του πρωτοτύπου που θα περάσουν και στο δικό μας σύστημα. Το πρώτο πολύ σημαντικό απ αυτά είναι οι μικρές, οι μονοεδρικές εκλογικές περιφέρειες.

Ο κ. Παπανδρέου σε διάφορες συνεντεύξεις του έχει προτείνει ένα πολύ σοβαρό λόγο υπέρ των μονοεδρικών περιφερειών. Θεωρεί ότι οι μεγάλες εκλογικές περιφέρειες είναι το θερμοκήπιο της διαπλοκής και της διαφθοράς, και επομένως η κατάτμησή τους σε μικρότερες – και μάλιστα μονοεδρικές- θα αποδεσμεύσει την πολιτική απ την τυραννία των ΜΜΕ αλλά και θα κόψει την κορυφή της πυραμίδας της διαφθοράς. Πριν δούμε αν έχει δίκιο, ας δούμε τι εννοεί.

Σε μια μονοεδρική περιφέρεια, με το παρόν εκλογικό σύστημα τα πράγματα για τους ψηφοφόρους είναι απλά. Εφόσον μια έδρα μόνο παίζεται, υπάρχει ένας μόνον υποψήφιος του κόμματος, επομένως η προτίμηση προς το κόμμα καθορίζει απολύτως και την επιλογή βουλευτή. Ο υποψήφιος βουλευτής έχει κοινά συμφέροντα με το κόμμα του. Αν βγει το κόμμα του στην περιφέρειά του θα βγει κι αυτός. Στις πολυεδρικές όμως περιφέρειες υπάρχουν τόσοι υποψήφιοι ενός κόμματος όσες είναι και οι διαθέσιμες έδρες. Αυτό σημαίνει ότι τα πρόσωπα που θα εκλεγούν δεν είναι εξαρχής δεδομένα.

Δυο μόνον τρόποι υπάρχουν για να καθοριστούν τα πρόσωπα. Λίστα ή σταυρός. Αν τώρα θεωρήσουμε ότι ο σταυρός είναι δημοκρατικότερος απ την λίστα και τον προτιμήσουμε, δημιουργείται ένα νέο πρόβλημα. Οι υποψήφιοι ενός κόμματος δεν έχουν σαν μοναδικό τους μέλημα την υποστήριξη του κόμματός τους, αλλά αναγκάζονται να ασχοληθούν και με την προσωπική τους εκλογή. Σε περιφέρειες με πολλές έδρες, όπως για παράδειγμα η Β ή η Α Αθηνών, οι υποψήφιοι βουλευτές ξέρουν απ τις δημοσκοπήσεις το αναμενόμενο ποσοστό του κόμματός τους άρα ξέρουν και πόσοι περίπου βουλευτές θα εκλεγούν. Στην ουσία το μόνο που μένει να καθοριστεί απ τις εκλογές είναι τα πρόσωπα.

Οι υποψήφιοι σε τέτοιες περιφέρειες λοιπόν, ξέροντας ότι η οποιαδήποτε προσωπική τους προσπάθεια ελάχιστα επηρεάζει την στάση των ψηφοφόρων υπέρ του κόμματός τους, ασχολούνται σχεδόν αποκλειστικά με την ενδοκομματική διαμάχη. Κι αυτό είναι απολύτως λογικό. Εξαιρέστε τις 4-5 φίρμες του ψηφοδελτίου της Β Αθηνών του κόμματος της προτιμήσεώς σας, φέρτε στο μυαλό σας τον μέσο υποψήφιο και δείτε αν πιστεύετε ότι όσο κι αν αγωνιστεί υπέρ του κόμματός του θα επηρεάσει το ποσοστό του κόμματος στην περιφέρεια αυτή.

Το μόνο λοιπόν που έχει νόημα γι αυτόν είναι να ασχοληθεί με το πώς θα εκλεγεί ο ίδιος. Πώς μπορεί να το πετύχει αυτό;

Στο ερώτημα αυτό, καίριο για κάθε υποψήφιο βουλευτή μεγάλης περιφέρειας, έχουν δοθεί κατά καιρούς διάφορες απαντήσεις περισσότερο ή λιγότερο δημιουργικές. Δεν μπορώ να αντιπαρέλθω τον πειρασμό να σας θυμίσω τον υποψήφιο εκείνο που ως προνομιακό τόπο επικοινωνίας με τους ψηφοφόρους είχε επιλέξει τις κηδείες παρουσιαζόμενος ως παλαιός φίλος του εκλιπόντος μέχρι που κάποιοι εκνευρισμένοι τεθλιμμένοι συγγενείς τον πήραν χαμπάρι και τον έδειραν. Ανεξάρτητα όμως απ τις απαντήσεις δυο πράγματα είναι έτσι κι αλλιώς απαραίτητα: χρήματα και επικοινωνία με τους ψηφοφόρους.

Ας ξεκινήσουμε απ τα χρήματα. Σύμφωνα με το νόμο 3023/2002 και την υπουργική απόφαση που εκδόθηκε το 2007 και επικαιροποίησε τα ανώτατα όρια εκλογικών δαπανών, ένας υποψήφιος στη Β΄ εκλογική περιφέρεια της Αθήνας μπορεί να ξοδέψει έως 135.000 €, στην Α΄ Αθηνών 90.000 €, στην Α΄ Θεσσαλονίκης 88.200 €, το υπόλοιπο Αττικής 81.000 € και στην Αχαΐα 75.600 €. Οτιδήποτε υπερβαίνει τα ανώτατα αυτά όρια είναι παράνομο. Όπως όμως ασφαλώς περιμένετε τα ποσά που πραγματικά ξοδεύονται είναι πολλαπλάσια. Ο επί ΠΑΣΟΚ πρόεδρος της Βουλής κ.Κακλαμάνης έχει πει ότι ο νόμος περί εκλογικών δαπανών είναι απλώς χαρτί για τον κάλαθο των αχρήστων.

Πόσα είναι τα χρήματα που πραγματικά ξοδεύονται; «Η Β΄ Αθηνών ξεκινάει από τη Βούλα και φτάνει μέχρι το Περιστέρι κι έχει 2.000.000 ψηφοφόρους και χρειάζεται να ξοδέψεις 500 εκατομμύρια δραχμές, κόντρα στους νόμους που ο ίδιος ψηφίζεις με τα κατά συνθήκη ψεύδη στη Βουλή», είχε δηλώσει πριν από μερικά χρόνια ο Κώστας Σκανδαλίδης. (Πηγή: http://www.apogevmatini.gr/?p=44037). Μιλάμε για περίπου 1.500.000 € προ δεκαετίας και βάλε, όταν ακόμη μετρούσαμε σε δραχμούλες, όταν τα ήθη ήταν λιγότερο εξημμένα και άρα οι διαδικασίες λιγότερο δαπανηρές, μιλάμε για τον κ. Σκανδαλίδη που ήταν τότε ήδη επί χρόνια εξέχον κομματικό στέλεχος με πολυετή θητεία σε υπουργεία.

Όμως αυτά τα χρήματα υπερβαίνουν κατά πολύ το σύνολο των βουλευτικών αποζημιώσεων μιας τετραετίας. Επομένως ο βουλευτής ξεκινάει την σταδιοδρομία του με υποχρεώσεις των οποίων η αποπληρωμή θα τείνει να επιβαρύνει τον δημόσιο κορβανά. Το πρόβλημα αυτό δυναμιτίζει το πολιτικό μας σκηνικό εδώ και πολλά χρόνια.

Ας πάμε όμως πέρα απ την διαφθορά, στην διαπλοκή. Ο λόγος για τον οποίο οι υποψήφιοι βουλευτές χρειάζονται χρήματα είναι για να μπορέσουν να κάνουν ικανοποιητική προεκλογική εκστρατεία, που είναι μια διαφημιστική εκστρατεία σαν όλες τις άλλες. Αλλά οι σοβαρές διαφημιστικές εκστρατείες χρειάζονται τα ΜΜΕ, κι αυτά βέβαια είναι πανάκριβα. Εκτός κι αν η εκστρατεία δεν φαίνεται να είναι διαφημιστική αλλά πολιτική, που στο κάτω κάτω είναι. Και δεν μιλάμε πια για διαφημιστικά σποτάκια των 30 δευτερολέπτων, μιλάμε για ωριαίες διαφημίσεις, συγγνώμη, εκπομπές συζητήσεων, που όμως δεν χρειάζεται να πληρώσει κανείς. Φυσικά για μια τόσο μεγάλη εξυπηρέτηση κάτι θα πάρουν και οι ιδιοκτήτες των μέσων, που συνήθως συμμετέχουν και σε εταιρείες που συνήθως συμμετέχουν στους διαγωνισμούς δημοσίων έργων για τους οποίους συνήθως αποφασίζουν οι πολιτικοί που εμφανίζονται στα μέσα.

Ο νέος εκλογικός νόμος λοιπόν κατά τις κυβερνητικές εξαγγελίες, θέλει να περιορίσει την διαφθορά και την διαπλοκή. Το σκεπτικό είναι ότι στις μονοεδρικές περιφέρειες, αφού δεν υπάρχουν ανταγωνιστές απ το ίδιο κόμμα, ούτε πολλά λεφτά χρειάζονται ούτε τόσο μεγάλες διαφημιστικές εκστρατείες αφού όλοι οι πολίτες γνωρίζουν προσωπικά τους υποψηφίους. Οι υποψήφιοι επιλέγονται απ το κόμμα, άρα όχι απ τα ΜΜΕ. Ψηφίζονται αν ψηφιστεί το κόμμα. Και οι υπόλοιποι βουλευτές θα βγαίνουν απ τις λίστες της περιφέρειας για τις οποίες και πάλι αποφασίζει το κόμμα. Λογικό φαίνεται.

Φοβάμαι όμως ότι δεν είναι. Φοβάμαι πως το καλύτερο που έχει να καταφέρει ο νέος νόμος είναι να αλλάξουν τα πρόσωπα των συναλλασσομένων και των διαπλεκομένων. Τίποτε άλλο.

Ας αφήσουμε προς στιγμήν την διαφθορά που σχετίζεται με τα χρήματα που ξοδεύουν οι υποψήφιοι κι ας μείνουμε στην διαπλοκή. Για να καταλάβουμε πώς θα επιδράσει ο νέος εκλογικός νόμος εδώ χρειάζεται να σκεφτούμε το εξής: μήπως θα σταματήσουν οι πολιτικές εκπομπές;

Η απάντηση φυσικά είναι όχι. Και φυσικά, σ αυτές θα εξακολουθήσουν να πηγαίνουν κάποιοι πολιτικοί που πάλι θα επιλέγονται απ τα μέσα και τους ιδιοκτήτες τους. Και πάλι θα υπάρχει πολύ σοβαρό κίνητρο για τους πολιτικούς να συμμετέχουν σ αυτές τις εκπομπές, μόνο που τώρα δεν θα είναι η εκλογή τους αλλά η προαγωγή της ισχύος τους μέσα στο κόμμα. Εξάλλου και σήμερα απ τους βουλευτές της Α και Β Αθηνών, Πειραιώς και Θεσ/νίκης αναδεικνύονται όλοι οι σημαντικοί κομματικοί παράγοντες.

Τα μέσα θα αναδεικνύουν λοιπόν και πάλι τα πρόσωπα που έτσι θα αποκτούν ισχύ μέσα στο κόμμα και θα εξελίσσονται σε μικρότερης ή μεγαλύτερης ισχύος ηγέτες, και ή θα εκλέγονται απευθείας απ τον λαό στις μονοεδρικές λόγω διασημότητας ή θα εκλέγονται επειδή θα βρίσκονται σε καλή θέση στις λίστες, θέση που δικαιωματικά θα παίρνουν απ το γεγονός ότι έχουν πρόσβαση στα μέσα άρα υψηλό προφίλ. Τι θα αλλάξει; Το μόνο που μπορεί να αλλάξει είναι ότι αυτά τα πρόσωπα τώρα δεν θα ανήκουν ενδεχομένως στα μεγάλα αστικά κέντρα αλλά θα είναι ομαλότερα κατανεμημένοι γεωγραφικά. Η διαπλοκή ενδεχομένως θα αποκεντρωθεί. Ενδεχομένως δε το έργο των ΜΜΕ θα είναι και ευκολότερο για ένα λόγο που θα αναφέρω σε λίγο.

Πάμε τώρα στην οικονομική διαφθορά. Νομίζω ότι ασφαλώς η απουσία εσωκομματικού ανταγωνισμού θα ελαττώσει σε πρώτη φάση τα χρήματα που ξοδεύουν οι υποψήφιοι άρα και την υπόγεια συναλλαγή. Όμως ούτε η ύπαρξη ανθρώπων διατιθέμενων να προσφέρουν χρήματα σε πολιτικούς, ούτε πολιτικών που θέλουν να αναδειχθούν ξοδεύοντάς τα δεν εξαρτάται απ τον εκλογικό νόμο. Επομένως δεν μπορώ να είμαι εξαιρετικά αισιόδοξος για το μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα. Οι πολιτικοί απλώς δεν θα ξοδεύουν λεφτά σε φυλλάδια και SMS αλλά θα τα χρησιμοποιούν για συνεστιάσεις, ομιλίες, συνέδρια και τα τοιαύτα. Κι όχι βέβαια μόνον στην περιφέρειά τους αλλά σε όλη την επικράτεια κάνοντας εισπήδηση στα χωράφια άλλων βουλευτών που όμως θα είναι πια οπαδοί τους, αφού αυτοί θα είναι ηγέτες. Κι αυτό θα διευκολύνει τους συναλλασσόμενους γιατί τα λεφτά αυτά θα έχουν πιο ομοιόμορφη κατανομή στην περίοδο μεταξύ εκλογών στην οποία δεν θα ήταν εύκολο να επιβληθούν ανώτατα όρια δαπανών.

Το κλειδί του προβλήματος είναι ότι και τα ΜΜΕ και οι χρηματοδότες των υποψηφίων βουλευτών των μεγάλων περιφερειών δεν ενδιαφέρονται απλώς για ένα βουλευτή. Ενδιαφέρονται για ηγετικά στελέχη των κομμάτων, στελέχη που μπορούν να επηρεάσουν αποφάσεις, ενδεχομένως και αποτελέσματα εκλογών. Με δεδομένο ότι ασφαλώς τέτοια στελέχη δεν θα εκλείψουν και ότι ασφαλώς θα έχουν επαφές με τους διάφορους ισχυρούς παράγοντες της οικονομίας το παιχνίδι της διαφθοράς αλλά και της διαπλοκής είναι ανοικτό. Ναι, συμφώνησα ήδη ότι για κάποιο χρονικό διάστημα η αλλαγή του νόμου θα επηρεάσει την διαφθορά, αλλά θα ήθελα εδώ να προσθέσω τρεις παρατηρήσεις.

Η πρώτη είναι ότι τελικώς ο μοναδικός λόγος για τον οποίο κάτι θα αλλάξει είναι ότι η επιλογή των υποψηφίων βουλευτών θα γίνεται απ το κόμμα κι όχι απ το κοινό που επηρεάζεται απ τα χρήματα και τα ΜΜΕ. Δηλαδή η λίστα αντί του σταυρού. Αλλά αυτό και πρόβλημα δημοκρατικότητας έχει και επιτέλους δεν θα χρειαζόταν τόσο μεγάλη αλλαγή του εκλογικού νόμου για να επιβληθεί η λίστα.

Η δεύτερη είναι ακόμα απλούστερη. Η λίστα θα δουλέψει με την προϋπόθεση ότι το κόμμα παράγει καλύτερης ποιότητας υποψήφιους απ τον κόσμο. Αλλά αυτή η προϋπόθεση δεν ισχύει παρά μόνο αν οι ηγεσίες των κομμάτων, που ή επιλέγουν τους υποψήφιους ή επηρεάζουν καθοριστικά την επιλογή τους είναι έντιμες. Πιστεύω ότι ο κ. Παπανδρέου και έντιμος είναι και άριστες προθέσεις έχει. Όμως ένα εκλογικό σύστημα, όπως στο προηγούμενο post έγραφα, πρέπει να είναι μόνιμο και να μην εξαρτάται απ τα πρόσωπα των αρχηγών, αλλιώς δεν μπορεί να παιχτεί το εκλογικό παίγνιο απ το λαό με τρόπο που να αντισταθμίζει τις όποιες αδικίες του συστήματος, αδικίες που με βεβαιότητα εμφιλοχωρούν σε οποιοδήποτε σύστημα.

Δεν θα ήθελα φυσικά να νομίσετε ότι σ αυτό το σημείο συμφωνώ με την κριτική του κ. Σαμαρά που κριτικάρει το νέο σύστημα με το επιχείρημα ότι δίνει ισχύ στον αρχηγό. Αν ο ίδιος ο κ. Σαμαράς θέλει, μπορεί να επιβάλει δημοκρατικές διαδικασίες επιλογής υποψηφίων στο κόμμα του πράγμα που θα καταργεί τα προβλήματα που λέει πως φοβάται στο κόμμα του. Όσο για τα άλλα κόμματα, ποιο νόημα μπορεί να έχει ο λόγος του κ. Σαμαρά;

Τρίτη και τελευταία παρατήρηση. Επιλογή από μικρές περιφέρειες σημαίνει επιλογή από τους «πρώτους στο χωριό», που θα μπορούσαν κατά πώς μας διδάσκει η παροιμία να είναι τελευταίοι στην πόλη. Επιπλέον πιστεύω ότι ο τοπικισμός στον τόπο μας χρειάζεται εξασθένηση κι όχι ενίσχυση. Και φυσικά, με δεδομένη την αποκέντρωση που θα εισαγάγει ο Καλλικράτης και το χρήμα που θα ρεύσει στην περιφέρεια, οι ισχυροί παράγοντες περιοχών θα είναι πολύ ευάλωτοι σε πιέσεις των συντοπιτών τους. Κι ακόμη κι αν το ρουσφέτι στην στενή του έννοια μπορεί να καταπολεμηθεί από τον νόμο για τις προσλήψεις μόνον μέσω ΑΣΕΠ, ασφαλώς διέξοδοι πελατειακής πολιτικής θα υπάρχουν. Και φυσικά, λιγότερο ικανοί άνθρωποι είναι πάντα πιο ευάλωτοι σε διαφθορά και διαπλοκή την οποία μάλιστα δεν μπορούν καθόλου να ελέγξουν.

Ας πάμε τώρα στο τελευταίο σημαντικό χαρακτηριστικό του νέου εκλογικού νόμου. Την διπλή ψήφο, σε κόμμα και σε βουλευτή. Όπως αντιλαμβάνεστε, αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να ψηφίζουμε κάποιο κόμμα για κυβέρνηση, αλλά να ψηφίζουμε βουλευτή άλλου κόμματος για αντιπρόσωπό μας. Κάτι τέτοιο μπορεί να φαίνεται παράδοξο, αλλά έχει υπέρ αυτού ένα τεράστιο πλεονέκτημα. Ο πολίτης μπορεί έτσι να αποφασίζει υπέρ συγκεκριμένων προσώπων, δηλαδή ουσιαστικά να σταυροδοτεί τα πρόσωπα εκείνα στα οποία έχει εμπιστοσύνη και μάλιστα ανεξαρτήτως κόμματος. Παρότι αυτό φαίνεται παράδοξο, νομίζω ότι είναι εξαιρετικά χρήσιμο και σημαντικό, θα ήθελα δε να το δω να τονίζεται.

Συνοψίζω: Ο νέος εκλογικός νόμος έχει ένα σεβαστό σκεπτικό που το υποστηρίζει, έχει στόχευση, έχει κάποια προτερήματα αλλά έχει και ελαττώματα που νομίζω ότι τελικώς θα αποδειχθούν πολύ ισχυρά. Μπορούμε να περιμένουμε τουλάχιστον στις δυο-τρεις πρώτες εφαρμογές του μια μείωση των δαπανών των βουλευτών εξαιτίας των μονοεδρικών περιφερειών, κι επομένως μείωση της διαφθοράς. Μπορούμε επίσης να περιμένουμε μια ανανέωση στο πολιτικό προσωπικό επειδή κάποιοι απ τους παλαιότερους δεν θα μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στις νέες συνθήκες. Το πολιτικό αποτέλεσμα, δια της απευθείας επιλογής βουλευτή θα είναι πιο ώριμο λόγω της δυνατότητας που δίνεται στον κόσμο να επιλέξουν βουλευτές άλλων κομμάτων απ αυτό που ψηφίζουν. Όμως οι μονοεδρικές περιφέρειες θα τείνουν να αντισταθμίσουν αυτή την βελτίωση ποιότητας και η διαφθορά απ τους ισχυρούς θα τείνει να αντικατασταθεί από τοπικιστική μυωπία και την συνεπαγόμενη απ αυτήν μικροδιαφθορά. Και η μειωμένη ικανότητά τους θα τους καθιστά πιο ευπρόσβλητους στην διαπλοκή που δεν θα επηρεαστεί.

Έχουμε λοιπόν ένα εκλογικό σύστημα που παρά τις καλές προθέσεις δύσκολα μπορεί να βελτιώσει σοβαρά την πολιτική μας ζωή, παρότι είναι καλύτερο απ το υπάρχον. Μήπως λοιπόν θα μπορούσαμε να έχουμε κάτι ακόμη καλύτερο; Η απάντησή μου είναι καταφατική, και νομίζω πως είναι ευκαιρία εδώ να σας αναφέρω σε γενικές γραμμές μια παλιά άποψή μου για εκλογικό νόμο που όπως νομίζω θεραπεύει τα προβλήματα του ισχύοντος χωρίς να εισάγει νέα που θα μειώνουν τις βελτιώσεις.

Συμφωνώντας με τον κ. Παπανδρέου πιστεύω ότι ο εκλογικός νόμος θα έπρεπε να προβλέπει δυο είδη ψήφων που για πρακτικούς λόγους, επειδή δεν διαθέτουμε την πολυτέλεια της ψήφου μέσω υπολογιστικών συστημάτων, θα έπρεπε να μπαίνουν στον ίδιο φάκελο. Το πρώτο ψηφοδέλτιο, ακριβώς όπως προτείνει η κυβέρνηση, θα αφορούσε το κόμμα που θέλουμε να κυβερνήσει, και για το οποίο θα ισχύει η λογική του γερμανικού μοντέλου, δηλαδή θα καθορίζει το ποσοστό εδρών με ενισχυμένη αναλογική στα επίπεδα πχ του νόμου Σκανδαλίδη.

Εκτός απ αυτό το ψηφοδέλτιο όμως, θα υπήρχε και δεύτερο ψηφοδέλτιο, επικρατείας αυτή τη φορά, με το οποίο, πάλι σαν το γερμανικό μοντέλο μπορούμε να ψηφίζουμε και απευθείας βουλευτή ή βουλευτές, που όμως, σε διαφοροποίηση απ το γερμανικό, υποχρεωτικά θα ανήκουν σε άλλο κόμμα απ αυτό που ψηφίσαμε.

Τα πλεονεκτήματα της μεθόδου αυτής είναι πάρα πολλά.

Διατηρεί τον σταυρό και επομένως τα πλεονεκτήματα της λαϊκής επιλογής προσώπων.
Κλείνει τα παράθυρο στο ρουσφέτι απ τη στιγμή που ο σταυρός δίνεται σε υποψήφιο άλλου κόμματος.
Προωθεί τις συναινέσεις, αφού κάθε υποψήφιος θα κοιτάζει να γίνει αρεστός όχι στους ψηφοφόρους του δικού του κόμματος -τελικά τους σκληροπυρηνικούς, αλλά στους ψηφοφόρους των άλλων κομμάτων.
Αναγκάζει τα κόμματα να επιλέγουν υποψήφιους βουλευτές όχι με βάση την προσήλωσή τους στο κόμμα αλλά με κριτήρια ποιότητας ώστε να γίνονται αποδεκτοί από αντιπάλους.
Εκτός απ την διαφορά ποιότητας, που προφανώς μειώνει και την ροπή προς διαφθορά, δυσκολεύει τους χειρισμούς των ΜΜΕ για να πετύχουν την διαπλοκή αφού διαχέει τους στόχους.

Νομίζω ότι ένα τέτοιο σύστημα θα βελτίωνε πολύ αποτελεσματικά το πολιτικό μας σκηνικό. Θα άλλαζε πρωτίστως τα πολιτικά μας ήθη κι αυτό είναι σημαντικότερο κι απ τα πρόσωπα, κι απ την διαφθορά και την διαπλοκή, αλλά και από τις ιδεολογίες καθεαυτές. Αλλά δυστυχώς περαιτέρω σκέψεις δεν αφορούν τον χώρο του εφικτού αφού όπως φαίνεται το νέο εκλογικό μας σύστημα, με το οποίο δεν πολυσυμφωνώ αλλά δεν έχω και σοβαρές αντιρρήσεις, είναι δεδομένο.



Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2010

Εκλογικός νόμος. Μέρος Α, περί δικαίου.


Aς ξεκινήσουμε με μια ευχάριστη παρατήρηση. Ευτυχώς εδώ και αρκετά χρόνια έχουμε ξεπεράσει το επίπεδο της αλλαγής των εκλογικών νόμων στο παρά πέντε των εκλογών ώστε να μετασχηματίζει κατά τον καλύτερο τρόπο το input των δημοσκοπήσεων σε βουλευτικές έδρες του κυβερνητικού στρατοπέδου. Οι αλλαγές γίνονται, κι αυτό δεν είναι καλό. Τουλάχιστον όμως γίνονται στην αρχή κάθε κυβερνητικής θητείας, κι αυτόν τον κανόνα ακολουθεί κι ο Παπανδρέου. Για πρώτη φορά όμως η αλλαγή μοντέλου που προτείνει η κυβέρνηση είναι ουσιώδης και σχετίζεται και με κάποια λειτουργικά χαρακτηριστικά της δημοκρατίας μας.

Απ την μεταπολίτευση μέχρι σήμερα οι εκλογικοί νόμοι κράτησαν μερικά σταθερά χαρακτηριστικά τα κυριότερα απ τα οποία είναι ότι:

• Με μια ψήφο αποφασίζουμε ταυτόχρονα για την εκτελεστική και την νομοθετική μας εξουσία, δηλαδή την κυβέρνηση και την Βουλή.
• Όλα κράτησαν το 3% ως όριο εισόδου των κομμάτων στην βουλή.
• Όλα τα συστήματα είχαν την μορφή μιας αρκετά ενισχυμένης αναλογικής.
• Οι εκλογικές περιφέρειες ήταν περίπου σταθερές.
• Η ψήφος προς τον βουλευτή καθόριζε την ψήφο στο κόμμα του.

Το πρώτο κοινό χαρακτηριστικό, δηλαδή η μια ψήφος που αφορά ταυτόχρονα και την Βουλή και την κυβέρνηση δεν φωνεί υπέρ της δημοκρατικότητας των εκλογικών νόμων μας. Δεν εφαρμόζεται δηλαδή η αρχή της διάκρισης των εξουσιών που θα μας επέβαλε να ψηφίζουμε χωριστά για την κυβέρνηση, δηλαδή την εκτελεστική εξουσία και χωριστά για την Βουλή, δηλαδή την νομοθετική. Και βέβαια, ούτε λόγος να γίνεται για την τρίτη εξουσία, την δικαστική.

Όμως, όπως συμβαίνει ακόμη και σε μοντέλα σαν το γαλλικό ή ακόμη περισσότερο σαν το αμερικανικό, όπου επιχειρείται να υλοποιηθεί η αρχή της διάκρισης των εξουσιών, με δεδομένη την θεσμοθέτηση των κομμάτων και την ισχύ τους είναι βέβαιο ότι θα υπήρχε ή θα δημιουργείτο αμέσως κοινό κέντρο αποφάσεων – το κόμμα κι ο αρχηγός του. Άρα στην πράξη θα είχαμε κατάργηση ή έστω νόθευση του προτύπου του Montesqieu. Και αφού δεν τίθεται τέτοιο θέμα με τον νέο νόμο δεν υπάρχει λόγος να προχωρήσω τους συλλογισμούς σ αυτή την διαδρομή.

Το δεύτερο χαρακτηριστικό, δηλαδή το όριο του 3% επίσης διατηρείται. Θα μου επιτρέψτε να το σχολιάσω όμως εν ολίγοις κάπως αργότερα.

Όσον αφορά την ενισχυμένη αναλογική, η κυβέρνηση δεν φαίνεται να απομακρύνεται απ τα ειωθότα. Επειδή όμως η ενίσχυση του πρώτου κόμματος υπήρξε πάντοτε σημείο τριβής στην πολιτική μας σκηνή και είναι κυρίαρχο αίτημα των μικρότερων κομμάτων της βουλής που βρίσκουν εκεί ένα εύκολο πεδίο κριτικής εναντίον των μεγάλων θα το συζητήσουμε αναλυτικά.

Το τέταρτο χαρακτηριστικό αλλάζει όπως φαίνεται ριζικά. Το γερμανικό μοντέλο, του οποίου προσέγγιση φαίνεται ότι έχει προκρίνει η κυβέρνηση, έχει ως χαρακτηριστικό του μονοεδρικές περιφέρειες. Φαίνεται ότι η κυβέρνηση δεν είναι τόσο αυστηρή και επιτρέπει και κάπως μεγαλύτερες, αλλά πάντως απομακρυνόμαστε πολύ απ το μοντέλο των μεγάλων περιφερειών των 10, 20 και περισσότερων εδρών. Θα το δούμε κι αυτό όσο πιο αναλυτικά γίνεται.

Το τελευταίο σημείο που θα σχολιάσουμε επίσης είναι τα διπλά ψηφοδέλτια που επίσης προβλέπει το γερμανικό μοντέλο, αποσυνδέοντας την ψήφο προς το κόμμα απ την ψήφο προς το πρόσωπο. Η αποσύνδεση αυτή είναι πολύ ενδιαφέρουσα μια και είναι εντελώς νέα στο πολιτικό μας τοπίο και φυσικά θα την σχολιάσουμε.

Ας αρχίσουμε όμως απ τα τετριμμένα. Περί απλής ή ενισχυμένης αναλογικής ο λόγος λοιπόν.

Το μέγεθος της ενίσχυσης του πρώτου κόμματος ήταν το κύριο σημείο αλλαγών στους εκλογικούς μας νόμους. Και οι αλλαγές αυτές ήταν συνταρακτικές. Απ τον νόμο Κουτσόγιωργα του ‘89 που κατάφερνε να δίνει 150 αλλά όχι 151 βουλευτές στο πρώτο κόμμα με πάνω από 46% έως τον νόμο Κούβελα που με 33% εδώριζε αυτοδύναμη κυβέρνηση στον πρώτο, οι διαφορές δεν είναι καθόλου μικρές.

Δεν ήταν τυχαίο ότι οι συζητήσεις για τους εκλογικούς νόμους αφορούσαν κυρίως την αναλογικότητα ή την ενίσχυση του πρώτου κόμματος. Και οι συζητήσεις δεν ήταν λίγες, αφού κι οι αλλαγές εκλογικού νόμου ήταν μπόλικες. Έξι αλλαγές –τόσες μέτρησα - σε 35 χρόνια είναι ρεκόρ για τα δεδομένα των κουτόφραγκων που κρατάν σταθερούς τους νόμους τους.

Μ αυτή την προϊστορία θα διακινδυνεύσω την πρόβλεψη ότι μεγάλο μέρος της συζήτησης που θα διεξαχθεί για τον νέο εκλογικό νόμο θα εστιαστεί και πάλι στην ενίσχυση του πρώτου κόμματος και το κατά πόσον αυτή είναι δίκαιη, έστω κι αν όπως έχει δηλωθεί επανειλημμένα θα είναι στα πλαίσια του νόμου Σκανδαλίδη, δηλαδή των 40 εδρών. Είναι λοιπόν λογική αυτή η ενίσχυση; Δεν θα έπρεπε να πάμε στο μόνο δίκαιο σύστημα, που είναι η απλή, ανόθευτη και άδολη αναλογική;

Η αυθόρμητη απάντηση οποιουδήποτε καλοπροαίρετου πολίτη είναι φυσικά καταφατική. Κάποιοι πολίτες, λίγοι είναι η αλήθεια, αν και συμφωνούν περί του δικαίου, προτάσσουν την αποτελεσματικότητα και παρατηρούν ότι στην Ελλάδα οι συνεργασίες είναι δύσκολες. Προτείνουν δε και τα παραδείγματα των χαζοχαρούμενων κυβερνήσεων Τζανετάκη και Ζολώτα ως εμπειρική απόδειξη του ισχυρισμού τους.

Η δική μου γνώμη είναι κάπως διαφορετική. Ξεκινάει με την παρατήρηση τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά όσο τα παρουσιάζουν οι συνήθεις συζητήσεις. Και θα ήθελα να σας πείσω γι αυτό για να μπορέσω να προχωρήσω στα επόμενα.

Οι μελέτες των εκλογικών συστημάτων άρχισαν να διεξάγονται στην Ευρώπη και την Αμερική γύρω στην περίοδο της Αμερικάνικης και της Γαλλικής Επανάστασης, κι αυτό ήταν φυσικό αφού προηγουμένως δεν ετίθετο καν θέμα ψήφου. Ένας απ τους διάσημους πρωτοπόρους της μελέτης του θέματος των εκλογικών συστημάτων ήταν ο μαρκήσιος de Condorcet.

Μαρκήσιος και δημοκρατικός, φλογερός διανοούμενος και ψυχρός μαθηματικός, επαναστάτης και μετριοπαθής ο Condorcet είναι απ τις πολύ ενδιαφέρουσες προσωπικότητες της εποχής και είναι μάλλον ο πρώτος που μελέτησε σχετικά αυστηρά τους τρόπους εκλογής προτείνοντας και μια μέθοδο για την επιλογή μεταξύ υποψηφίων. Η μέθοδος πήρε το όνομά του, κι ακολουθείται μέχρι σήμερα σε περιπτώσεις επιλογής μελών διοικητικών συμβουλίων από πολύ σοβαρές επιχειρήσεις και οργανισμούς.

Ο μαρκήσιος λοιπόν, μελετώντας τις μεθόδους εκλογής έπεσε μπρος σε ένα παράδοξο που κι αυτό πήρε το όνομά του. Το παράδοξο, σε απλή μορφή μπορεί να γίνει εμφανές αν σκεφτούμε τρείς ψηφοφόρους, τους 1, 2 και 3, που επιλέγουν μεταξύ των Α, Β και Γ, με διαβαθμίσεις μεταξύ των τριών. Την προτίμηση θα αναπαραστήσουμε με το σύμβολο του μεγαλύτερου, το >. Έστω λοιπόν ότι οι επιλογές τους είναι :

1: Α>Β>Γ
2: Β>Γ>Α
3: Γ>Α>Β

Το παράδοξο συνίσταται στο ότι ο 1 και ο 2 –δηλαδή η πλειοψηφία- προτιμούν τον Β απ τον Γ. Αλλά τώρα παρατηρούμε ότι ο 1 και ο 3 –δηλαδή πάλι η πλειοψηφία- προτιμά τον Α απ τον Β, άρα θα πρέπει να προτιμηθεί ο Α, απ τον οποίο όμως πάλι η πλειοψηφία, οι 2 και 3, προτιμούν τον Γ.

Πριν 2.500 χρόνια, ο Πλάτων στην Πολιτεία του αντιστοίχισε την πολιτεία με ένα άνθρωπο αντιστοιχίζοντας βέβαια και τις αρετές και τα ελαττώματά τους. Αν κάνουμε κι εμείς το ίδιο, σκεφτούμε το εκλογικό σώμα σαν ένα ενιαίο όν και το αντιστοιχίσουμε με ένα άνθρωπο, το παράδοξο γίνεται ακόμα εμφανέστερο. Έχουμε κάποιον ο οποίος καλούμενος να επιλέξει μεταξύ βότκας και καφέ επιλέγει καφέ, μεταξύ καφέ και τσαγιού επιλέγει τσάι και μεταξύ τσαγιού και βότκας επιλέγει βότκα.

Βρισκόμαστε σε μια παραλλαγή του προβλήματος του γαιδάρου του Buridan, ενός σχολαστικού του 14ου αιώνα που έλεγε ότι ένας γάιδαρος με δυο δεμάτια σανό σε ίσες αποστάσεις θα πέθαινε απ την πείνα γιατί δεν θα μπορούσε να προτιμήσει ένα απ τα δυό. Το ότι ο Buridan είχε απλώς παραφράσει τον Αριστοτέλη στο περί Ουρανού δεν είναι τόσο γνωστό και για την συζήτησή μας είναι αδιάφορο. Το σημαντικό είναι ότι έχουμε μια θανατηφόρα κατάσταση, ένα πλήρες αδιέξοδο. Κι αυτό είναι το πρώτο πλήγμα κατά της απλοϊκής άποψης ότι στην δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα.

Δυο αιώνες περίπου μετά τον Condorcet, στην δεκαετία του 1950, ο Kenneth Arrow στο βιβλίο του Social Choice and Individual Values συνέταξε ένα κατάλογο προϋποθέσεων για το πώς θα έπρεπε να είναι ένα δίκαιο εκλογικό σύστημα. Οι προϋποθέσεις αυτές είναι τόσο λογικές που κανείς άνθρωπος στα συγκαλά του δεν θα μπορούσε να διαφωνήσει μαζί τους. Το συμπέρασμα όμως του Arrow είναι ότι κανένα εκλογικό σύστημα δεν μπορεί να τις πληροί. Η δουλειά του αυτή είναι δεκτή ως θεώρημα, που ονομάστηκε Arrow’s impossibility theorem, και ο Arrow πήρε το βραβείο Nobel για αυτή δυο δεκαετίες αργότερα. Φυσικά κι αυτός βρήκε ένα παράδοξο, που ονομάστηκε, πώς αλλιώς, παράδοξο του Arrow και είναι εξέλιξη του παραδόξου του Condorcet.

Βραβείο Nobel πήρε επίσης και ο Amartya Sen, αρκετά πιο πρόσφατα, χρησιμοποιώντας και επεκτείνοντας τα συμπεράσματα του Arrow, και προτείνοντας μεταξύ άλλων ένα πολύ ενδιαφέρον δικό του παράδοξο. Επειδή όμως οι εργασίες των Arrow και Sen και πολλά μαθηματικά έχουν και αφορούν για λόγους γενικότητας και τις διαβαθμίσεις των επιλογών, πράγμα που δεν επιτρέπουν τα υπάρχοντα εκλογικά συστήματα, θα μείνω σε μια απλούστευση του Arrow, την γνωστή ως θεώρημα των Gibbard–Satterthwaite.

Οι Gibbard–Satterthwaite λοιπόν απέδειξαν (μαθηματικά, θεώρημα είναι) ότι για την επιλογή μεταξύ τριών ή περισσότερων υποψηφίων θα ισχύει υποχρεωτικά μια απ τις παρακάτω προτάσεις:

1. Θα έχουμε δικτατορία (ένας επιλέγει τον νικητή).
2. Θα υπάρχει κάποιος ή κάποιοι υποψήφιοι που δεν μπορούν να κερδίσουν.
3. Η ψήφος θα είναι στρατηγική, δηλαδή κάποιοι δεν θα ψηφίζουν αυτόν που προτιμούν αλλά κάποιον άλλον για να παράγουν αποτελέσματα πλησιέστερα σ αυτό που θέλουν.

Εξαιρώντας την πρώτη πρόταση για προφανείς λόγους, θα ήθελα να παρατηρήσετε ότι στην Ελλάδα η δεύτερη και τρίτη πρόταση ισχύουν. Ασφαλώς υπάρχουν υποψήφιοι που είναι εκ των προτέρων γνωστό ότι δεν μπορούν να κερδίσουν. Στην πραγματικότητα το σύστημά μας είναι δικομματικό, δεν υπάρχουν πάνω από δυο υποψήφιοι που να μπορούν να κερδίσουν.

Επίσης ασφαλώς μας είναι συνηθέστατη η περίπτωση της στρατηγικής ψήφου, με το παράδειγμα του πολίτη που για παράδειγμα ψηφίζει ΚΚΕ όχι επειδή το προτιμά αλλά επειδή έτσι θέλει να δώσει ένα μάθημα στον ΣΥΡΙΖΑ που δεν συνεργάζεται με το ΠΑΣΟΚ για να κυβερνήσει, το οποίο επίσης δεν θέλει αλλά θα προτιμούσε απ την Νέα Δημοκρατία που ενδέχεται να συνεργαστεί με το ΛΑΟΣ και να κερδίσει με αποτέλεσμα να δει τον Καρατζαφέρη στην κυβέρνηση πράγμα που δεν θέλει με τίποτε.

Η αποτίμηση όλων αυτών καταλήγει στην επωδό «δίκαιο σύστημα δεν υπάρχει». Για λόγους σχολαστικότητας μια και δεν πρόκειται να το σχολιάσω, θα προσθέσω ότι αυτό ισχύει για πάνω από δυο κόμματα. Κι αυτό είναι απολύτως ακριβές και μαθηματικά τεκμηριωμένο. Μήπως όμως η απλή αναλογική είναι απ τα μη δίκαια συστήματα το λιγότερο άδικο; Η απάντησή μου κι εδώ είναι όχι. Θεωρώ ότι όχι απλώς είναι εξίσου άδικο, αλλά είναι και παράλογο.

Ο λόγος είναι πολύ απλός. Εκ του ότι δυο ή περισσότερα κόμματα έχουν άθροισμα ψήφων πάνω από 50% δεν συνάγεται με κανένα τρόπο ότι ο συνασπισμός τους έχει την λαϊκή πλειοψηφία. Και δεν συνάγεται γιατί κανείς δεν ψήφισε αυτόν τον συνασπισμό, οι πολίτες ψήφισαν τα κόμματα. Οι ψήφοι υπέρ του συνασπισμού τους είναι ακριβώς μηδέν αφού ο συνασπισμός δεν εξετέθη στην λαϊκή ψήφο. Επομένως το να κυβερνά ο συνασπισμός είναι η χειρότερη δυνατή επιλογή, έχουμε μια κυβέρνηση που απλώς δεν ψηφίστηκε από κανένα.

Επειδή κατά την διάρκεια άσπονδων φιλικών συζητήσεων της τελευταίας τριακονταετίας έχω παρατηρήσει ότι το προηγούμενο επιχείρημα συχνά αντιμετωπίζεται με δυσπιστία θα ήθελα να επιμείνω λίγο με μια σκέψη και με δυο παραδείγματα.

Η σκέψη είναι ότι αν θεωρήσουμε ότι υπάρχει ένας άξονας αριστεράς- δεξιάς, κάθε κόμμα καταλαμβάνει ένα μέρος του με κάποιες επικαλύψεις. Κάθε κόμμα έχει ένα δεξιότερο κι ένα αριστερότερο τμήμα. Μια σύμπραξη ενός κόμματος με κάποιο που βρίσκεται δεξιά του ασφαλώς ενοχλεί τους πιο αριστερούς ψηφοφόρους του κόμματος και αντίστροφα. Και το ποσοστό ψηφοφόρων ενός κόμματος σε κάθε ένα απ τα τμήματά του δεν καθορίζεται εκλογικά. Επομένως ποτέ δεν γνωρίζουμε την πραγματική θέληση των ψηφοφόρων των κομμάτων για συμπράξεις. Το δε γεγονός ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει μόνον ένας άξονας παρά μόνο στις απλοϊκές αντιμετωπίσεις της πολιτικής κάνει την έκφραση τέτοιου τύπου θελήσεων περίπου αδύνατη. Πάμε όμως σε παραδείγματα.

Υποθέστε ότι στις προηγούμενες εκλογές το ΠΑΣΟΚ έπαιρνε 46% αλλά με εκλογικό σύστημα την απλή αναλογική δεν έπαιρνε πλειοψηφία, άρα δεν έκανε αυτοδύναμη κυβέρνηση. Ας υποθέσουμε επίσης ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έπαιρνε πάνω από 5% άρα το άθροισμα των ψήφων τους ήταν 51%. Ξανά ας υποθέσουμε ότι το ΠΑΣΟΚ κατάφερνε να τα βρει με τον ΣΥΡΙΖΑ και να κάνουν κυβέρνηση συνασπισμού. Νομίζετε ότι αυτή η κυβέρνηση θα είχε την λαϊκή έγκριση;

Ο δικός μου ισχυρισμός είναι ότι δεν θα την είχε ούτε εκ των προτέρων ούτε εκ των υστέρων. Πολλοί πολίτες που ψήφισαν ΠΑΣΟΚ, θεωρούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ των προηγούμενων εκλογών ήταν ένα κόμμα με επιβλαβείς απόψεις σε μεγάλο εύρος θεμάτων, και αντιστρόφως πολλοί από όσους ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν ότι το ΠΑΣΟΚ είναι ένα δεξιό κόμμα που υπηρετεί το κεφάλαιο. Αυτή εξάλλου ήταν η επίσημη θέση του ΣΥΡΙΖΑ. Επομένως η σύμπραξη των δύο κομμάτων προφανώς θα συναντούσε την αντίδραση των πολιτών αυτών, το σύνολο των οποίων δεν ξέρουμε πόσο μεγάλο είναι, αλλά σίγουρα είναι μεγαλύτερο από 1%, άρα πάλι ο συνασπισμός των κομμάτων δεν έχει την πλειοψηφία. Και ασφαλώς θα ήταν πολύ πιθανό το ενδεχόμενο να είναι αθροιστικά μεγαλύτερο από 5%, δηλαδή να έχει ψήφους λιγότερες απ το ΠΑΣΟΚ μόνο του.

Ένα δεύτερο παράδειγμα, ίσως ακόμη πιο διαφωτιστικό αφού υπάρχουν και κάποιες μετρήσεις, θα ήταν το ενδεχόμενο σύμπραξης ΝΔ και ΛΑΟΣ, την οποία μάλιστα ο κ. Καρατζαφέρης επεδίωκε. Τώρα, όπως μετρήθηκε απ τις εσωτερικές εκλογές της ΝΔ, η κ. Μπακογιάννη είχε το 40% μέσα στην ΝΔ. Αλλά οι απόψεις της κ. Μπακογιάννη υπήρξαν το κόκκινο πανί για τον ΛΑΟΣ και αντιστρόφως η κ. Μπακογιάννη συχνότατα εκφράστηκε απαξιωτικά για τις απόψεις του ΛΑΟΣ. Μια σύμπραξη των δυο κομμάτων δεν θα συναντούσε την σφοδρή αντίρρηση της κ. Μπακογιάννη και των οπαδών της; Κι αν ας πούμε η ΝΔ είχε πάρει το 44% και το ΛΑΟΣ 7% ώστε το άθροισμα να βγάζει 51%, δεν θα έπρεπε να αφαιρέσουμε το 40% του 44% που δεν θα ήθελε την σύμπραξη εκ μέρους της ΝΔ; Αυτό όμως είναι 18%, που σημαίνει ότι πιθανή σύμπραξη θα είχε ενδεχομένως 51%-18%, άρα μόνον 33%, δηλαδή λιγότερο απ ότι υποθέσαμε ότι θα είχε πάρει η ΝΔ. Και δεν αφαίρεσα ακόμη το ποσοστό των οπαδών του ΛΑΟΣ που θα διαφωνούσαν.

Αυτή όμως η εκ των προτέρων λαϊκή έγκριση δεν είναι το πιο αδύνατο σημείο των επιχειρημάτων των οπαδών της απλής και άδολης αναλογικής. Μια συγκυβέρνηση θα έπρεπε να καταλήξει έστω εκ των υστέρων σε μια συμφωνία για την πολιτική που θα ακολουθηθεί. Επομένως θα έπρεπε να αλλάξουν οι θέσεις και των δυο κομμάτων, καταλήγοντας σε ένα σημείο συνάντησης που δεν έχει την παραμικρή συμφωνία των πολιτών. Όπως οι παλιότεροι θα θυμούνται, η κυβέρνηση Τζανετάκη, προϊόν συμφωνίας μεταξύ της ΝΔ και του τότε Συνασπισμού της Αριστεράς γρήγορα κατηγορήθηκε από την τεράστια πλειονότητα και της αριστεράς και της ΝΔ.

Τα ίδια και χειρότερα συνέβησαν με την κυβέρνηση Ζολώτα στην οποία συνέπραξαν και τα τρία κόμματα της τότε Βουλής, δηλαδή είχε την στήριξη του 100%, όχι του 51%. Σε κάποιες μετρήσεις κατάταξης των κυβερνήσεων της μεταπολίτευσης αυτές οι δυο κυβερνήσεις είχαν την χαμηλότερη βαθμολογία, υποστηριζόμενες από ποσοστά κάτω του 5% του ελληνικού λαού. Δεν χρειάζεται φυσικά να θυμίσω ότι αυτές οι κυβερνήσεις προέκυψαν με τον αναλογικότερο εκλογικό νόμο της μεταπολιτευτικής μας ζωής, που δεν επέτρεπε σε ποσοστά άνω του 46% να παράγουν κυβέρνηση.

Φυσικά οι επίμονοι οπαδοί της απλής, άδολης και ανόθευτης αναλογικής συχνά δεν σταματούν εδώ, αλλά προχωρούν κι άλλο στον κατήφορο της αντίληψής τους. Ο επόμενος ισχυρισμός τους σ αυτήν την επιχειρηματολογία είναι ότι η θέσπιση της απλής αναλογικής θα δημιουργούσε συναινέσεις απ την αρχή. Αυτό όμως με τη σειρά του σημαίνει ότι τα κόμματα θα άλλαζαν εκ των προτέρων τις απόψεις τους ευνοώντας τις συναινέσεις.

Η λογική αυτή όμως σημαίνει ότι οι απόψεις των κομμάτων, συμπεριλαμβανομένων των μικρών, αλλάζουν ανάλογα με το πόσο κοντά στην εξουσία είναι. Κι αυτό δείχνει πλήρη αναξιοπιστία των κομμάτων, και μάλιστα των μικρών που κατηγορούν τους μεγάλους ακριβώς διότι φθείρονται απ την εγγύτητα προς την εξουσία, σωστά;

Κι όχι μόνον αυτό. Το επιχείρημα περιλαμβάνει την προκειμένη ότι οι ενώ οι συναινέσεις θα προωθούνται προεκλογικά, οι συμφωνίες θα γίνουν μετεκλογικά. Γιατί όμως; Γιατί να μη γίνουν και οι συμφωνίες προεκλογικά να ξέρουμε τι ψηφίζουμε, με δεδομένο μάλιστα ότι όπως λένε οι συναινέσεις θα έχουν δημιουργηθεί; Ο μόνος λόγος γι αυτό είναι το ψάρεμα ψηφοφόρων στα θολά νερά. Μήπως η άδολη αναλογική και οι υπερασπιστές της δεν είναι καθόλου άδολοι;

Συνολικά το επιχείρημά μου είναι απλό. Ας υποθέσουμε ότι έχουμε μια ομάδα 11 ατόμων που θέλουν να βγουν μαζί το βράδυ. Ψηφίζουν 5 υπέρ μιας παραλιακής ταβέρνας, 4 υπέρ της πρότασης να δουν το Avatar και 2 υπέρ της πρότασης να δουν ένα ουγγροιαπωνικό αριστούργημα υπέρ του οποίου εξεφράσθη ενθουσιωδώς ο Αγγελόπουλος. Θα θεωρούσατε λογικό, επειδή 6 προτείνουν κινηματογράφο να πάνε κινηματογράφο; Κι αν πάνε, που θα πάνε; Μήπως απ το Avatar οι δυο σινεφίλ θα προτιμούσαν την ταβέρνα; Κι αν καταλήξουν σε μια τρίτη άσχετη ταινία, ποιός την έχει ψηφίσει αυτήν; Και ποιος θα την ευχαριστηθεί;

Το μόνο επιχείρημα υπέρ της απλής αναλογικής που απομένει είναι αυτό που κάποιες φορές χρησιμοποιεί το ΚΚΕ, δηλαδή της «έκφρασης του λαού» που τώρα δεν εκφράζεται όπως θέλει αφού προσπαθεί να ψηφίσει κάτι που υπάρχει πιθανότης να εφαρμοστεί, άρα τα μεγάλα κόμματα που έτσι κλέβουν ψήφους απ τα μικρά. Αλλά αυτό έχει ήδη απαντηθεί απ το θεώρημα των Gibbard-Satterthwaite που μιλάει για στρατηγική ψήφο, δηλαδή ότι οι πολίτες δεν εκφράζονται, δεν εκφράζουν την προτίμησή τους, κι αυτό ανεξαρτήτως νόμου, ανεξάρτητα απ το αν θα υπάρχει ή όχι απλή αναλογική. Εξάλλου, ο ισχυρισμός αυτός υπονοεί παμπόνηρα, χωρίς να το λέει φυσικά, ότι με απλή αναλογική το ΚΚΕ πχ θα μπορούσε να συγκυβερνήσει κατά την άποψη του λαού που θα το ψήφιζε και τώρα δεν το ψηφίζει επειδή δεν μπορεί. Αλλά τότε που πάνε τα επιχειρήματα για τις δυο πολιτικές των 5 κομμάτων που είναι ασυμβίβαστες;

Το συμπέρασμά μου είναι νομίζω σαφές. Η απλή αναλογική είναι ένα σύστημα που παράγει κυβερνήσεις χωρίς πρόγραμμα λόγω εσωτερικών διαφωνιών, ή με πρόγραμμα που προκύπτει από συμφωνίες που γίνονται εν κρυπτώ και παραβύστω και που βέβαια δεν έχουν την έγκριση του λαού. Η διαφάνεια πάει περίπατο και οι ηγεσίες των κομμάτων παίρνουν λευκή επιταγή για να κάνουν ότι ακριβώς θέλουν ερήμην του λαού. Αντίο δημοκρατία. Και η έγκριση του λαού δεν υπάρχει ούτε λογικά ούτε ιστορικά, ούτε a priori ούτε a posteriori δηλαδή, για να εισαγάγω τώρα και την Καντιανή διάσταση των ελληνικών όρων «εκ των προτέρων» και «εκ των υστέρων». Αφήστε που τα επιχειρήματα υπέρ της απλής αναλογικής είναι έμπλεα δόλου που δεν συνάδει καθόλου με τις διακηρύξεις υπέρ της.

Αυτός όμως ο δόλος των μικρών κομμάτων εμφανίζεται πεντακάθαρα και σ ένα άλλο σημείο. Στον περιορισμό που ίσχυσε απ το ΄74 σε όλα τα εκλογικά συστήματα, που είναι το φράγμα του 3%. Το 5% του ελληνικού λαού στις προηγούμενες εκλογές ψήφισε κόμματα που δεν έβγαλαν βουλευτές επειδή δεν συγκέντρωσαν το 3%. Όμως το 5% αντιστοιχεί σε 15 βουλευτές που δεν παρίστανται στο κοινοβούλιο και εξαιτίας της ρύθμισης. Εδώ τι συνέβη στο αίσθημα δικαίου των μικρών εντός κοινοβουλίου κομμάτων που απαιτεί την έκφραση της θέλησης του λαού;

Η απάντηση βέβαια είναι ότι υπάρχει το θέμα των τουρκοφώνων της Θράκης που χωρίς αυτό το όριο θα ήταν δυνατόν να στείλουν κάποιο δικό τους κόμμα στην βουλή. Αλλά αυτό απλώς αλλάζει το θέμα. Μπορεί αυτή η ρύθμιση να είναι εξαιρετικά λογική υπό τις παρούσες συνθήκες, όμως αυτό δεν δικαιώνει όσους βλέπουν την αδικία μόνον όταν την υφίστανται αυτοί και όχι όταν την υφίστανται άλλοι. Όποιος δεν βλέπει την αδικία όταν τον ωφελεί δεν δικαιούται να μιλάει για δικαιοσύνη, ούτε καν να επικρίνει όσους συμπεριφερόμενοι με τον ίδιο ακριβώς τρόπο τον αδικούν.

Το λέω αυτό διότι φυσικά δεν είναι μόνον το θέμα της Θράκης. Κανείς δεν ξέρει τι ψήφους θα έπαιρναν τα μικρότερα κόμματα που τώρα δεν μπαίνουν στην Βουλή αν το όριο ας πούμε έπεφτε στο 1%. Υπάρχουν τουλάχιστον 8-9 κόμματα της εξωκοινοβουλευτικής σήμερα αριστεράς κι άλλα 2-3 της δεξιάς που συμμετέχουν σε εκλογές με διάφορα ονόματα και παίρνουν ποσοστά κάτω του 1%. Συνήθως θεωρούμε την ψήφο σ αυτά ψήφο διαμαρτυρίας και ξεμπερδεύουμε.

Όμως κατ αυτή την έννοια, κόμματα διαμαρτυρίας είναι και τα τρία κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης αφού δεν έχουν πιθανότητες να κυβερνήσουν ή να συμμετέχουν σε κυβέρνηση λόγω του εκλογικού συστήματος, και που κατηγορούν τα δυο μεγάλα ότι έτσι τους κλέβουν ψήφους.

Είναι όμως ασφαλώς δυνατόν, και μάλιστα πολύ πιθανόν κάποιοι που θα ήθελαν να ψηφίσουν τα πολύ μικρά κόμματα, ξέροντας ότι δεν πρόκειται να μπουν στην Βουλή, να ψηφίζουν τα συγγενέστερα προς αυτά που όμως μπαίνουν στην Βουλή. Κι αυτό δεν θα το έκαναν αν το όριο ήταν 1% και άρα είχαν πιθανότητες για έδρες στο κοινοβούλιο. Επομένως αυτό το όριο ενισχύει τα 3 κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο που ενισχύονται τα δυο μεγάλα από πολίτες που θα ήθελαν να ψηφίσουν τα τρία μικρά. Γι αυτό όμως δεν ακούω κουβέντα απ τα τρία μικρότερα κόμματα της Βουλής.

Ελπίζω να είναι ήδη σαφές ότι η απλή, ανόθευτη και άδολη αναλογική δεν μπορεί να είναι η προτιμότερη επιλογή, ούτε καν μια ανεκτή επιλογή εκτός από κάποιες περιπτώσεις για τις οποίες θα πω δυο κουβέντες στο επόμενο post. Το ερώτημα φυσικά είναι αν υπάρχει κάτι που δικαιολογεί την απομάκρυνση απ την αναλογική με σκοπό την ενίσχυση του πρώτου κόμματος εκτός απ τον παραλογισμό της απλής αναλογικής και των μετεκλογικών συνεργασιών.

Το επιχείρημα είναι απλό και με παράδειγμα είναι ακόμη απλούστερο. Στις προηγούμενες εκλογές το ΠΑΣΟΚ ψηφίστηκε απ το 44%. Τα αποτελέσματα όμως αφορούσαν το 71% των ψηφοφόρων, διότι οι υπόλοιποι, το 29% απείχαν. Η αποχή απ τις εκλογές σημαίνει ασφαλώς αδιαφορία για το αποτέλεσμα των εκλογών. Η αδιαφορία όμως, όπως και να το δει κανείς είναι μορφή ουδετερότητας. Επομένως, η κυβέρνηση είχε το 44% του 71% υποστήριξη και 29% αδιαφορία, δηλαδή 31% του συνόλου θετική ψήφο και 29% ουδέτερη, δηλαδή μη αρνητική. Επομένως είναι αποδεκτή απ το 60% του λαού, κι αυτό της δίνει το δικαίωμα να κυβερνά.

Φυσικά αυτή η ουδετερότητα θα ίσχυε για οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση. Αυτό σημαίνει ότι οποιοδήποτε κόμμα ή σύμπραξη κομμάτων θα την είχε επίσης δεδομένη, άρα με 21% οποιοδήποτε κόμμα θα μπορούσε να κυβερνήσει γιατί θα εδικαιούτο την ανοχή του 29% που δεν εψήφισε. Αλλά μεταξύ των πολλών δικαιουμένων την πρόσθεση αυτή της ανοχής, φυσικά προτιμότερος είναι ο πρώτος.

Το επιχείρημα αυτό, όσο κι αν φαίνεται παράδοξο είναι ισχυρό, κι έχει και εμπειρική βάση που προκύπτει απ τις πρώτες δημοσκοπήσεις μετά τις εκλογές. Θυμηθείτε ότι συνήθως μετά τις εκλογές οι κυβερνήσεις που παίρνουν ποσοστά κοντά στο 40-45%, εμφανίζουν στήριξη κοντά στο 60% και παραπάνω, πράγμα ακριβώς που το επιχείρημα αυτό τονίζει. Όμως έχει δυο λεπτά σημεία κι ένα τρίτο που ασφαλώς πρέπει να προσεχτεί για να μη στρεβλώνεται το σύστημα.

Το πρώτο είναι ότι θα πρέπει οι κατάλογοι ψηφοφόρων να είναι πλήρως ενημερωμένοι, διότι δεν μπορεί να γίνεται δεκτή ως ανοχή η μη ψήφος των πεθαμένων. Στην Ελλάδα με τα εξαιρετικά πληροφοριακά συστήματα οι κατάλογοι ενημερώνονται όποτε δεν βαριόμαστε, κι αυτό υπονομεύει την εκλογική διαδικασία.

Το δεύτερο σημείο είναι ότι αυτή η μη ψήφος, ως ουδέτερη, είναι ουδέτερη και για τα επιχειρήματα των αντιπολιτευομένων. Αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι αν τα επιχειρήματα της αντιπολίτευσης γίνουν κάποια στιγμή αποδεκτά απ την πλειονότητα των μη αδιάφορων, η ουδετερότητα πια ευνοεί αυτά. Δηλαδή από ένα σημείο και μετά, αν το κυβερνητικό σχήμα χάνει ψήφους, η πολιτική ισχύς μεταφέρεται απότομα απ αυτό προς την αντιπολίτευση. Κι αυτό επίσης είναι ένα σημείο σαφέστατα παρατηρήσιμο στα δεδομένα των δημοσκοπήσεων απ την μεταπολίτευση και μετά.

Το τρίτο σημείο είναι ότι φυσικά η ενίσχυση δεν πρέπει να είναι τόσο μεγάλη ώστε να βγαίνει κυβέρνηση και με 21%. Η ενίσχυση αφαιρεί βουλευτικές έδρες απ τα μικρότερα κόμματα, που εξ αιτίας των ορίων του κανονισμού της βουλής για την έννοια του κόμματος και της κοινοβουλευτικής ομάδας μπορεί τελικά να μην έχουν λόγο, πράγμα απαράδεκτο. Πιθανότατα ένα όριο πάνω απ το 40% είναι λογικό, και κάπου εκεί πάει η ενίσχυση του νόμου Σκανδαλίδη, που φαίνεται ότι θα διατηρηθεί.


Τα εκλογικά συστήματα δεν είναι δίκαια. Κανένα από αυτά. Και βέβαια κι ο λαός δεν τα αντιμετωπίζει καθόλου έτσι, τα αντιμετωπίζει ακριβώς όπως προτείνουν οι σύγχρονες θεωρίες σαν παίγνιο στου οποίου τους κανόνες προσαρμόζονται και ψηφίζουν με στρατηγικό τρόπο ώστε να παραγάγουν το αποτέλεσμα που θέλουν. Αν οι κανόνες είναι αρκετά λογικοί και παράγουν λογικό πολιτικό αποτέλεσμα είναι ικανοποιητικοί. Το μόνο που έχει σημασία είναι οι κανόνες αυτοί να είναι σταθεροί ώστε να διευκολύνονται οι στρατηγικές των πολιτών. Και δυστυχώς εδώ δεν τα πάμε και πολύ καλά.

Αρκετά λοιπόν με την συζήτηση περί απλής ή ενισχυμένης αναλογικής. Μας απομένουν όμως τα περί εκλογικών περιφερειών και των διπλών ψηφοδελτίων που θα τα δούμε στο επόμενο post.