Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2009

Το πνεύμα των Χριστουγέννων.



Πριν μερικές μέρες πήγα λιγάκι καθυστερημένος σε μια συνάντηση φίλων. Ρώτησα αν είχα χάσει τίποτε ενδιαφέρον και μου είπαν ότι είχαν μιλήσει λιγάκι για το πνεύμα των Χριστουγέννων. Φυσικά ενδιαφέρθηκα να μάθω τι είχε λεχθεί. Ένας φίλος είχε προτείνει ότι το πνεύμα των Χριστουγέννων εντοπίζεται στην έννοια του δώρου. Το θέμα αλλά και η σκέψη του δώρου μου άρεσε κι άρχισα να την γυρίζω στο μυαλό μου δίνοντας της και μια τροπή που θεωρούσα ταιριαστή.

Η συζήτηση δεν συνεχίστηκε επειδή η παρέα παραήταν μεγάλη και προέκυψαν στο μεταξύ άλλα θέματα πιο πιασάρικα. Σκέφτηκα όμως να σας μεταφέρω μερικές δικές μου σκέψεις εδώ, έτσι, σαν Χριστουγεννιάτικο δώρο μια που δεν μπορώ να σας προσφέρω κάτι καλύτερο online.

Δώρο. Αυτό που ξεπερνάει τα λογιστικά ισοζύγια, που υπερβαίνει τις αλγεβρικές αθροίσεις των συν και πλην, που διαλύει τα παιχνίδια του τύπου tit for tat, μια σου μια μου επί το ελληνικότερο. Όχι φυσικά ότι δε γίνονται και τέτοιου τύπου δώρα, δώρα που στην ουσία χρησιμοποιούμε σαν επένδυση. Όχι ότι στα πιο πολλά δώρα που κάνουμε δεν εμπεριέχεται έστω και λίγο κι αυτή η συνιστώσα του μέλλοντος κέρδους. Αλλά η ουσία του δώρου δεν είναι βέβαια αυτή.

Τα πραγματικά μας δώρα, κυρίως αυτά που κάνουμε στους ανθρώπους που αγαπάμε, συχνά αυτά που κάνουμε σε παιδιά δεν είναι έτσι. Τη στιγμή που κάνεις ένα αληθινό δώρο το μόνο που σ ενδιαφέρει είναι η χαρά αυτού που το παίρνει, αυτό θες να δεις στα μάτια του. Η χαρά του γίνεται χαρά σου, και μάλιστα επαυξημένη και βελτιωμένη.

Κάτι χωρίς αντάλλαγμα, κάτι για τίποτε. Ακριβέστερα, κάτι για την χαρά. Του άλλου και συνεπώς τη δική μας. Η λογιστική όχι μόνο δεν βρίσκεται εδώ, αλλά η παρουσία της καταστρέφει το δώρο. Συγχωρήστε μου την αρνητική σκέψη, αλλά επειδή μ αρέσει να αποδεικνύω όσο είναι δυνατόν αυτά που λέω, για φανταστείτε τη στιγμή που κάνετε ένα δώρο σε κάποιον να σας πληρώσει την αξία του συν τον κόπο που κάνατε.

Μ αυτή την έννοια, υπερβαίνοντας την λογιστική το δώρο μας βγάζει απ τον κόσμο της ανάγκης. Μας πηγαίνει επομένως στο βασίλειο της ελευθερίας και της αφθονίας. Η καρδιά μας ησυχάζει. Δωρίζοντας και παίρνοντας δώρα παίρνουμε μια γεύση ενός κόσμου που αισθανόμαστε πεντακάθαρα ότι είναι ο μοναδικός κόσμος που μας ταιριάζει, ο κόσμος που θα θέλαμε να βρισκόμαστε πάντα. Που κι αν ακόμη δεν είναι εδώ, είναι στην ουσία ο μοναδικός λόγος που είμαστε εδώ.

Όταν παίρνουμε δώρα ξαναγινόμαστε παιδιά. Παιδιά που δεν έχουν σοβαρή αίσθηση της ανάγκης. Παιδιά που νοιώθουν την βεβαιότητα πως οτιδήποτε χρειάζονται θα τους δοθεί. Ως δώρο. Παιδιά που ζουν προνομιακά στο βασίλειο της ελευθερίας και της αφθονίας. Και που γι αυτό μπορούν να είναι συνεχώς χαρούμενα, ή να επανέρχονται στην κατάσταση χαράς αμέσως μόλις περάσουν τυχόν δυσάρεστες στιγμές.

Φυσικά το δώρο δεν είναι ατομική υπόθεση. Αχ, πόσο μ ενοχλεί να ακούω σ εκείνα τα πρωϊνάδικα την τόσο συνηθισμένη ηλιθιότητα «κάντε ένα δώρο στον εαυτό σας». Το δώρο χρειάζεται δυο τουλάχιστον. Ο κόσμος που θέλουμε, ο μοναδικός κόσμος που μπορεί να μας ταιριάζει περιέχει υποχρεωτικά τον Άλλον. Το βασίλειο της ελευθερίας δεν είναι με κανένα τρόπο χώρος μοναξιάς. Είναι κοινωνία.

Επιλέγοντας το δώρο μας έχουμε τον Άλλον συνεχώς στο μυαλό μας. Προσπαθούμε να επιλέξουμε κάτι που θα τον εκπλήξει. Προσπαθούμε να επιλέξουμε κάτι που δεν έχει. Προσπαθούμε να επιλέξουμε κάτι που θα τον απαλλάξει από κάποιο κόπο, δηλαδή κάποια ανάγκη, δηλαδή κάτι που θα του αυξήσει την ελευθερία. Ή, προσπαθούμε να βρούμε κάτι εντελώς έξω από οποιαδήποτε ανάγκη, κάτι εντελώς περιττό, που όμως θα του δώσει χαρά, που πάλι δηλαδή θα τον μεταφέρει στον χώρο της ελευθερίας, του παιχνιδιού, της αμεριμνησίας. Προσπαθούμε να προβλέψουμε τα συναισθήματά του καθώς θα το ανοίγει. Βλέπουμε με το μυαλό μας το χαμόγελό του και προσπαθούμε να το μεγαλώσουμε όσο μπορούμε.

Καθώς δίνουμε το δώρο μας στον Άλλον τον κοιτάμε εξαιρετικά προσεκτικά. Παρατηρούμε την αντίδρασή του καθώς ανοίγει το πακέτο. Οι μιμητικοί μας νευρώνες – ναι, υπάρχουν τέτοιοι και είναι υπεύθυνοι για την ενσυναίσθηση, αγγλιστί empathy - συντονίζονται πάνω του και νοιώθουμε αυτά που νοιώθει αυτός. Γι αυτό χαιρόμαστε με την χαρά του για το δώρο μας.

Διά των μιμητικών ή κατοπτρικών αυτών νευρώνων και της δραστηριότητας τους γεννιέται ο Άλλος μέσα μας. Με κάποιο τρόπο γινόμαστε ο Άλλος, κι ο Άλλος γίνεται εμείς. Γιατί η κύρια ιδιότητα του Άλλου, του όποιου άλλου, που όμως φαίνεται σαφέστερα στα αγαπητά μας πρόσωπα, είναι ότι βρίσκεται μέσα μας, ότι είναι με κάποιο τρόπο εμείς. Κι αν αυτό σας θυμίζει το «ως σεαυτόν», δηλαδή το «κατά την ιδιότητά του να είναι ο εαυτός σου» αυτό σημαίνει ότι κοιτάμε στη σωστή μεριά για το πνεύμα των Χριστουγέννων.

Αν τώρα το αποτέλεσμα της προσεκτικής μας παρατήρησης του Άλλου συμπέσει με την πρόβλεψή μας και νοιώσει την χαρά που εξ αρχής θέλαμε, αισθανόμαστε εκτός από χαρούμενοι, και δικαιωμένοι, με την ευγενική έννοια του όρου βέβαια. Με την έννοια του δικαίου ως αρμονίας, που προς τα έξω εμφανίζεται ως κάλλος, όπως έλεγε ο Πλάτων. Προσέξτε την κοινή ρίζα της αρμονίας και του αρμόζειν, που σημαίνει να ταιριάζει, να «δένει», να μοιάζει . Και νάτην πάλι η ομοιότητα, δηλαδή το αποτέλεσμα της μίμησης που κάνουν οι νευρώνες μας.

Το δώρο μ’ αυτή την αρμονία παράγει αισθητική. Κι απ την άλλη μεριά, η μοναδική αξία της αισθητικής είναι ότι μπορεί να γίνεται δώρο, το άξιο λόγου δώρο. Το κάλλος, η συγκεκριμενοποιημένη δηλαδή αισθητική, είναι βέβαιο χαρακτηριστικό του βασιλείου αυτού της ελευθερίας για την οποία μιλάμε.

Καθώς δίνουμε ή παίρνουμε το δώρο μας, ο χρόνος σταματάει. Χάνει αμέσως και την ευθύγραμμη και την κυκλική του διάσταση. Γίνεται στιγμή. Ότι έχει σημασία είναι παρόν, εκείνη τη στιγμή. Ο χρόνος δεν είναι πια χρήμα, δεν είναι ένα σύνολο από σημεία στο μπλοκάκι μας που μας υπενθυμίζουν καθήκοντα, δεν είναι το μαγγανοπήγαδο των εβδομάδων, των μηνών και των ετών, δεν είναι παράγων άγχους. Έχουμε ήδη πάρει μια μικρή γευσούλα αιωνιότητας, που είναι βέβαια η κατάσταση του βασιλείου της ελευθερίας γιατί αυτό δεν μπορεί να γυρίζει πίσω, δεν μπορεί να καταστρέφεται, είναι τέλειο.

Και το πνεύμα των Χριστουγέννων, ως δώρο, δεν αφορά βέβαια μόνο δυο, δεν είναι μόνον η κοινωνία των δυο. Αφορά τους πάντες. Αφορά την κοινότητα. Όλα γίνονται γιορτή. Φυσικά σταματάν οι δουλειές. Οτιδήποτε θυμίζει ανταγωνισμό τείνει να απουσιάζει γιατί ο ανταγωνισμός, δηλαδή η πηγή των μηδενικών αθροισμάτων των συν και πλην, υπάρχει μόνο στον κόσμο της ανάγκης απ τον οποίο για λίγο δραπετεύουμε. Τραπέζια ετοιμάζονται στα σπίτια, όπου μαζεύονται οι συγγενείς που ανταλλάσσουν δώρα. Το ίδιο το τραπέζι βέβαια είναι κι αυτό ένα σύνολο δώρων. Το δώρο, παρότι φαίνεται εκ πρώτης όψεως να γίνεται ιδιοκτησία, την ξεπερνά. Η ιδιοκτησία είναι για όλους, είναι κοινή. Η γιορτή είναι ακριβώς η κοινοτική έκφραση του δώρου. Και τα Χριστούγεννα είναι η γιορτή.

Φυσικά όλοι ξέρουμε ότι η στιγμή της γιορτής σύντομα θα τελειώσει. Και το υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας, συμβολίζοντας τον ανταγωνισμό που θα ξανάρθει αύριο το ίδιο επίμονος όπως και χθές στήνοντας ένα χαρτάκι, δηλαδή ένα απολύτως ανταγωνιστικό παιχνίδι πάνω στο τραπέζι της γιορτής.

Η γιορτή όμως καταφέρνει να το χωνέψει, να το ξεπεράσει. Ο ανταγωνισμός γίνεται κι αυτός παιχνίδι, τα ποσά που ανταλλάσσονται ξέρουμε ή υποθέτουμε ότι δεν θα πονέσουν, τουλάχιστον όχι πολύ. Και φυσικά η νίκη του πνεύματος των Χριστουγέννων και πάνω στο χαρτάκι προκύπτει, εκτός απ το ότι είναι παιχνίδι, και απ το δεδομένο ότι είναι τυχερό παιχνίδι. Τα όποια κέρδη είναι τυχερά, δηλαδή δεν τα αποκομίζουμε με την αξία μας. Δηλαδή είναι δωρεά, που σημαίνει ακριβώς κάτι που δεν παίρνουμε επειδή το αξίζουμε.

Όπως δηλαδή κατ ουσίαν δεν έχουμε τίποτε με την αξία μας. Η ίδια η ζωή μας είναι κάτι που μας δόθηκε, για το οποίο δεν χρειάστηκε να κάνουμε τίποτε. Η πραγματική φυσική μας κατάσταση προκύπτει δωρεάν. Είναι δωρεά. Κοινή για όλους. Γιορτή. Και το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να γίνουμε εκ των υστέρων άξιοι αυτής της δωρεάς συνειδητοποιώντας ακριβώς ότι είναι δωρεά. Συνειδητοποιώντας δηλαδή την αναξιότητά μας γι αυτήν.

Είναι ήδη αργά κι η λαιμαργία μου σ ένα βραδινό τσιμπούσι –δώρο εορτάζοντος φίλου- μου έχει αυξήσει το χαμόγελο μεν, μου έχει όμως βαρύνει το στομάχι και τα βλέφαρα. Ξέρω φυσικά ότι το πνεύμα των Χριστουγέννων είναι πολύ περισσότερα πράγματα απ όσα σας είπα, πράγματα στα οποία απέφυγα ή δεν σκέφτηκα να αναφερθώ έστω και ακροθιγώς. Ότι και να πω εξάλλου δεν θα μπορέσω να το περιγράψω, γιατί είναι κι αυτό δώρο. Που με υπερβαίνει, που δεν το έχω γύρω μου και μέσα μου επειδή το αξίζω.

Ξέρω επίσης απ την άλλη ότι είστε έξυπνοι άνθρωποι κι ότι θα προχωρήστε αυτές στις σκέψεις παρακάτω, προς την κατεύθυνση που κρίνετε σωστή. Κι έτσι μπορώ να πάω για ύπνο ήσυχος.

Να είστε καλά.

Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 2009

Τι είπε ο Προβόπουλος στον Παπανδρέου;



Παρά το ότι απ την πρώτη Κυριακή των κομματικών εκλογών στην ΝΔ βγήκε άσπρος καπνός απ την καμινάδα της Ρηγίλλης, ακόμη και σήμερα ο βαθμός οργάνωσης και συστηματοποίησης του αντιπολιτευτικού λόγου της ΝΔ είναι περίπου μηδενικός. Όλοι όμως συμφωνούν στη κατ΄επανάληψη χρήση του επιχειρήματος ότι ο κ. Παπανδρέου είχε απ τον Σεπτέμβριο, δηλαδή ένα μήνα πριν τις εκλογές, ενημερωθεί από τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας κ. Προβόπουλο για το ύψος του ελλείμματος. Και όχι μόνον η ΝΔ, αλλά και το σύνολο της ελάσσονος αντιπολίτευσης.

Το επιχείρημα είναι καίριο. Μ αυτό πρώτα - πρώτα ο κ. Παπανδρέου κατηγορείται για ανειλικρίνεια. Ο Παπανδρέου κακώς έταζε παραδείσους προεκλογικά, που τώρα διαγράφει μονοκονδυλιά, όπως άκουσα μόλις προχθές τον κ. Χατζηνικολάου να λέει. Από εκεί και πέρα υπάρχουν δυο δυνατότητες.

Κατά την πρώτη, την «δεξιά», ο Παπανδρέου κακώς δεν σκληραίνει την στάση του ώστε να αποφύγουμε την περαιτέρω καταβύθισή μας στις εκτιμήσεις των αξιολογικών οίκων. Κατά την δεύτερη, την «αριστερή», το επιχείρημα χρησιμοποιείται για να δείξει ότι υπάρχει συμφωνία Παπανδρέου - Προβόπουλου, που με δεδομένη την τοποθέτηση Προβόπουλου στην διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδας απ την ΝΔ, εύκολα γενικεύεται σε συμφωνία ΠΑΣΟΚ – ΝΔ, και σε επόμενο βήμα σε συμφωνία ΠΑΣΟΚ – ΝΔ – Αλμούνια, δηλαδή σε υποταγή στα κελεύσματα της κακιάς Ευρωπαϊκής Ένωσης και του τραπεζικού συστήματος.

Το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ δεν απαντά οργανωμένα στο επιχείρημα αυτό, το καθιστά συνεχώς ισχυρότερο και γι αυτό εξακολουθεί η χρήση του μέχρι σήμερα. Αν προβλέπω σωστά, θα συνεχίσει να σέρνεται για αρκετό διάστημα ακόμη. Καλό είναι λοιπόν να δούμε τι ακριβώς συμβαίνει εδώ.

Σε συνέντευξή του στην κυριακάτικη Καθημερινή της 1ης Νοεμβρίου, ο κ. Προβόπουλος δήλωσε ότι είχε ενημερώσει και τον κ. Καραμανλή αλλά και τον κ. Παπανδρέου προεκλογικά για την εξέλιξη του ελλείμματος.

Πηγή: http://www.sofokleousin.gr/archives/46482

Τρεις εβδομάδες μετά, στις 24 Νοεμβρίου όπως διαβάζω στο online Βήμα, καταθέτοντας στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, ο κ. Προβόπουλος επανέλαβε την δήλωση αυτή, λίγο πιο καθαρά αυτή τη φορά. Είπε ότι είχε ενημερώσει τους δυο υποψήφιους πρωθυπουργούς ότι το έλλειμμα έβαινε προς διψήφιο ποσοστό. Το επιχείρημα που λέγαμε φαίνεται να στέκει.

Πηγή: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=3&artid=301078&dt=24/11/2009

Θα επανέλθουμε σε λίγο σ αυτή την κατάθεση του κ. Προβόπουλου, αλλά για την ώρα ας πάμε στα πραγματικά περιστατικά με τη σειρά τους.

Η συνάντηση του Προβόπουλου με τον Παπανδρέου γίνεται στις 8 Σεπτεμβρίου 2009. Πριν πούμε ποιοι παρέστησαν, τι συζητήθηκε εκεί και άλλα τέτοια, ας σκεφτούμε λίγο την ίδια την συνάντηση. Γιατί έγινε; Γιατί πάει ο Προβόπουλος να τον συναντήσει και να του πει τα κακά μαντάτα αφού είναι τοποθετημένος από την ΝΔ, και άρα τουλάχιστον συμπαθών προς αυτήν; Η απάντηση είναι βέβαια εξαιρετικά απλή. Είναι υποχρεωμένος να το κάνει και δεν δεσμεύεται απ την κυβέρνηση της ΝΔ αφού είναι ανεξάρτητη αρχή.

Υποχρεωμένος, ε ; Ναι, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας έχει υποχρέωση να ενημερώνει όχι μόνον την κυβέρνηση, αλλά και την αντιπολίτευση για τα οικονομικά του τόπου όπως προκύπτει απ τα στοιχεία που η Τράπεζα έχει στην διάθεσή της.

Εδώ συγχωρήστε μου ένα χαμόγελο, που πιστεύω ότι θα διατηρήσει την ιδιότητα της μεταδοτικότητας έστω και μέσω Internet. Καλά, και γιατί δεν τον συνάντησαν και οι αρχηγοί των υπόλοιπων κομμάτων της αντιπολίτευσης; Ακόμη κι αν η πρωτοβουλία για την συνάντηση ανήκε στον Προβόπουλο, ενδεχόμενη αίτηση απ τους άλλους αρχηγούς θα του επέβαλε να τους συναντήσει κι αυτούς. Αλλιώς βέβαια θα ετίθετο θέμα ελλιπούς ενημέρωσης, αυταρχικής συμπεριφοράς του διοικητή και άρα της κυβέρνησης, φωνές της ελάσσονος αντιπολίτευσης για συμπαιγνία των δυο μεγάλων κομμάτων, διαμαρτυρία του Παπανδρέου και προτροπή προς τον διοικητή να τους συναντήσει, και στο τέλος μπροστά στο πελώριο ζήτημα που θα εδημιουργείτο ο Προβόπουλος θα αναγκαζόταν να υποκύψει.

Επομένως οι αρχηγοί των υπόλοιπων κομμάτων είτε δεν ζήτησαν είτε αρνήθηκαν μια αντίστοιχη συνάντηση. Θα δεχθώ την επιεικέστερη γι αυτούς εκδοχή, ότι δεν την ζήτησαν. Γιατί βρε παιδιά;

Η απάντηση φυσικά είναι ευνόητη. Η άγνοια, έστω και με την μορφή του στρουθοκαμηλισμού μας επιτρέπει να κινούμεθα στο ευρύτατο φάσμα των ιδεολογικών μας φαντασιώσεων αδιαφορώντας απολύτως για την πραγματικότητα. Το γνωστό αγγλικό «ignorance is bliss» είναι σταθερά το motto όλων των ρομαντικών. Βρισκόμαστε στο ευτυχέστατο σημείο όπου ακόμη και μια συνάντηση με τον Προβόπουλο αποτελεί ένδειξη διαθέσεων συμβιβασμού, άρα δεξιάς στροφής για κάποιους δήθεν αριστερούς.

Συμπέρασμα πρώτο: Η ελάσσων αντιπολίτευση δεν δικαιούται να κατηγορεί τον Παπανδρέου ότι ήξερε, αφού η ίδια θα πρέπει να κατηγορηθεί κατά μείζονα λόγο ότι δεν ήθελε να ξέρει. Ναι, αλλά μήπως δικαιούται η μείζων αντιπολίτευση; Ε μη τρελλαθούμε εντελώς. Μπορείς να κατηγορείς κάποιον ότι αποκρύπτει το δικό σου έγκλημα και ταυτοχρόνως να μη θες εσύ να κατηγορηθείς γι αυτό; Άσε που κι εσύ το αποκρύπτεις, βέβαια. Και μάλιστα το αποκρύπτεις χοντρά μιλώντας για έλλειμμα της τάξης του 6% όταν στην πραγματικότητα είναι το διπλό και βάλε. Άσε που δεν το αποκρύπτεις μόνον απ τον ελληνικό λαό, αλλά κι απ την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που θα σε πιάσει οσονούπω και θα θεωρήσει το κράτος σου αναξιόπιστο, με βαρύτατες συνέπειες που ήδη υφιστάμεθα.

Όλα αυτά βέβαια απαντούν στις επικρίσεις των άλλων κομμάτων. Δεν απαντούν όμως στους σοβαρούς, αμερόληπτους πολίτες, που ακόμη κι αν αντιληφθούν ότι η συμπεριφορά των υπόλοιπων κομμάτων είναι χειρότερη, δεν μπορούν παρά να κουμπωθούν απέναντι και στην κυβέρνηση, αντιλαμβανόμενοι ότι κι αυτή ενδεχομένως είναι ένοχη ανειλικρίνειας. Αυτούς τους πολίτες εξάλλου υποτίθεται ότι εκπροσωπεί ο κ. Χατζηνικολάου του οποίου προχθεσινή παρατήρηση προς την συμπαθούσα το ΠΑΣΟΚ δημοσιογραφίνα του πάνελ του ήταν «ξέρουμε ότι τα ήξεραν, ας μη μας έταζαν λοιπόν παραδείσους προεκλογικά». Και σε πολύ αυστηρό τόνο φυσικά.

Όπως τόνιζα στο προηγούμενο post για τις ισορροπίες Nash, ενδεχόμενη καχυποψία των πολιτών προς την κυβέρνηση, της οποίας το κούμπωμα που προξενεί η λογικοφανέστατη αυτή παρατήρηση αποτελεί προανάκρουσμα, θα σήμαινε ευθέως την αποτυχία οποιασδήποτε προσπάθειας αλλαγής. Γι αυτό είναι σημαντικό το ζήτημα.

Ας πάμε λοιπόν στον επόμενο κρίκο της αλυσίδας, τον ίδιο τον κ. Προβόπουλο. Φυσικά αυτός έχει την ευθύνη να λέει τα σωστά νούμερα ακόμη κι αν δεν είναι ευχάριστα. Καλώς λοιπόν τα είπε στον Παπανδρέου. Όμως μια έρευνα για να είναι πλήρης, όπως μάθαμε όλοι στο δημοτικό πρέπει να απαντά στα ερωτήματα «ποιος, πού, πότε, τι, πώς και γιατί». Το ποιος, το πού και το πότε δεν χρειάζεται βέβαια να τα ψάξουμε άλλο. Αλλά τα υπόλοιπα δεν είναι αρκετά διευκρινισμένα. Ας δούμε λοιπόν λίγο το ιστορικό της υπόθεσης.

Απ τις 2 Αυγούστου, το Βήμα δημοσίευσε πληροφορίες από ανεπίσημες αναφορές του κ. Προβόπουλου προς την κυβέρνηση της ΝΔ ότι το έλλειμμα του δημοσίου θα κινηθεί γύρω στο 8%.

Πηγή: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=32&artid=302000&dt=29/11/2009


Συμπέρασμα δεύτερο: Ο κ. Χατζηνικολάου, όπως και όλοι οι άλλοι διάσημοι καθοδηγητές της κοινής γνώμης ήξερε ή ώφειλε να ξέρει για έλλειμμα της τάξεως τουλάχιστον του 8% απ τις 2 Αυγούστου. Κι επομένως θα ώφειλε να ενημερώσει τον ελληνικό λαό σε όλους τους τόνους τότε, όχι τώρα. Το θέμα βέβαια που παραμένει είναι αν ο κ. Παπανδρέου ήξερε κάτι περισσότερο απ αυτό ή όχι, και πότε το έμαθε. Ας προχωρήσουμε όμως στα στοιχεία.

Σύμφωνα με την εφημερίδα, αυτή η κατάσταση πυροδότησε την ενδοκυβερνητική συζήτηση για το αν θα πρέπει να γίνουν εκλογές αμέσως. Σιγά – σιγά η συζήτηση έγινε κοινό μυστικό που τελικώς δημοσιοποιήθηκε, με αποτέλεσμα ο κ. Καραμανλής να ζητήσει απ τον κ. Προβόπουλο προσωπική ενημέρωση στο Μαξίμου στις 2 Σεπτεμβρίου. Το απόγευμα της ίδιας μέρας ο κ. Καραμανλής προκήρυξε τις εκλογές, κι αυτό δεν μπορεί να είναι σύμπτωση. Επομένως, μπορούμε να προχωρήσουμε.

Συμπέρασμα τρίτο: Οι εκλογές έγιναν επειδή ακριβώς η κυβέρνηση δεν άντεχε την επίσημη ανακοίνωση των οικονομικών δεδομένων εκ των επισημοτάτων χειλέων του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας. Η προπαγάνδα της ΝΔ θα κατέρρεε. Ο κ. Σουφλιάς είχε δίκιο όταν έλεγε εν είδει Πυθίας, όπως τα ΜΜΕ τότε συμπέραιναν αγνοώντας τα νούμερα, ότι η επιλογή πρόωρων εκλογών ωφελούσε εκτός από τον τόπο και την ίδια την ΝΔ. Γι αυτό εξάλλου και ο κ. Καραμανλής πρότεινε το πρόγραμμα εξαιρετικής σκληρότητας που είδαμε κι ακούσαμε. Αυτό όμως οδηγεί αμέσως και στο επόμενο βήμα.

Συμπέρασμα τέταρτο: Προφανώς όλα τα προηγούμενα τερτίπια δεν θα είχαν την παραμικρή αξία για την κυβέρνηση αν ο κ. Προβόπουλος βγαίνοντας απ το Μαξίμου κοινοποιούσε τα νούμερα που ανέφερε στον πρωθυπουργό. Προφανώς στην διάρκεια της συζήτησης συμφωνήθηκε να μην ανακοινωθούν τα νούμερα απ τον κ. διοικητή, ο οποίος όπως όλοι ξέρουμε ετήρησε την συμφωνία μια χαρά, δεν άφησε να βγει τίποτε παραέξω κι εμείς μείναμε με την εντύπωση ενός ελλείμματος το πολύ γύρω στο 8% που μάθαμε απ μια ένοχη διφορούμενη δήλωση του κ. Παπαθανασίου δυο - τρεις μέρες πριν τις εκλογές, αν το θυμάστε.

Πάμε λοιπόν παρακάτω. Περίπου μια βδομάδα μετά την 2α Σεπτεμβρίου, στις 8 του μήνα, γίνεται η περιβόητη συνάντηση Παπανδρέου – Προβόπουλου, παρουσία του κ. Παπακωνσταντίνου και της κ. Κατσέλη, τους οποίους προφανέστατα ο κ. Παπανδρέου ήδη προώριζε για ηγεσίες των οικονομικών υπουργείων.

Για το τι συζητήθηκε μεταξύ τους έχουμε δυο πηγές πληροφόρησης, τον κ. Παπανδρέου και τους συν αυτώ απ τη μιά, και τον κ. Προβόπουλο απ την άλλη. Αν σ αυτούς προσθέσουμε τους δημοσιογράφους, που βέβαια απ αυτούς πήραν τις πληροφορίες τους αλλά για μας είναι άλλη πηγή, το σύνολο πηγών είναι τρείς. Με δεδομένο ότι ο κ. Παπανδρέου, αλλά και η κ. Κατσέλη και ο κ. Παπακωνσταντίνου δεν έχουν μιλήσει για την συνάντηση αυτή απ όσο ξέρω, μας μένουν οι άλλες δυο, ο κ.Προβόπουλος και τα ΜΜΕ. Θ’ αρχίσω απ τα ΜΜΕ.

Σύμφωνα με τον κ. Γιάννη Αγγέλη του Αθήνα 984 την Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου, δηλαδή μια μέρα μετά την συνάντηση, ο κ. Προβόπουλος είχε δηλώσει στους συνομιλητές του ότι το έλλειμμα θα έκλεινε πάνω από το 7-8%, συμφωνώντας με τα όσα εκ των υστέρων βέβαια γράφει το Βήμα.

Πηγή: http://www.athina984.gr/node/64795

Μπορούμε βέβαια να θεωρήσουμε ότι πηγή του κ. Αγγελή ήταν κάποιος εκ των Παπανδρέου, Παπακωνσταντίνου και Κατσέλη. Μπορούμε επομένως να πούμε ότι από τότε το ΠΑΣΟΚ, αντιλαμβανόμενο ότι χαλούσε η προεκλογική του εκστρατεία μια και θα αναγκαζόταν να πάρει σκληρά μέτρα, ξεκίνησε από τότε τα ψέμματα προετοιμαζόμενο για την κυβερνητική του θητεία. Αλλά σ αυτή την περίπτωση προκύπτουν νέοι συλλογισμοί ακόμα πιο ενδιαφέροντες.

Κατά τι θα ωφελείτο ο κ. Παπανδρέου να συμφωνήσει κι αυτός με την τακτική του Καραμανλή και να σιωπήσει για τα πραγματικά δεδομένα της οικονομίας; Ο μεν Καραμανλής είχε σαφέστατο προσωπικό και κομματικό όφελος απ αυτό, είναι περίπου βέβαιο ότι ανακοίνωση των πραγματικών μεγεθών θα εξαφάνιζαν τις ήδη μικρές πιθανότητές του να κερδίσει τις εκλογές. Ο Παπανδρέου όμως; Σε τι θα τον συνέφερε αυτή η συνενοχή αφού επιπλέον ωφελούσε τον αντίπαλό του;

Μια μόνο ενδεχόμενη απάντηση μπορώ να βρω σ αυτό το ερώτημα. Αν αυτά τα δεδομένα έβγαιναν στα φόρα απ τις 9 Σεπτεμβρίου, οι κακές εκτιμήσεις για την ελληνική οικονομία θα σερνόντουσαν διεθνώς για ένα ακόμη μήνα, και μάλιστα προεκλογικό, όπου με δεδομένη την άρνηση της κυβέρνησης να εφαρμόσει οποιοδήποτε μέτρο οι συνθήκες του αναγκαίου δανεισμού θα επιδεινωνόντουσαν τόσο ώστε θα έστελναν την ελληνική οικονομία στα τάρταρα, απ τα οποία μια ανάσα βρισκόμαστε έτσι κι αλλιώς.

Μου πέρασε βέβαια απ το μυαλό και μια δεύτερη εκδοχή, την οποία όμως απέρριψα γρήγορα : Να δήλωσε ο κ. Προβόπουλος στους παριστάμενους ότι η συζήτηση ήταν off the record κι ότι αν κοινοποιούσαν τα λεχθέντα θα τους διέψευδε δημοσίως. Σ αυτή την περίπτωση όμως μετά τις εκλογές ο κ. Προβόπουλος θα ήταν εντελώς έκθετος. Κι εξάλλου ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας δεν μπορεί, ούτε χρειάζεται να απειλεί τον μέλλοντα πρωθυπουργό. Έχει κι άλλους τρόπους, όπως θα δείτε πιο κάτω.

Δεν εξετάσαμε ακόμη το άλλο σκέλος της υπόθεσης, την πιθανότητα να λέει αλήθεια ο κ. Αγγελής. Τότε όμως ο κ. Προβόπουλος ψεύδεται όταν μετεκλογικά δηλώνει ότι τους μίλησε για έλλειμμα γύρω στο 12%. Αλλά μίλησε όντως για έλλειμμα της τάξης του 12% ή όχι; Τι ακριβώς είπε ο κ. Διοικητής; Ας δούμε λίγο πιο προσεκτικά αυτά που δήλωσε στην συνέντευξη στην Καθημερινή αλλά και στην κατάθεσή του στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής που στην αρχή τα πήραμε λίγο αψήφιστα.

Αντιγράφω απ το free city στην online έκδοσή του.

Ένα βράδυ πριν προκηρυχθούν οι εθνικές εκλογές είχε ενημερώσει τον Πρωθυπουργό για το έλλειμμα ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος κ. Προβόπουλος, όπως αποκάλυψε χθες το βράδυ στη Βουλή, ενώ για το ίδιο θέμα ενημέρωσε στη συνέχεια και τον κ. Παπανδρέου. «Οφείλω να πω ότι είχα ενημερώσει τον πρώην Πρωθυπουργό πως το έλλειμμα, με τα δεδομένα εκείνης της περιόδου που ήξερα- το 8%-, έβαινε προς διψήφιο ποσοστό», παραδέχθηκε ο κ. Προβόπουλος. «Τον ίδιο προβληματισμό μετέφερα και στον κ. Γ. Παπανδρέου, ο οποίος συνοδευόταν από τον κ. Γ. Παπακωνσταντίνου και την κ. Λούκα Κατσέλη, σημερινή υπουργό Οικονομίας. Μπορούσε όμως κανείς να δει με μια μηχανιστική απλοϊκή ότι αν δεν πάρεις πολύ γενναία μέτρα, θα σου φύγει το πράγμα και θα πας στο 12% και παραπάνω».

Πηγή: http://www.freecity.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=1735:2009-11-25-06-56-36&catid=1:2009-07-02-05-32-13&Itemid=7


Προσέξτε την λεπτεπίλεπτη διατύπωση του κ. Διοικητού. Ενώ εξομοιώνει την ενημέρωση που έκανε στους κκ. Καραμανλή και Παπανδρέου, στην πραγματικότητα λέει εντελώς διαφορετικά πράγματα γι αυτούς. Για μεν τον κ, Καραμανλή δηλώνει ότι του είχε πει για ένα 8% που έβαινε προς διψήφιο. Κρατάω ότι το διψήφιο μπορεί να έχει σοβαρή διαφορά απ το 12.7% όπου καταλήξαμε, αλλά πάω παρακάτω γιατί υπάρχει κάτι πιο ενδιαφέρον στα λόγια του.

Για τον κ. Παπανδρέου ο κ. Διοικητής δεν μιλάει για νούμερα. Του μετέφερε όπως λέει τον προβληματισμό του. Και τα νούμερα, τα διψήφια νούμερα; Ε, αυτά θα μπορούσε ο κ. Παπανδρέου και οι συν αυτώ να τα συμπεράνει με μηχανιστική απλοϊκή λογική. Και προσέξτε το εναντιωματικό «όμως» στην διατύπωσή του. Κι επειδή όταν ήμουν μικρός μ άρεσε κι εμένα να παίζω με τις λέξεις και είχα μάθει να παίζω πολύ καλά, ειδικά όταν είχα βρώμικη τη φωλιά μου, θα διαβάσω τα υπό του κ. Διοικητή λεχθέντα ανάποδα.

Ο κ. Παπανδρέου θα μπορούσε μόνο να συμπεράνει τα νούμερα. Και βέβαια θα μπορούσε να συμπεράνει και το διψήφιο ποσοστό, αλλά αυτό θα γινόταν με μηχανιστικό και απλοϊκό τρόπο, κι επομένως το συμπέρασμά του θα ήταν έκθετο σε οποιοδήποτε έλεγχο. Σωστά;

Η πλακούλα όμως συνεχίζεται παρακάτω. Ο κ. Διοικητής απευθύνεται στην Βουλή κι εγώ αντιγράφω απ το in:

«Όπως γνωρίζετε, η ΤτΕ παρακολουθεί και δημοσιεύει κάθε μήνα το ταμειακό έλλειμμα της κεντρικής κυβέρνησης. Τα στοιχεία αυτά έδειχναν ότι το έλλειμμα ήταν όλους τους μήνες φέτος περίπου διπλάσιο από το αντίστοιχο περσινό. Για παράδειγμα, πριν από τις εκλογές δημοσιεύσαμε, (συγκεκριμένα στις 18 Σεπτεμβρίου) το ταμειακό έλλειμμα του 8μήνου, που έφθανε στο 8% του ΑΕΠ. Με βάση τα στοιχεία αυτά, μπορούσε να γίνει εκτίμηση ότι το δωδεκάμηνο θα έκλεινε με διψήφιο ποσοστό, αν δεν λαμβάνονταν στο υπόλοιπο του έτους γενναία διορθωτικά μέτρα».

Πηγή: http://www.in.gr/news/article.asp?lngEntityID=1078345&lngDtrID=251

Το κείμενο φαίνεται αθώο. Αθώο, αν δεν προσέξει κανείς το επίθετο ταμειακό πριν την λέξη έλλειμμα. Τι πρόβλημα έχει η λέξη ταμειακό; Ας μας τα πει ο ίδιος ο κ. Διοικητής, όπως τα είπε στην επιτροπή παρουσιάζοντας την έκθεσή του.. Αντιγράφω απ το Έθνος online:

«Η Ενδιάμεση Έκθεση που σας παρουσιάζω σήμερα δεν περιλαμβάνει αριθμητικές προβλέψεις για το δημοσιονομικό έλλειμμα, αναφέρει όμως τα ταμειακά στοιχεία του εννεαμήνου δηλαδή το ποσοστό 9,9% του ΑΕΠ … ».

Πηγή: http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11379&subid=2&pubid=8544815

Ο κ. Προβόπουλος παίζει ακόμη και στην έκθεσή του προς την βουλή με την διαφορά μεταξύ ταμειακών και εθνικολογιστικών στοιχείων. Λιγάκι χονδρικά, η διαφορά είναι ότι στα εθνικολογιστικά στοιχεία μπορεί να βρίσκονται ποσά που δεν υπάρχουν στο ταμείο, όπως ας πούμε έσοδα από ΦΠΑ του τελευταίου τριμήνου κάθε χρόνου, που εγγράφονται μεν στο έτος αυτό λογιστικά, μπαίνουν όμως πραγματικά στο ταμείο το πρώτο τρίμηνο του επόμενου. Επομένως στο τέλος του χρόνου υπάρχουν θεμιτά έσοδα που δεν βρίσκονται στο ταμείο κι αυτά συνήθως είναι 2-3 εκατοστιαίες μονάδες. Δηλαδή ο κ. Προβόπουλος μπορεί να τους μίλησε προεκλογικά για ταμειακό έλλειμμα διψήφιο, αυτό όμως σημαίνει δημοσιονομικό έλλειμμα στο 7% έως 8%.

Στέκει η υπόθεσή μας; Μα δεν μπορεί να στέκει καμμιά άλλη. Το θέμα είναι εξαιρετικά απλό. Δείτε γιατί.

Ο κ. Προβόπουλος συναντήθηκε ξανά με την ομάδα Παπανδρέου, Παπακωνσταντίνου και Κατσέλη 4 μόλις μέρες μετά τις εκλογές, πριν η κυβέρνηση κάνει τις προγραμματικές της δηλώσεις, στις 8 Οκτωβρίου. Κατά την έξοδό του απ το μέγαρο Μαξίμου έκανε δηλώσεις προς τους δημοσιογράφους και τις κάμερες, εις επήκοον όλων των Ελλήνων. Αντιγράφω από το nooz.gr:

"Εγώ αισιοδοξώ ότι το έλλειμμα δεν θα ξεπεράσει το 10%", δήλωσε ο κ. Προβόπουλος κατά την έξοδο του από το Μέγαρο Μαξίμου …

Πηγή : http://www.nooz.gr/page.ashx?pid=9&aid=344053&cid=15

Εξάλλου το ίδιο δήλωσε και στην σύνοδο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Κωνσταντινούπολη δυο μέρες πριν. Και εκεί είχε πει ότι το έλλειμμα θα κινηθεί γύρω στο 10%. Και αυτό το βρίσκω στην Αυγή αυτή τη φορά, το όργανο του ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος χρησιμοποιεί τον Προβόπουλο για να αντιπολιτευθεί τον Παπανδρέου. Έτσι, για να μη σκεφτείτε ότι παίρνω τα δεδομένα μου απ όπου με βολεύει.

Πηγή : http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=496561

Και βέβαια τα της δηλώσεως του κ. Προβόπουλου έξω απ το Μαξίμου μπορείτε να τα βρείτε και στην Αυγή της ίδιας μέρας. Αρκεί να αλλάξετε την ταυτότητα του άρθρου στο τελευταίο link και να το κάνετε 496683.

Και τώρα η χαμογελαστή ερώτηση: Θα ήταν δυνατόν ο κ. Προβόπουλος να λέει ειλικρινώς στις 8 Σεπτεμβρίου στον κ. Παπανδρέου ότι το έλλειμμα, εννοώ το δημοσιονομικό, θα πάει στο 12%, και ένα μήνα αργότερα βγαίνοντας απ το Μαξίμουνα αισιοδοξεί ότι δεν θα περάσει το 10%; Δηλαδή σε προεκλογική περίοδο μαζεύτηκαν τα οικονομικά; Μα αν είναι έτσι, και για παγκόσμια πρώτη άξια εγγραφής στο βιβλίο Guinness πρόκειται, και πρέπει να κάνουμε εκλογές δυο τρείς φορές το χρόνο μπας και συνέλθει η οικονομία μας.

Κι αν δεν με πιστεύετε, να και άλλη δήλωση του κ. Προβόπουλου όταν ερωτάται ευθέως πια για το αν είχε ενημερώσει τον κ. Παπανδρέου για δημοσιονομικά ελλείμματα της τάξεως του 12%. Αντιγράφω πάλι απ το Βήμα απ το ίδιο link με πριν :

«Όπως διευκρινίζει ο ίδιος, δεν ανέφερε ποτέ το 12,7% που ανακοινώθηκε αμέσως μετά τις εκλογές σε συνεννόηση με τον κ. Παπακωνσταντίνου. Και εξηγεί ότι δεν μπορούσε να πει κάτι τέτοιο επειδή στηριζόταν σε ταμειακά στοιχεία και όχι σε εθνικολογιστικά τα οποία παρακολουθεί και γνωρίζει η εκάστοτε κυβέρνηση»

Πηγή: : http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=32&artid=302000&dt=29/11/2009

Συμπέρασμα πέμπτον: Ο κ. Προβόπουλος παίζει με διατυπώσεις και αριθμούς. Στον κ. Παπανδρέου προεκλογικά μιλάει για ταμειακό έλλειμμα διψήφιο, και βέβαια χωρίς καμμία ακρίβεια. Ο κ. Παπανδρέου μπορεί μόνον να υποθέσει με βάση τα δεδομένα ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα θα πρέπει να είναι γύρω στο 7%-8% με βάση τα όσα του λέει ο κ. Διοικητής.

Νομίζω πως τα στοιχεία είναι αρκετά για να μας επιτρέψουν μια αναπαράσταση του εγκλήματος καθώς και την κατανομή της ενοχής.

Καθ’ όλη την διάρκεια της διακυβέρνησης Καραμανλή δεν χρειαζόταν να είναι κανείς ιδιαίτερα ευφυής για να καταλάβει ότι τα οικονομικά μας δεν πήγαιναν καθόλου καλά. Ο τελευταίος προϋπολογισμός της μιλάει για έλλειμμα 3.7%. Βεβαίως η πραγματικότητα διαφωνεί με τις προβλέψεις του κ. Παπαθανασίου και ο κ. Προβόπουλος το αντιλαμβάνεται πριν τον Αύγουστο. Δυστυχώς δεν ενημερώνει κανένα εκτός της κυβέρνησης και στέλνει μόνο ανεπίσημες εκθέσεις προς το Υπουργείο Οικονομικών μιλώντας για δημοσιονομικό έλλειμμα της τάξης του 8%. Προσέξτε, δημοσιονομικό. Και βέβαια δεν κάνει και τίποτε εκτός απ αυτό, παρόλο που είμαστε σε χοντρό κατήφορο, έτσι;

Αρχίζει λοιπόν το πανηγύρι του ενδοκομματικού πολέμου χαρακωμάτων που διαρκεί περίπου ένα μήνα, κατά τον οποίο ενδεχομένως ο κ. Παπαθανασίου περιμένει να κινηθεί η αγορά επειδή έδωσε κίνητρα στους αντιπροσώπους αυτοκινήτων και κλιματιστικών, μπας και του προκύψει κάνα έσοδο από φόρους νάχει να πορεύεται. Έμπορος είναι ο άνθρωπος, σου λέει αν κινηθεί το εμπόριο βολευτήκαμε. Και μαζί του περιμένει και ο κ. Καραμανλής που τον εμπιστεύεται. Τώρα το γιατί τον εμπιστεύεται είναι εντελώς άλλο θέμα, μάλλον αρμοδιότητας ψυχολόγου, μη με ρωτάτε.

Εν πάση περιπτώσει, στις 2 Σεπτεμβρίου τα πράγματα έχουν φυσικά εξελιχθεί πολύ άσχημα και ο κ. Καραμανλής προσκαλεί στο Μαξίμου τον κ. Προβόπουλο. Ο κ. Διοικητής του λέει τα κακά μαντάτα και ο Καραμανλής προκηρύσσει εκλογές αυθημερόν. Φυσικά ζητάει απ τον κ. Προβόπουλο να μη πει κιχ παραέξω. Κι ο Προβόπουλος, απολύτως υπάκουος, δεν λέει τίποτε.

Μετά από 6 μέρες ο κ. Προβόπουλος συναντάται με τον κ. Παπανδρέου. Του λέει ότι τα ταμειακά ελλείμματα τώρα είναι στο 7%-8% κι ότι ενδεχομένως έως το τέλος του χρόνου θα πάνε σε διψήφιο νούμερο. Ο κ. Παπανδρέου με βάση αυτά τα δεδομένα πρέπει να δεχθεί δημοσιονομικό έλλειμμα στο τέλος του χρόνου γύρω στο 8%. Φυσικά ο κ. Παπανδρέου ξέρει πολύ καλά την γλώσσα που χρησιμοποιεί ο κ, Διοικητής και προετοιμάζεται για χειρότερα. Γι αυτό ρωτάει τον κ Καραμανλή στο debate με σημασία αν όντως τα νούμερα είναι αυτά που λέει ή πολύ χειρότερα. Αλλά έτσι κι αλλιώς δεν μπορεί να κάνει τίποτε, για τρείς λόγους.

Ο πρώτος είναι ότι δεν έχει τρόπο να ξέρει, ούτε καν να υποθέτει το τραγικό 12.7%. Και βέβαια ακόμη κι αν το υπέθετε, η ουσία της πολιτικής του δεν μπορεί να αλλάξει. Την έχει κτίσει εδώ και πολύ καιρό, όπως οι αναγνώστες αυτού του blog γνωρίζουν καλά, κι έτσι κι αλλιώς θεωρεί ότι είναι η μόνη που μπορεί να δώσει αποτελέσματα, όσο κακές και να ‘ναι οι συνθήκες. Μόνο η ταχύτητα των ενεργειών του μπορεί να αλλάξει και οι λεπτομέρειες των αριθμών. Γι αυτό και αποφεύγει να δώσει νούμερα στους δημοσιογράφους που τον ρωτάν επιμόνως πόσο φόρο θα πληρώσει όποιος έχει εισόδημα 30.000 € δίνοντας πλεονέκτημα στον κ. Καραμανλή.

Ο δεύτερος είναι ακόμα πιο σοβαρός. Αν βγει και μιλήσει για το ενδεχόμενο διψήφιου δημοσιονομικού ελλείμματος απ την ενημέρωσή του, ο κ. Προβόπουλος θα τα αρνηθεί λέγοντας ότι ο τρόπος που προέκυψε το συμπέρασμα είναι μηχανιστικός και απλοϊκός. Και βέβαια μαζί του θα συμφωνήσει ο Καραμανλής και όλοι οι υπόλοιποι αρχηγοί, κατηγορώντας τον για κινδυνολογία και προετοιμασία σκληρής λιτότητας μετά τις εκλογές, τις οποίες έτσι κινδυνεύει να χάσει.

Ο τρίτος όμως λόγος είναι εμπόδιο αδύνατο να υπερπηδηθεί. Τον είδαμε ήδη. Η εικόνα της χώρας στις αγορές θα τραυματιστεί ανεπανόρθωτα, γιατί θα μεσολαβεί ένας προεκλογικός μήνας, δηλαδή ένας μήνας οργίου σπατάλης μέχρι την στιγμή που θα υπάρχει η δυνατότητα να ληφθεί οποιοδήποτε μέτρο. Και επομένως, ακόμη κι αν εκλεγεί τα πράγματα θα είναι περίπου μη ανατάξιμα.

Στο μεταξύ οι υπόλοιποι παίζουν τα μικροπολιτικά παιχνίδια τους εκ του ασφαλούς. Ο κ. Καραμανλής τον κατηγορεί για έλλειψη σχεδίου και αναξιοπιστία επειδή δεν δίνει αριθμούς. Οι ηγέτες της παραδοσιακής αριστεράς αποφεύγουν να δουν καν τον κ. Προβόπουλο και θεωρούν ότι έτσι έχουν το ελεύθερο να λένε ότι θέλουν. Κατηγορούν λοιπόν τον κ. Παπανδρέου ότι ακολουθεί δεξιά πολιτική επειδή δεν υπόσχεται αρκετές αυξήσεις απ το οδωδός και τυμπανιαίον πτώμα της ελληνικής οικονομίας. Κι ο κ. Καρατζαφέρης βαράει όπου νάναι.

Και βέβαια όλα αυτά που είπαμε είναι πολύ δύσκολο να περιγραφούν σε τηλεοπτικό χρόνο. Γι αυτό ακόμα και σήμερα το ΠΑΣΟΚ αποφεύγει να απαντήσει στα παιχνιδάκια του κ. Προβόπουλου. Γι αυτό ο κ. Χατζηνικολάου, ως μη ώφειλε, κατηγορεί σήμερα τον κ. Παπανδρέου για αποκλίσεις απ τις παραδείσιες προεκλογικές εξαγγελίες του. Εξάλλου το δημοσιογραφικό παιχνίδι είναι πολύ εύκολο, κανείς δεν τον ρωτάει καν ποιές ήταν αυτές οι υποσχέσεις παραδείσου στα όσα προεκλογικά έλεγε ο κ. Παπανδρέου και τι δεν τηρεί απ όσα υποσχέθηκε. Ευτυχώς υπάρχει και το Internet.

Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2009

Οι ισορροπίες Nash και η Ελλάδα του 2010


Αν θυμάστε, πριν 8 χρόνια παίχτηκε στους κινηματογράφους η ταινία “Ένας Υπέροχος Άνθρωπος”, αγγλιστί «Α Beautiful Mind», όπου πρωταγωνιστούσε ο Russell Crowe. Η ταινία αναφερόταν σ ένα ιδιοφυή αλλά παρανοϊκό μαθηματικό, τον John Nash, που ζούσε στην ψευδαίσθηση μιας συνωμοσίας εναντίον της Αμερικής την οποία κάποιος ανύπαρκτος πράκτορας του FBI (ο Ed Harris στην ταινία) του είχε αναθέσει να ανιχνεύσει ψάχνοντας να βρει κωδικοποιημένα μηνύματα σε εφημερίδες και περιοδικά. Παρά την παράνοιά του, για την οποία ζήτησε την βοήθεια ψυχίατρου (του Christopher Plummer στην ταινία), και με την μέχρις αυτοθυσίας αρωγή της γυναίκας του ο Nash κατάφερε να κάνει μια εκπληκτική μαθηματική δουλειά σε διάφορους τομείς και κυρίως στην θεωρία παιγνίων. Εκεί ανακάλυψε αυτό που σήμερα ονομάζουμε ισορροπίες Nash, κεντρικότατο πια θέμα των οικονομικών, πολιτικών και κοινωνιολογικών επιστημών.

Για την δουλειά του αυτή ο Nash εστέφθη με το Nobel Οικονομίας. Αντιστοίχως η ταινία πήρε Oscar καλύτερης ταινίας. Δεν προσπαθώ να μαζέψω τίποτε περισσευούμενες δάφνες απ αυτές που φαίνεται ότι έλκει το θέμα, αλλά οι ισορροπίες Nash είναι το βασικό πρόβλημα της πολιτικής μας ζωής και γι αυτό θα ήθελα να σας πω, όσο απλούστερα μπορώ και χωρίς κανένα μαθηματικό τύπο, μερικά πράγματα που νομίζω ότι είναι σημαντικά.


-----------------------------------------------


Σας παίρνει τηλέφωνο ένας φίλος σας, ο Αλέκος, όχι ο πιο αγαπητός σε σας αλλά πάντως συμπαθής, και σας προσκαλεί για το ρεβεγιόν της παραμονής της Πρωτοχρονιάς. Εσείς ευγενέστατα τον ευχαριστείτε αλλά του ζητάτε μια μικρή προθεσμία για να απαντήσετε. Η δικαιολογία σας είναι ότι εκκρεμεί μια παλιά πρόσκληση ενός συγγενικού σας προσώπου που όμως λόγω κάποιας ασθένειας ενός άλλου συγγενούς είναι πολύ πιθανόν να μην ισχύσει, οπότε θα είναι χαρά σας να πάτε στο ρεβεγιόν του. Στην διάρκεια της κουβέντας δείχνετε ενδιαφέρον για το ρεβεγιόν, τον ρωτάτε ποιοί άλλοι θα έρθουν και σας λέει ότι έχει προσκαλέσει πολύ κόσμο, αλλά ότι μόνον κάνα δυο, επίσης όχι απ τους αγαπητότερους γνωστούς σας, έχουν απαντήσει θετικά μέχρι τώρα διότι οι υπόλοιποι ζήτησαν επίσης προθεσμία, ακριβώς σαν και σας. Ευτυχώς δεν σας λέει ότι η δικαιολογία τους ήταν ίδια με την δική σας, αλλά σας παρακαλεί να του απαντήσετε μέχρι αύριο για να προλάβει να προετοιμαστεί.

Όταν κλείνετε το τηλέφωνο το σκέπτεστε αναλυτικότερα. Τι καλά που θάτανε αν δεν προλάβαινε να σας καλέσει ο Αλέκος αλλά ο Ανδρέας, που σας είναι αρκετά προσφιλέστερος και που προ μηνός είχε πει ότι μπορεί να οργάνωνε κι αυτός κάτι την παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Σκέπτεστε ότι θα μπορούσε να είναι πολύ ωραία στου Αλέκου αν πάνε εκεί όλοι οι καλοί σας φίλοι. Απ την άλλη μεριά θα ήταν ηλίθιο να πείτε ναι στον Αλέκο και να καταλήξετε πρωτοχρονιάτικο με τις θείες του και την αδελφή του αν οι υπόλοιποι φίλοι δεν πάνε, αφού όλοι σαν και σας θα σκεφτούν και κάποιοι απ αυτούς ίσως έχουν ήδη άλλες προσκλήσεις καλύτερες.

Τελικά αποφασίζετε ότι μάλλον δεν θα πάνε οι υπόλοιποι στου Αλέκου. Τον παίρνετε τηλέφωνο την επομένη και αρνείστε, πάλι ευγενικά. Οι μέρες περνάν και δεν σας καλεί κανείς. Καταλήγετε να περάσετε την παραμονή οικογενειακά, στο σπίτι του αδελφού σας όπου έρχεται και ο Ανδρέας που κι αυτός ξέμεινε. Καλούτσικα, αλλά δεν ήταν ρεβεγιόν βέβαια. Ευτυχώς την άλλη μέρα μαθαίνετε ότι στου Αλέκου πήγαν μόνο κάτι σαχλοί τύποι και ανακουφίζεστε. Προφανώς όλοι οι υπόλοιποι σκέφτηκαν ακριβώς όπως εσείς. Δίκιο λοιπόν είχατε. Καλύτερα με τον αδελφό σας και τον Ανδρέα παρά με τις θείες και τους ξενέρωτους. Καλά σκεφτήκατε κι αυτό σας επιτρέπει ένα χαμόγελο, παρά το μέτριο και κάτω ρεβεγιόν.

Τώρα υποθέτω ότι σκέπτεστε τι σχέση έχουν αυτά με την οικονομία και την πολιτική. Σας έχω έκπληξη. Όπως ακριβώς ο αρχοντοχωριάτης του Μολιέρου έκανε πρόζα όλη του τη ζωή χωρίς να το ξέρει, έτσι και σεις μόλις παίξατε ένα παιχνίδι με πολλούς παίκτες που κατέληξε σε μια ισορροπία Nash, πράγμα που κάνετε συχνότατα στην καθημερινή σας ζωή. Τόσο συχνά που μου επιτρέπει να επιμείνω σ αυτό που είπα στην αρχή, ότι είναι το βασικό πρόβλημα της πολιτικής μας ζωής. Θα προχωρήσω λοιπόν σε εξηγήσεις.

Σύμφωνα με την θεωρία παιγνίων, παιχνίδι είναι μια κατάσταση κατά την οποία, υπάρχει αλληλεπίδραση μεταξύ δυο ή περισσότερων παικτών για τους οποίους προκύπτει μια σειρά αποτελεσμάτων. Οι κινήσεις που κάνουν οι παίκτες, που επιλέγονται από μια λίστα δυνατών επιλογών, ονομάζονται στρατηγικές. Το αποτέλεσμα είναι διαφορετικό για κάθε παίκτη και ονομάζεται κέρδος (pay off). Όπως βλέπετε τα παίγνια ορίζονται με τρόπο αρκετά γενικό ώστε να μπορούν να συμπεριλαμβάνουν ένα τεράστιο φάσμα ανθρώπινων – και όχι μόνον – δραστηριοτήτων, απ την πολιτική και την οικονομία μέχρι το φλερτ και την μόδα.

Πηδώντας ένα μεγάλο μέρος από ουσιωδέστατα θεωρητικά θέματα θα πάω απ ευθείας σ αυτό που μας απασχολεί, τις ισορροπίες Nash. Φανταστείτε λοιπόν μια σειρά ανθρώπους που παίζουν όλοι μαζί ένα παιχνίδι.. Επειδή βέβαια κάποιες φορές παίζουμε παιχνίδια όπου δεν μπορούμε να κερδίσουμε με δεδομένη την αρχική μας κατάσταση, σημαντικό απ την άποψη που θέλουμε εδώ να δούμε τα πράγματα δεν είναι το αν κερδίσαμε ή όχι, αλλά το αν παίξαμε καλά, δηλαδή το αν κερδίσαμε όσο περισσότερα μπορούσαμε με δεδομένο βέβαια το πώς έπαιξαν οι υπόλοιποι.

Υποθέστε τώρα ότι στο παιχνίδι μας το αποτέλεσμα είναι τέτοιο ώστε οποιοσδήποτε παίκτης έπαιζε αλλιώς, με δεδομένο –επαναλαμβάνω- το πώς έπαιξαν οι υπόλοιποι, θα είχε χειρότερο αποτέλεσμα. Τότε η κατάσταση που προκύπτει είναι μια ισορροπία Nash.

Θυμηθείτε την πρόσκλησή σας. Με δεδομένο ότι όντως κανείς σοβαρός φίλος σας δεν πήγε, αν εσείς πηγαίνατε θα περνούσατε χειρότερα απ ότι περάσατε. Αναμφίβολα οι υπόλοιποι φίλοι σας που δεν πήγαν, και σκέφτηκαν σαν και σας, και είχαν αποτέλεσμα σαν το δικό σας, και αντιμετώπισαν το αποτέλεσμα σαν κι εσάς, και είναι κι αυτοί ευχαριστημένοι που δεν πήγαν. Προσέξετε το πρώτο παράδοξο. Όλοι πέρασαν από μέτρια έως άσχημα, αλλά κανείς δεν θάθελε να αλλάξει στρατηγική αφού αλλιώς θα περνούσε ακόμη χειρότερα.

Ένα δεύτερο σημαντικό χαρακτηριστικό είναι ότι ο λόγος που σκεφτήκατε για να μην πάτε είναι ότι οι άλλοι δεν θα πήγαιναν. Αλλά το γεγονός ότι δεν θα πηγαίνατε με τη σειρά του έκανε τους άλλους να μη πάνε. Με κάποια έννοια για την οποία δεν θα λεπτολογήσω εδώ, η πρόβλεψή σας ήταν μια αυτοεπιβεβαιούμενη προφητεία. Το ίδιο το γεγονός ότι έτσι προφητεύσατε έκανε ή βοήθησε την προφητεία να εκπληρωθεί.

Πάμε για το τρίτο χαρακτηριστικό, το πιο αστείο. Αν προβλέπατε ότι οι φίλοι σας θα πάνε στο ρεβεγιόν τότε θα πηγαίνατε. Κι αν οι φίλοι σας προέβλεπαν το ίδιο, θα πήγαιναν όλοι και όλοι θα περνούσατε πολύ καλά. Με όρους θεωρίας παιγνίων υπάρχει και δεύτερη ισορροπία Nash στο παίγνιο του ρεβεγιόν. Υπάρχει δηλαδή μια δεύτερη επιλογή την οποία επίσης κανείς δεν θάθελε να αλλάξει αν την είχαν επιλέξει στην αρχή, αυτήν όμως τη φορά είναι και καλή από μόνη της.

Σημείο τέταρτο. Ας υποθέσουμε ότι το παίγνιο επαναλαμβάνεται, δηλαδή ότι κάθε τρείς και λιγάκι ο καημένος ο Αλέκος σας προσκαλεί όλους. Αν την πρώτη φορά πηγαίνατε αρκετοί, τότε θα περνούσατε καλά, κι επομένως την επόμενη φορά θα προβλέπατε ότι πάλι θα παν αρκετοί και θα ξαναπηγαίνατε. Επιπλέον θα πήγαιναν και κάποιοι που έχοντας προβλέψει την πρώτη φορά ότι δεν θα πάει κόσμος, θα έβλεπαν ότι έκαναν λάθος και την δεύτερη φορά θα πήγαιναν. Και την τρίτη φορά θα πήγαιναν ακόμη περισσότεροι και στο τέλος θα πήγαιναν όλοι κι όλοι θα περνούσαν θαυμάσια. Αν αντίθετα την πρώτη φορά δεν παν αρκετοί, την δεύτερη φορά για τους αντίστοιχους λόγους θα παν λιγότεροι, την τρίτη ακόμη λιγότεροι και στο τέλος θα άφηναν τον Αλέκο με τις θείες του, μένοντας οι ίδιοι σπίτια τους, εκτός ίσως απ τους ξενέρωτους που δεν είχαν άλλη επιλογή. Αν δηλαδή υπάρχουν όχι μια αλλά περισσότερες ισορροπίες Nash, τότε σε επαναλήψεις του παιχνιδιού η κατάληξη εξαρτάται από το πώς έγινε η αρχή.

Πέμπτο και τελευταίο, για να μη σας ταλαιπωρώ με το παράδειγμα. Θα μπορούσατε να κάνετε κάτι για να περάσετε καλύτερα στο ρεβεγιόν σας; Η απάντηση είναι φυσικά ναι. Θα μπορούσατε να πάρετε τηλέφωνο τους υπόλοιπους φίλους σας, να συζητήσετε μαζί τους και να δείτε όλοι μαζί ότι όλους σας συμφέρει να πάτε όλοι στο ρεβεγιόν. Θα μπορούσατε δηλαδή να αποφύγετε μια απομονωτική, ατομικιστική στάση και να συντονιστείτε με τους φίλους σας στην καλή ισορροπία Nash.

Αρκετά με το ρεβεγιόν. Τώρα θα ήθελα να σας πείσω για το πόσο συχνά μας συμβαίνει να βρισκόμαστε σε αντίστοιχες καταστάσεις, δηλαδή σε ισορροπία Nash. Θα προχωρήσω λοιπόν σε μερικά άλλα παραδείγματα που σχετίζονται με την κοινωνική, οικονομική και πολιτική μας ζωή αρχίζοντας απ τα εύκολα.

Βρίσκεστε σ ένα σταυροδρόμι. Ο δρόμος γύρω σας είναι πηγμένος. Είστε ο πρώτος στο φανάρι, που είναι πορτοκαλί. Απέναντί σας το στενό είναι γεμάτο, τα αυτοκίνητα που ακολουθούν την ίδια πορεία με σας έχουν ξεχειλίσει το στενό και βγαίνουν και μια ιδέα στον κάθετο δρόμο. Μπορείτε και πρέπει να περιμένετε σταματημένος εκεί, αλλά μπορείτε και να προχωρήσετε στην διασταύρωση παρόλο που φυσικά δεν είναι ιδιαίτερα νόμιμο και είναι πολύ επιβαρυντικό για όσους κυκλοφορούν κάθετα με σας αφού δεν θα μπορούν να περάσουν. Αν σταματήσετε όμως θα προλάβουν να την χωθούν στο στενό κάποιοι πονηροί απ τον κάθετο δρόμο που θα στρίβουν εκεί και θα πήξουν το στενό, με αποτέλεσμα να καθυστερήσετε και στην επόμενη διασταύρωση. Με δεδομένο ότι κανείς ποτέ δεν πήρε κλήση για τέτοια οδηγική συμπεριφορά είναι λογικότατο να προχωρήσετε και να τους κλείσετε, κι αυτό κάνετε. Επειδή βέβαια και οι άλλοι σκέπτονται έτσι, παρόλο που κάτι θα κερδίσετε σ αυτό το φανάρι, στο επόμενο θα βρείτε μπροστά σας ένα αμάξι απ τον κάθετο δρόμο που θα εμποδίζει εσάς, το οποίο όμως θα βρει σε λίγο μπροστά του ένα άλλο αμάξι.

Ελπίζω η ισορροπία Nash να σας είναι προφανής. Όλοι καθυστερούμε. Κανένας όμως από μας δεν είναι λογικό να περιμένει, γιατί με δεδομένη την επιλογή των άλλων οδηγών να είναι αγενείς, η καλύτερη λύση για μας είναι να τους μιμηθούμε . Αν φυσικά αποφασίζαμε όλοι να περιμένουμε στο πορτοκαλί τότε η συνολική ταχύτητα των αυτοκινήτων άρα και του δικού μας θα ήταν πολύ μεγαλύτερη. Το παιχνίδι έχει και δεύτερη ισορροπία Nash, αλλά όποιος αλλάξει τακτική για να πάει προς τα εκεί, αν οι άλλοι δεν αλλάξουν κι αυτοί θα χάσει κι άλλο.

Όλοι ξέρουμε ότι ένα εξαιρετικά μεγάλο ποσοστό των απασχολουμένων στο δημόσιο τεμπελιάζει. Το αποτέλεσμα είναι να έχουμε ένα στρατό ανθρώπων που παίρνουν σχετικά υψηλές αμοιβές και δεν παράγουν τίποτε. Επομένως προσλαμβάνονται κι άλλοι για να κάνουν την δουλειά, που με τη σειρά τους μόλις δουν τι συμβαίνει αντιλαμβάνονται ότι συμφέρει και σ αυτούς να τεμπελιάζουν και ούτω καθεξής. Επομένως προστίθεται συνεχώς ένα έλλειμμα στον δημόσιο τομέα, που βέβαια ο ιδιωτικός μπορεί όλο και λιγότερο να καλύπτει αφού όλο και λιγότεροι εργάζονται εκεί κι αφού οι φόροι που μεγαλώνουν εμποδίζουν τις νέες επενδύσεις, άρα και τα μεγαλύτερα κέρδη. Ο κος Nash χαμογελάει στην γωνία.

Το παράδειγμα αυτό συνδέεται και με άλλα δύο, καθόλου λιγότερο σημαντικά. Το πρώτο είναι το ρουσφέτι. Τι σημαίνει ρουσφέτι; Πολύ απλά, ότι κάποια δημόσια θέση καταλαμβάνεται από ένα ανίκανο να αναδεχθεί τις ευθύνες της, ή ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος να προσληφθεί ακόμη κι ένας ικανός άνθρωπος στο δημόσιο. Η διάζευξη δεν είναι αποκλειστική βέβαια, είναι εγκλειστική, μπορούν να ισχύουν και τα δύο. Στην πρώτη περίπτωση, έχουμε κάποιον που παίρνει ένα μισθό ας πούμε 2000 € αλλά βέβαια δεν μπορεί να παραγάγει έργο αυτής της αξίας, συντρεχουσών και των παραμέτρων της προηγούμενης παραγράφου. Επομένως εξαιτίας του το δημόσιο μπαίνει μέσα, που σημαίνει πως γενικευομένου του ρουσφετιού όλο και λιγότερο θα μπορεί να ασκείται αυτή η «πολιτική» και ότι οι μισθοί που θα μπορούν να παίρνουν στο δημόσιο θα τείνουν να ελαττώνονται.

Είναι σαφές ότι αν την θέση την κατελάμβανε ένας ικανός άνθρωπος, θα μπορούσε να παραγάγει έργο που όχι μόνο να καλύπτει το μισθό του αλλά πολύ περισσότερο, ας πούμε 4000 €. Αυτό θα σήμαινε πλεόνασμα του δημοσίου, που με τη σειρά του θα σήμαινε την δυνατότητα του κράτους να δώσει με τη μορφή προνοιακής πολιτικής τα υπόλοιπα 2000 στον ανίκανο νυν υπάλληλο. Και μάλιστα χωρίς περιορισμό του χρονικού ορίζοντα. Κανείς δεν βλάπτεται, όλοι ωφελούνται. Αλλά βέβαια δεν συμφέρει κανένα πατέρα που μπορεί να βολέψει το καμάρι του με ρουσφετάκι να μη το κάνει. Δύο ισορροπίες Nash, και είμαστε στην κακή.

Και τώρα; Τώρα μπαίνουμε μέσα. Κι επειδή μπαίνουμε μέσα χρειαζόμαστε όλο και μεγαλύτερο δανεισμό, που όλο και αυξάνει την πιθανότητα να μην τα καταφέρουμε να τον αποπληρώσουμε. Και έρχονται οι διάφοροι οίκοι αξιολόγησης και μας κατεβάζουν κατηγορία. Και το spread νέου δανεισμού μεγαλώνει, άρα τα χρέη αυξάνονται και απ αυτό το λόγο, που με τη σειρά του μειώνει κι άλλο την πιστοληπτική μας ικανότητα και την δυνατότητά μας να αποπληρώσουμε τα ήδη δανεισθέντα. Άρα βλάπτει ευθέως τους πελάτες των οίκων αξιολόγησης, που μας έχουν δανείσει στο παρελθόν. Δηλαδή οι Moody’s, Standard & Poors, Fitch και λοιποί εργάζονται εναντίον των συμφερόντων των πελατών τους, άρα και του δικού τους. Παράλογο; Όχι βέβαια, απλή ισορροπία Nash. Αν δεν μας μειώσει κάποιος απ αυτούς τον δείκτη αξιολόγησης, δεν θα γίνει πιστευτός απ τους πελάτες του και άρα θα τους χάσει. Αν βέβαια όλοι μαζί μας κρατούσαν τους δείκτες ψηλά, τότε όλοι, οίκοι, πελάτες κι εμείς θα κουρνιάζαμε στο δεύτερο σημείο ισορροπίας, το καλύτερο. Ο κος Nash κοροϊδεύει και τους Moody’s.

Θα μπορούσα, όπως ήδη καταλαβαίνετε μια χαρά και νομίζω πως χαμογελάτε κιόλας, να συνεχίσω επ’ αόριστον με τα παραδείγματα απ την οικονομία, αλλά προτιμώ να εστιάσω την προσοχή σας και σε άλλα σημεία της πολιτικής, ενδεχομένως ακόμη σημαντικότερα. Και πάμε για λίγο σε θέματα εξωτερικής πολιτικής.

Όλοι οι πολιτικοί όλων των κομμάτων, αλλά και η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, αναγνωρίζουν ότι το Κυπριακό είναι μια φρικτή χαίνουσα πληγή καθώς και ότι η ιστορία του είναι μια ιστορία χαμένων ευκαιριών. Απ την εποχή του σχεδίου Harding μέχρι σήμερα, συχνά μας παρουσιάζονται στο τραπέζι προτάσεις λύσης που απορρίπτουμε ή υπονομεύουμε. Και κάθε νέα πρόταση είναι χειρότερη απ την προηγούμενη. Ο Γ. Παπανδρέου παππούς σχολιάζοντας το σχέδιο Acheson έλεγε ότι του χαρίζουν μία πολυκατοικία και του ζητάνε να τους ενοικιάσει την σοφίτα, συμπληρώνοντας με την αποστροφή «θα είμαι ηλίθιος να μην το αποδεχθώ». Τι φταίει και δεν λύθηκε το θέμα; Μα ο ίδιος ο Γ. Παπανδρέου παππούς το είχε εξηγήσει κατηγορώντας τον Μακάριο ότι «έκανε το ασυγχώρητο λάθος να τοποθετήσει την ελληνική κυβέρνηση σε σημείο που να φαίνεται διαλλακτική και έτοιμη να παζαρέψει, ενώ εκείνος ήταν ο ήρωας που αντιστεκόταν ενάντια στις δυνάμεις της Δύσης». Για να το δούμε λίγο αυτό.

Είναι ηλίου φαεινότερο ότι κάθε σχέδιο λύσης είναι μορφή συμβιβασμού. Σε κάθε συμβιβασμό κάτι παίρνεις και κάτι δίνεις, αυτό δε που πραγματικά μετράει είναι το συνολικό κέρδος. Μετράει λοιπόν μια κυβέρνηση κάποιο σχέδιο και το βρίσκει θετικό. Όμως η αντιπολίτευση μπορεί σε κάθε περίπτωση να εστιάσει την προσοχή του κόσμου σ ένα απ τα σημεία που δίνουμε κάτι, και από κει και πέρα να κατηγορήσει την κυβέρνηση για ενδοτισμό. Κι αν το κάνει ένας, τότε οφείλει να ακολουθήσει και η υπόλοιπη αντιπολίτευση γιατί αλλιώς δεν είναι επαρκώς πατριωτική. Κι επειδή όλοι προβλέπουν ότι κάποιος θα το κάνει, το κάνουν όλοι. Και η κυβέρνηση για να ελαφρύνει την θέση της βρίσκει κάποιο άλλο σημείο προβλήματος και το χρησιμοποιεί σαν πρόσχημα για να αποσυρθεί αξιοπρεπώς. Hello again, mister Nash.

Τι μας έχει στοιχίσει αυτή η στάση; Α, μη μου βάζετε τόσο δύσκολα. Μπορώ μόνο να βοηθήσω λιγάκι προτείνοντας κάποια νούμερα για να φανεί η τάξη μεγέθους του. Το 2007 οι αμυντικές μας δαπάνες ήταν περίπου 10 δισεκατομμύρια ευρώ, χωρίς να υπολογίσουμε τα αμερικανικά 7 προς 10 και διάφορα άλλα ποσά ειδικών λογαριασμών, που πάνε το ποσό πολύ ψηλότερα. Υποθέτω ότι δεν υπάρχει κανείς που να διαφωνεί με την άποψη ότι αυτό το τρελλό ύψος δαπανών οφείλεται στις κακές μας σχέσεις με την Τουρκία κυρίως αν όχι αποκλειστικά εξαιτίας του Κυπριακού, και ότι επομένως επίλυση του Κυπριακού θα το μείωνε δραστικά. Ας δεχθούμε επιεικέστατα ότι θα το ελάττωνε κατά 6-7 δισεκατομμύρια. Αν αυτό το ποσό πολλαπλασιαστεί επί 50 (ας πούμε απ το 1959) για να διευκολύνουμε τις πράξεις, μας βγάζει ένα σύνολο 300 έως 350 δισεκατομμυρίων ευρώ, δηλαδή κάτι παραπάνω απ το σύνολο του εθνικού μας χρέους. Δηλαδή δεν θα χρωστάγαμε τίποτε πουθενά. Κι αν προσθέσω σ αυτό το νούμερο και τα ποσά που χάνονται λόγω της διαφθοράς που σχετίζεται με τις δαπάνες για περίπλοκα οπλικά συστήματα, τα πράγματα είναι ακόμη σαφέστερα. Η δεύτερη ισορροπία Nash είναι τόσο ψηλά που ζαλίζομαι λιγάκι.

Φυσικά ακριβώς τα ίδια ισχύουν και για το άλλο μεγάλο αγκάθι της εξωτερικής μας πολιτικής, το σκοπιανό. Το πακέτο Pineiro μας έδινε στο πιάτο την σύνθετη ονομασία που απορρίψαμε και που σήμερα τρέχουμε και δεν φτάνουμε για να πετύχουμε. Γιατί; Μα το είχε δηλώσει στο πρώτο συνέδριο πολιτικών αρχηγών υπό τον πρόεδρο της Δημοκρατίας ο Α. Παπανδρέου, ο πατήρ, που τα ήξερε αυτά απ έξω κι ανακατωτά αφού ήταν καθηγητής Οικονομίας με ειδίκευση στο θέμα της θεωρίας παιγνίων, λέγοντας στο τότε πρωθυπουργό Μητσοτάκη ότι θα συμφωνήσει και θα τον καλύψει με την προϋπόθεση ότι δεν θα του βγει ο Σαμαράς να κατηγορεί τους υπόλοιπους για ενδοτισμό. Βέβαια ο Σαμαράς βγήκε, οι υπόλοιποι ανέκρουσαν πρύμναν και επιβεβαίωσαν τον κ. Nash για άλλη μια φορά. Εδώ οφείλω να πω ότι η ισορροπία δεν ήταν απόλυτη αφού το ΚΚΕ αρνήθηκε να μπει στον χορό των διαδηλώσεων και των συνθημάτων της εθνικοφροσύνης, και μπράβο του. Δεν θα αναφερθώ καθόλου εδώ στο τι χάσαμε, γιατί καθώς οι ημερομηνίες για τη συζήτηση του σκοπιανού πλησιάζουν θα το κάνω αναλυτικότερα σε επόμενο post.

Όπως φάνηκε με το παράδειγμα των οίκων αξιολόγησης, κανείς δεν είναι απρόσβλητος απ το πρόβλημα. Η διεθνής κρίση (όπως ελπίζω ότι φάνηκε στο προηγούμενο post), η αδυναμία συμφωνίας στην Κοπεγχάγη, η έλλειψη κοινής Ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής και πολλά άλλα παραδείγματα αποτελούν εμπειρική απόδειξη γι αυτό. Αλλά εμείς σ αυτό τον τόπο το παρακάνουμε.

Είναι σαφές ότι είμαστε ένας λαός με μεγάλη έφεση στις κακές ισορροπίες Nash. Ελπίζω να σας είναι ήδη σαφές και το γιατί. Προϋπόθεση της κατάληξης σε μια κακή Nash ισορροπία είναι όπως είδαμε απ το παράδειγμα η έλλειψη συντονισμού των παικτών, δηλαδή μια ατομικιστική στάση. Κι εμείς είμαστε εξαιρετικά ατομιστές, με το πρόσθετο πρόβλημα ότι η τεσσάρων αιώνων οθωμανική κυριαρχία και η μέχρι το 1974 διακυβέρνησή μας από αυταρχικά καθεστώτα μας έχουν κάνει εξαιρετικά καχύποπτους, πράγμα που μηδενίζει την εμπιστοσύνη και την δυνατότητα ειλικρινούς επικοινωνίας μεταξύ μας, που είναι η προϋπόθεση του συντονισμού μας.

Τα χαρακτηριστικά της ισορροπίας Nash που ήδη περιγράψαμε είναι βαθύτατα χαραγμένα στο μυαλό μας ως τάσεις. Θέλουμε να έχουμε πάντα δίκιο, και κυρίως όταν έχουμε άδικο. Και μια ισορροπία Nash, κακή έστω, μας προσφέρει την ευκολία να λέμε ότι καλά κάναμε αφού καλύτερη ατομική λύση με δεδομένη την στάση των υπόλοιπων παικτών δεν υπάρχει. Είμαστε εκ προθέσεως και γενικά αμετανόητοι κι αυτό είναι το τυράκι που προσκαλεί το ποντικάκι του Nash. Φυσικά εδώ προϋπόθεση είναι το να θεωρούμε δεδομένη την στάση των υπόλοιπων, αλλά γι αυτό φροντίζουμε αρκετά. Μπορούμε να παρατηρήσουμε αυτή τη φροντίδα ακόμη και στο επίπεδο τυπικών προτάσεων καφενείου στις οποίες όλοι συμφωνούν, προτάσεις όπως «αυτά δεν γίνονται στην Ελλάδα», που στηρίζονται στο ιδεολόγημα του «ανάδελφου έθνους». Η κατηγορική προστακτική του «μη την ψάχνεις» για οτιδήποτε κακώς κείμενον διδάσκεται από πολύ νωρίς στα παιδιά μας, μαζί με την προτροπή να μη βγάζουμε εμείς το φίδι απ την τρύπα ούτε τα κάστανα απ τη φωτιά.

Φυσικά ο ατομικισμός μας θα μπορούσε να εξυπηρετηθεί επίσης με την επιλογή καλών ισορροπιών Nash. Και το έχουμε κάνει κι αυτό στην ιστορία μας. Οι μεγάλες στιγμές του ελληνικού πολιτισμού, που δεν είναι καθόλου λίγες, είναι τέτοια παραδείγματα. Ο ατομικισμός μπορεί να μετατρέπεται σε θέληση να κάνεις κάτι ξεχωριστό. Η διάθεση να έχουμε πάντα δίκιο μπορεί να μας κάνει φιλόσοφους. Η επιθυμία της επιβεβαίωσης μπορεί να γίνει επιστημονική στάση.

Θυμηθείτε μια προηγούμενη παρατήρησή μας. Αν υπάρχουν σ ένα παιχνίδι δυο ισορροπίες Nash, τότε σε επαναλήψεις του παιχνιδιού, η κίνηση προς την μια ή την άλλη είναι ταχύτατη, επομένως δεν μένουμε πολύ στο μεσοδιάστημα. Κι όσο περισσότερο έχει κανείς τα χαρακτηριστικά που απαιτούν οι ισορροπίες Nash, δηλαδή τον ατομικισμό, την άρνηση μετάνοιας και την διάθεση για επιβεβαίωση τόσο ταχύτερη θα είναι η κίνηση. Ε, σε όλη μας την ιστορία δεν κινούμεθα απ το εξαιρετικό στο μαύρο χάλι χωρίς πολλούς - πολλούς μέσους όρους;

Αν συμφωνούμε στην μέχρι τώρα ανάλυση, πρέπει να προχωρήσουμε και στο επόμενο βήμα. Μπορούμε να σπάσουμε τις κακές ισορροπίες Nash; Και πώς;

Όπως ήδη είπαμε, μια είναι η οδός διαφυγής από τις ισορροπίες αυτές, ο συντονισμός των παικτών.

Για να σπάσει μια τέτοια ισορροπία πρέπει να βγουν κάποιοι μπροστά και να επιχειρήσουν τον συντονισμό. Αλλά αυτοί πρέπει να πετύχουν γρήγορα, γιατί κάτω από ένα κρίσιμο ποσοστό συμφωνούντων δεν θα φτάσουμε στην νέα ισορροπία. Θυμηθείτε το ρεβεγιόν. Αν η πρόσκληση επαναλαμβάνεται, όλα εξαρτώνται απ την αρχική στιγμή. Αν είναι αρκετοί οι αποδεχόμενοι την πρόσκληση τότε θα δημιουργηθεί η τάση να αυξηθούν στην επόμενη επανάληψη και θα φτάσουμε στην καλή ισορροπία. Αν όμως την πρώτη φορά πάνε λίγοι, τότε την επόμενη θα πάνε λιγότεροι και τελικώς δεν θα πάει κανείς. Και η αποτυχία να αλλάξουμε ισορροπία γρήγορα σ ένα τομέα της πολιτικής μας ζωής είναι εξαιρετικός ενισχυτής των αντιδράσεων σε επόμενη προσπάθεια, κι όχι μόνο για το ίδιο θέμα.

Αν είναι να γίνει η επανάσταση, γιατί όπως καταλαβαίνετε μια αλλαγή σ οποιοδήποτε από αυτά τα θέματα θα ήταν επανάσταση, θα γίνει γρήγορα. Και θα γίνει και σε μεγάλη έκταση γιατί η επιτυχία σ ένα τομέα θα κάνει όλο και ευκολότερη την προσπάθεια σε επόμενους τομείς.

Τα βασικά εμπόδια σε μια τέτοια προσπάθεια είναι η καχυποψία και ο φόβος των αλλαγών. Επομένως το πρώτο βήμα σ αυτή την κατεύθυνση είναι η προσπάθεια για την καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης των πολιτών. Αμέσως μετά χρειάζεται ενασχόληση με τομείς έστω μικρότερης σημασίας, αλλά όπου η αλλαγή θα είναι αμέσως ορατή και βεβαίως ευχάριστη στους περισσότερους, και όπου ελάχιστοι θα μπορούν να παρακινήσουν τον κόσμο προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Μέχρι εδώ η κυβέρνηση συμπεριφέρεται θαυμάσια. Είναι ευκολότατο να δούμε ότι η προσπάθειά της για διαφάνεια, απ τον τρόπο επιλογής των γενικών και ειδικών γραμματέων και την πρόσληψη στο δημόσιο μόνο μέσω ΑΣΕΠ μέχρι την υποχρέωση δημοσίευσης όλων των υπουργικών αποφάσεων στο Internet και την αποπομπή του κ. Ρόβλια για απλώς ενδεχόμενα και μη υλοποιηθέντα ρουσφέτια είναι θαυμάσιες επιλογές.

Όμως από εδώ και πέρα τα πράγματα δυσκολεύουν. Ο συστημικός λόγος είναι ότι η άμεση μετακίνηση όλων των παικτών σε καλύτερη ισορροπία Nash είναι αδύνατη, κι επομένως στο μεσοδιάστημα τουλάχιστον κάποιοι θα χάσουν, πράγμα που θα δυσχεραίνει την μετάβαση. Η μοναδική επιλογή που μπορώ να δω εδώ είναι να φροντίσει η κυβέρνηση να μετατρέψει τέτοιες απώλειες σε πλεονέκτημα φροντίζοντας αυτοί που χάνουν να είναι και λίγοι και μισητοί στην πλειονότητα, ώστε να χρησιμοποιηθούν σαν αποδιοπομπαίος τράγος που θα ενισχύει την ομαδικότητα των υπόλοιπων πολιτών. Αυτό βέβαια δεν είναι εξαιρετικά δύσκολο, είναι η αλφαβήτα της πολιτικής δράσης, ειδικά στην Ελλάδα. Και η κυβέρνηση προφανώς τόχει συνειδητοποιήσει επιλέγοντας για πρώτο αντίπαλο κάποιες αντιπαθείς κατηγορίες όπως τους φοροφυγάδες γιατρούς, τους εμπόρους φαρμάκων και άλλους τέτοιους. Επίσης καλώς επιμένει να μην ελαττώσει τους χαμηλούς μισθούς και να προτείνει στήριξη των ασθενέστερων με μέτρα όπως η εθνική σύνταξη κλπ, ώστε να μειώσει τον φόβο και να αυξήσει την εμπιστοσύνη.

Εδώ όμως υποβόσκει τεράστιος κίνδυνος απ τον «έρποντα φασίζοντα λαϊκισμό» που ο Γ. Παπανδρέου είχε προς τιμήν του δει απ τις αρχές της δεκαετίας του ΄80. Λαϊκιστικές εκτροπές θα μπορούσαν να ενισχύσουν φτηνές μαξιμαλιστικές επιδιώξεις που είναι το θεμέλιο της λάθος στρατηγικής σε οποιοδήποτε παιχνίδι. Δυστυχώς ήδη άρχισαν να ακούγονται τέτοιου τύπου φωνές από όλη την αντιπολίτευση κι αυτό πρέπει να προσεχτεί πολύ.

Ένας δεύτερος λόγος που δυσκολεύουν τα πράγματα είναι το κακό timing, η διεθνής κρίση που, όχι συστημικά αλλά ως συμβεβηκός όπως θα έλεγε ο Αριστοτέλης, προξενεί μια μείωση της συνολικής πίτας με αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις το κέρδος των αλλαγών να φαίνεται σαν απλή μείωση της χασούρας, που επειδή δεν ξέρουμε βέβαια πόση θα ήταν χωρίς την αλλαγή δεν μπορούμε να την εκτιμήσουμε.

Κι εδώ παρεμβαίνει η κύρια δυσκολία. Στο παιχνίδι δεν παίζει μόνον ο λαός και η κυβέρνηση, παίζουν και τα υπόλοιπα κόμματα και τα στελέχη τους, εκ των οποίων αρκετά δεν θα είχαν την παραμικρή αντίρρηση να βλάψουν ακόμη και τους οπαδούς τους για να πάρουν την εξουσία. Και δεν εξαιρώ και το λαϊκιστικό κομμάτι του ΠΑΣΟΚ, βέβαια. Κι όταν η ιδεολογική προεργασία δεκαετιών έχει αναγορεύσει τα κεκτημένα σε taboo, την φοροδιαφυγή σε όπλο του λαού εναντίον των κακών κυβερνήσεων που κλέβουν και το μπαχτσίσι, νόμιμο με την μορφή των γελοίων επιδομάτων ή παράνομο, σαν λογικότατο τρόπο αύξησης του χαμηλού λαϊκού εισοδήματος τα πράγματα για τέτοιους αντιπάλους της απαιτούμενης αλλαγής διευκολύνονται.

Τι μπορούμε να κάνουμε; Είναι ελπίζω σαφές. Να δείχνουμε όπου και όσο μπορούμε τον δρόμο του συντονισμού και τις καλές ισορροπίες Nash που βρίσκονται στο τέλος του. Συμμετοχή. Κι αυτός όπως καταλαβαίνετε είναι και ο λόγος γι αυτό το post, αλλά και για τα υπόλοιπα.


Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2009

Η Διεθνής Κρίση.


Από τον προπερασμένο Σεπτέμβριο στις δημόσιες και ιδιωτικές συζητήσεις μας μπήκε σαν ταύρος σε υαλοπωλείο η διεθνής κρίση. Μου είναι εμφανές ότι αυτή η ορμητικότητα της κρίσης παράγει μια αντίστοιχη ορμητικότητα στις σκέψεις των συζητούντων, που όμως είναι εξαιρετικά κακός σύμβουλος για ένα πρόβλημα του οποίου η αντιμετώπιση επιβάλλει νηφαλιότητα.

Νομίζω πως η κατανόηση του φαινομένου ακόμη κι απ τους εμφανιζόμενους σαν ειδικούς είναι πολύ επιφανειακή κι ότι επομένως μια προσπάθεια ερμηνείας της θα είναι ωφέλιμη, έστω και προερχόμενη από μη ειδικό, έστω κι αν δεν είναι πια τόσο επίκαιρη. Θα αρχίσω με μια κατά το δυνατόν συνοπτική περιγραφή των παραγόντων η λειτουργία των οποίων δημιούργησε τη κρίση και θα τελειώσω αναφερόμενος στην κρίση καθεαυτή, που τότε όπως ελπίζω θα είναι ήδη κατανοητή.

Οι Τράπεζες

Στον πυρήνα του προβλήματος βρίσκεται φυσικά το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα. Όπως όλοι ξέρουμε, οι τράπεζες είναι το σύστημα που παράγει το χρήμα. Ο μηχανισμός παραγωγής χρήματος ίσως είναι λιγότερο γνωστός και γι αυτό καλό θα ήταν να τον περιγράψουμε. Για να δούμε την εικόνα με τον απλούστερο δυνατό τρόπο, θεωρήστε ότι δεν υπάρχουν τράπεζες και ότι περιγράφουμε το ξεκίνημα της λειτουργίας τους.

Στην κοινωνία μέχρι στιγμής, με την υπόθεσή μας, κυκλοφορεί κάποιο χρήμα του οποίου ένα μέρος δαπανάται για τις καθημερινές χρήσεις, αλλά κάποιο άλλο μέρος είναι αποταμιευμένο, εννοείται στα σπίτια αυτών που το έχουν, αφού τράπεζες ακόμη δεν υπάρχουν. Ξαφνικά η κυβέρνηση εκδίδει τους νόμους που επιτρέπουν την ίδρυση τραπεζών με τον τρόπο που λειτουργούν σήμερα.

Οι νόμοι αυτοί δημιουργούν ένα θεσμό όπως ας πούμε η Κεντρική Τράπεζα, που κατά την ουσία της δεν είναι τράπεζα, είναι απλώς το κέντρο του τραπεζικού συστήματος που θα δημιουργηθεί. Σ αυτήν προσέρχονται κάποιοι πλούσιοι, οι οποίοι προτίθενται να δημιουργήσουν τράπεζες και για να αποκτήσουν αυτό το δικαίωμα καταθέτουν εκεί ένα ποσόν. Ας πούμε λοιπόν ότι κάποιος καταθέτει ένα δισεκατομμύριο στην Κεντρική Τράπεζα. Μ αυτό αποκτά μια τράπεζα που έχει το δικαίωμα να εκδίδει δάνεια ύψους πολλαπλάσιου, που για το παράδειγμά μας ας υποθέσουμε ότι είναι 10 δισεκατομμύρια. Ναι, δέκα, δεν διαβάσατε λάθος, το δεκαπλάσιο του κατατεθέντος ποσού. Στην Αμερική ας πούμε είναι τόσο ακριβώς. Και οι εκπλήξεις για όσους δεν έχουν ξανακούσει γι αυτό το θέμα μόλις άρχισαν. Η πρώτη τράπεζα μόλις έχει δημιουργηθεί.

Πάει τώρα κάποιος στην τράπεζα, και ζητάει ένα δάνειο ύψους 10 δισεκατομμυρίων. Η τράπεζα καταρτίζει μια σύμβαση μαζί του που περιγράφει πως θα αποπληρωθεί, σε ποιο διάστημα, με τι δόσεις, και φυσικά με ποιό επιτόκιο. Στην σύμβαση βέβαια καθορίζονται και οι εγγυήσεις του δανείου, που συνήθως είναι ακίνητη περιουσία. Η εγγύηση μπαίνει στο χρηματοκιβώτιο της τράπεζας και ανοίγεται ένας λογαριασμός στο όνομα του δανειολήπτη με ύψος το ποσόν των 10 δις.

Η περιγραφή αυτή υποθέτω ότι δεν προκαλεί έκπληξη. Ακολουθεί όμως το απλό ερώτημα: και πού βρέθηκαν τα χρήματα που μπήκαν στον λογαριασμό του δανειολήπτη; Και η απάντηση είναι απλούστατη. Πουθενά.

Με τον δανεισμό που πραγματοποιήθηκε, απλώς προστέθηκε μια λογιστική εγγραφή στην τράπεζα. Μια εγγραφή που δίνει το δικαίωμα στον δικαιούχο του λογαριασμού να χρησιμοποιήσει 10 δις, τα οποία όμως μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν υπάρχουν πουθενά, δημιουργούνται εκ του μηδενός με την πράξη του δανείου. Μόλις παρήχθησαν 10 δισεκατομμύρια. Η τράπεζα έκανε την δουλειά της, παρήγαγε χρήμα.

Ο δικαιούχος μας τώρα παίρνει τα 10 δισεκατομμύρια, εννοείται σε επιταγές, και πληρώνει κάποιους, οι οποίοι με τη σειρά τους τις παίρνουν και με την εξαίρεση ίσως ενός πολύ μικρού ποσοστού που θα χρησιμοποιήσουν για κατανάλωση τις καταθέτουν σε δικό τους λογαριασμό. Αυτός μπορεί φυσικά να ανήκει σε άλλη τράπεζα, αλλά πρώτον στο παράδειγμά μας άλλη τράπεζα δεν υπάρχει, και δεύτερον δεν έχει καμία σημασία, τα χρήματα ξαναγύρισαν στο τραπεζικό σύστημα.

Αυτό το μικρό ποσοστό που ανέφερα θα μπορούσε να θεωρηθεί μηδέν, γιατί βέβαια μια πράξη δανεισμού δεν θα άλλαζε τις ζωές των κατοίκων και επομένως ούτε την άμεση κατανάλωση, άρα ούτε τα χρήματα που χρειάζεται να κυκλοφορούν με την μορφή νομίσματος. Για να μη θεωρηθεί ότι υπερβάλλω, δέχομαι ότι όποιος πήρε το δάνειο θα φάει στα ψιλά κι ένα μικροποσό για το οποίο θα χρειαστεί μετρητά. Επομένως, αφού νέα νομίσματα χρειάζονται ελάχιστα, το μόλις παραχθέν χρήμα σχεδόν στο σύνολό του θα είναι ξανά στην τράπεζά μας, η πληρέστερα, στο σύστημα.

Απλή δουλειά η τραπεζική, έτσι; Δίνεις σε κάποιον ένα χαρτί που λέει ότι έχει λεφτά, αυτός στο παραδίδει πίσω, ενδεχομένως με την μεσολάβηση ενός τρίτου με τον οποίο συναλλάσσεται, και μετά υποχρεούται να το ξεπληρώσει κιόλας, και μάλιστα με τόκο. Δηλαδή, επιστρέφοντας το δάνειο, αυτός θα υλοποιήσει το χρήμα που παρήχθη απ την τράπεζα με την πράξη του δανεισμού, και θα το δώσει στην τράπεζα. Και με το κατιτίς παραπάνω, μην ξεχνιόμαστε.

Όπως αντιλαμβάνεστε, η μηχανή αυτή είναι αυτό που πάντα ονειρευόντουσαν οι αλχημιστές. Μιλάμε ξεκάθαρα για την φιλοσοφική λίθο. Παραγωγή χρυσού εκ του μηδενός δεν ήθελαν; Ε, οι τραπεζίτες μας το κατάφεραν. Και όπως ακριβώς οι αλχημιστές έλεγαν ότι είναι υποχρεωτικό στην αρχή να έχεις λίγο χρυσό για να παραγάγεις τον καινούργιο, έτσι και οι τραπεζίτες χρειάζονται για την δουλειά τους ένα μικρό αρχικό κεφάλαιο. Το ένα δέκατο, αν θυμάστε. Αλλά εδώ έχουμε το επόμενο ενδιαφέρον σημείο. Οι τράπεζες, εκτός του αρχικού ποσού που μπορούν να δανείζουν, του δεκαπλάσιου δηλαδή του κεφαλαίου τους, μπορούν επιπλέον να δανείζουν και ένα ποσοστό των καταθέσεών τους, πχ το 90%.

Αυτό σημαίνει ότι το ποσό που ξαναμπήκε στην τράπεζα αφού εκταμιεύτηκε, και που φυσικά ξαναμπήκε ως κατάθεση στην ίδια ή σε άλλη τράπεζα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν βάση για νέο δανεισμό στο 90% της κατάθεσης. Δηλαδή τώρα, η τράπεζά μας μπορεί να δανείσει μέχρι άλλα 9 δισεκατομμύρια, δηλαδή το 90% των 10 δισεκατομμυρίων που έχει ως καταθέσεις. Δηλαδή με το αρχικό δισεκατομμύριο έχουν ήδη δημιουργηθεί 19 δισεκατομμύρια συνολικά.

Και η ιστορία δεν τελειώνει εδώ, γιατί και τα 9 θα επανακατατεθούν, και επομένως η τράπεζα μπορεί να δανείσει το 90% απ αυτά, δηλαδή άλλα 8.1 δισεκατομμύρια, κι απ αυτά μόλις ξαναμπούν να δανείσει άλλα 7.2 δισεκατομμύρια και ούτω καθεξής. Το άθροισμα 9 +8.1+7.2+6.3 κλπ έχει όριο τα 100 δισεκατομμύρια. Επομένως συνολικά από 1 δις μας προέκυψαν 110. Καλή δουλειά ακόμη και με αλχημιστικά μέτρα, έτσι;

Όλα αυτά βέβαια είναι απλές λογιστικές εγγραφές στο σύστημα. Και επομένως το πρόβλημα που έχει κάθε τράπεζα, το απολύτως κρίσιμο πρόβλημα, είναι να τα καταφέρει να μην έρχεται κόσμος να ζητάει την ίδια ώρα τα λεφτά του, όπως ας πούμε σε στιγμές πανικού. Γιατί βέβαια τότε η τράπεζά μας θα καταρρεύσει.

Ένα δεύτερο πολύς σημαντικό πρόβλημα προκύπτει απ την ίδια την φύση του τραπεζικού συστήματος. Αφού μόνον αυτό παράγει χρήμα, αν ας πούμε το σύστημά μας κατάφερε να δανείσει φέτος τα 100 δισεκατομμύρια για ένα χρόνο με επιτόκιο 3%, αυτό σημαίνει ότι στο τέλος του χρόνου πρέπει να του επιστραφούν 103 δισεκατομμύρια. Αλλά αφού το μόνο χρήμα που υπάρχει είναι αυτό που παράγεται απ τις τράπεζες, αυτά τα 3 που περισσεύουν δεν υπάρχουν. Ο μόνος τρόπος να υπάρξουν είναι το τραπεζικό μας σύστημα να τα παραγάγει του χρόνου, με νέο δανεισμό βεβαίως. Επομένως η ευστάθεια του συστήματος εξαρτάται απ τη δυνατότητά του να παράγει συνεχώς περισσότερο χρήμα δανείζοντας, να υπάρχει δηλαδή αυτό που λέμε ανάπτυξη. Αν τα δάνεια δεν αυξάνονται με ρυθμό ταχύτερο απ το επιτόκιο, τότε δεν θα υπάρχουν αρκετά χρήματα για την αποπληρωμή των δανείων, κι επομένως το τραπεζικό σύστημα θα μπει σε κρίση.

Και μπαίνουμε στο τρίτο σημαντικό πρόβλημα, στην πραγματική πια οικονομία. Αν το σύστημα μπει σε κρίση, θα προσπαθήσει να την καταπολεμήσει μεταφέροντάς την πρώτα στους δανειζόμενους απ αυτήν. Ας θυμηθούμε ότι οι δανειζόμενοι παρείχαν εγγυήσεις που ήταν ακίνητη περιουσία, πχ σπίτια, τα οποία τώρα θα χάσουν, προκειμένου οι τράπεζες να μπορέσουν να βρουν τα χρήματα που έχουν ανάγκη.


Το χρηματιστήριο

Το χρηματιστήριο είναι ο κατ’ εξοχήν ανταγωνιστικός προς τις τράπεζες μηχανισμός του συστήματος. Στο χρηματιστήριο πηγαίνουν οι επιχειρήσεις που χρειάζονται κεφάλαια για την ανάπτυξή τους, αλλά που δεν θέλουν να τα δανειστούν απ τις τράπεζες. Εκδίδουν μετοχές της επιχείρησης, τις οποίες αγοράζουν άλλες επιχειρήσεις ή το κοινό προσφέροντας επομένως στην επιχείρηση τα χρήματα που θέλει.

Θεωρητικά, πράγμα που ίσχυε και στην πράξη πριν πολλά χρόνια, ο λόγος που αγοράζουν όλοι αυτοί τις μετοχές είναι ότι θέλουν μερίδιο απ τα κέρδη που αναμένουν να έχει η επιχείρηση, ανάλογο με το ποσοστό της επιχείρησης -δηλαδή τις μετοχές- που αγόρασαν. Αν δηλαδή μια επιχείρηση έχει κέρδη 10% το χρόνο, τότε αγοράζοντας μετοχές της θα πάρουμε κι εμείς 10% σαν μέρισμα, δηλαδή τοκίζουμε κι εμείς τα λεφτά μας με 10%, πολύ περισσότερο απ τον τόκο που θα παίρναμε αν βάζαμε τα λεφτά μας στην τράπεζα.

Στην πράξη βέβαια αυτό δεν ισχύει πια εδώ και πολύ καιρό. Το χρηματιστήριο είναι χώρος ελεύθερης αγοράς, όπου ισχύουν οι κανόνες της προσφοράς και της ζήτησης. Αν λοιπόν ο κόσμος προβλέπει ότι μια επιχείρηση θα πάει καλά, θα θέλει τις μετοχές της. Αύξηση της ζήτησης μετοχών αυξάνει τις τιμές τους, κι αυτή η αύξηση τιμής συντελείται σε χρόνο πολύ μικρότερο απ όσο χρειάζεται η επιχείρηση για να παραγάγει αντίστοιχα κέρδη. Το χρηματιστήριο λοιπόν μετατρέπεται σε προεξοφλητικό μηχανισμό κερδών ή ζημιών.

Ας σκεφτούμε λοιπόν την επιχείρηση που αναμένεται να έχει κέρδη 10% σε ένα χρόνο. Ο προεξοφλητικός μηχανισμός αποκομίζει τα κέρδη αυτά σε μια δυο μέρες. Όμως η μετοχή δεν βγαίνει απ τον πίνακα όταν έχει προεξοφλήσει τα αναμενόμενα κέρδη της, πρωτίστως επειδή δεν ξέρουμε πόσα θα είναι αυτά. Αυτό σημαίνει ότι δημιουργείται ένα δεύτερο επίπεδο υπολογισμών, που δεν αφορά την εξέλιξη της επιχείρησης, αλλά την εξέλιξη των προβλέψεων σε σχέση με την επιχείρηση. Προβλέποντας ότι η επιχείρηση θα έχει κέρδη 10% σε ένα χρόνο, δημιουργήσαμε το μηχανισμό που αποκομίζει το κέρδος αυτό σε μια μέρα. Προβλέποντας τώρα ότι ο κόσμος θα προβλέψει τα κέρδη στο 12% κι όχι στο 10%, μπορούμε να αποκομίσουμε κέρδη 12% σε μια μέρα, κι επιπλέον ένα κέρδος 2% την επόμενη μέρα, όταν ο κόσμος θα έχει διορθώσει την πρόβλεψή του. Επομένως το χρηματιστήριο μετατρέπεται σε μηχανισμό όχι μόνο προεξοφλητικό αλλά και ενισχυτικό των κερδών.

Εκτός απ αυτό όμως, οι μετοχές μιας επιχείρησης γίνονται ένα καινούργιο προϊόν της, ως επί το πολύ ανεξάρτητο απ τα αρχικά προϊόντα της, και προφανώς το σπουδαιότερο απ όλα. Αυτό το προϊόν μπορεί να το διαχειριστεί η ίδια η επιχείρηση όπως και άλλες επιχειρήσεις, που ονομάζονται επενδυτικές τράπεζες.

Ας υποθέσουμε ότι έχετε μια επιχείρηση και βγαίνετε στο χρηματιστήριο αναζητώντας κεφάλαια και εκδίδετε μετοχές των 10 € για να παραγάγετε κέρδος περισσότερο απ όσο είχατε μέχρι τώρα. Αν αντιληφθείτε ότι οι μετοχές σας πωλούνται στο χρηματιστήριο έναντι 30 € τότε προφανώς μπορείτε να πουλήσετε μέρος των μετοχών σας και να βγάλετε όσα κέρδη θα βγάζατε σε μια 10ετία. Τα μελλοντικά κέρδη της επιχείρησης σας είναι πολύ λιγότερο σημαντικά απ την γνώμη που έχουν οι άλλοι γι αυτά. Μπορείτε κιόλας να πουλήσετε όλη την επιχείρησή σας γιατί δεν την χρειάζεστε πια, αν πάρετε απ την πώληση τα κέρδη μιας 10ετίας ή και παραπάνω. Το προϊόν της επιχείρησής σας είναι οι μετοχές της.

Τώρα βέβαια αυτό το καινούργιο προϊόν δεν είστε ειδικός για να το επεξεργαστείτε. Και φυσικά το κενό που δημιουργείται θα καλυφθεί πολύ εύκολα. Οι ειδικοί σιγά-σιγά αρχίζουν και οργανώνονται, και στο τέλος του δρόμου έχουμε τις επενδυτικές τράπεζες.

Οι επενδυτικές τράπεζες είναι οργανισμοί που διαχειρίζονται μετοχικά προϊόντα (securities). Αυτά μπορεί να είναι μετοχές σαν κι αυτές που ξέρουμε καθώς και ομόλογα σαν κι αυτά που προσπαθεί το δύσμοιρο Υπουργείο Οικονομικών μας να πουλήσει. Αλλά όχι μόνον αυτά. Μπορούν να δημιουργούν κι άλλα προϊόντα που προκύπτουν απ την επεξεργασία αυτών των «πρωτογενών» υλικών. Τέτοια προϊόντα είναι τα παράγωγα (derivatives), για τα οποία αξίζει να μιλήσουμε λίγο πιο λεπτομερειακά.


Τα παράγωγα

Όπως όλοι ξέρουμε οι ενισχυτικές δυνατότητες που έχει το χρηματιστήριο μπορούν κατά καιρούς να δημιουργήσουν μια «φούσκα». Η χασούρα από ενδεχόμενο σκάσιμο της φούσκας είναι το γινόμενο δυο ποσοτήτων: της πιθανότητας να σκάσει επί την ζημιά που θα κάνει αν σκάσει.

Την πιθανότητα σκασίματος προσπαθούν να υπολογίσουν διάφοροι οργανισμοί με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Η αξιοπιστία υπολογισμού της είναι από πολύ μικρή έως ανύπαρκτη, με δεδομένο μάλιστα ότι ποτέ κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι η εκτίμηση που προσφέρει ένας μεγάλος οργανισμός είναι αμερόληπτη κι όχι ένας τρόπος να προξενήσει κατάρρευση που ενδεχομένως συμφέρει τον οργανισμό. Υπάρχει όμως ένας οργανισμός που ανεξαρτήτως της μεροληψίας του, μόνον εξαιτίας του μεγέθους και του κύρους του μπορούμε να εμπιστευόμαστε. Μιλάω για την Κεντρική Τράπεζα.

Όπως προηγουμένως είπαμε, το χρηματιστήριο είναι οργανισμός που συμπεριφέρεται (και) ανταγωνιστικά προς το τραπεζικό σύστημα για δυο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι μια επιχείρηση πάει στο χρηματιστήριο ακριβώς για να αποφύγει τον δανεισμό από τράπεζες. Ο δεύτερος είναι λίγο πιο έμμεσος. Αν το χρηματιστήριο αρχίζει να φουσκώνει, πάρα πολύς κόσμος μπαίνει στο χρηματιστήριο, αποσύροντας φυσικά καταθέσεις απ το τραπεζικό σύστημα. Σε κάποια στιγμή το τραπεζικό σύστημα μπορεί να στεγνώσει τόσο, ώστε να αναγκάσει τον κεντρικό τραπεζίτη να βγει και να δηλώσει ότι το χρηματιστήριο είναι φούσκα. Και τότε φυσικά το χρηματιστήριο θα πέσει. Αν αυτό σας θυμίζει τον κ. Παπαδήμο και τις δηλώσεις του το 1999 έχετε καταλάβει σωστά.

Ο κίνδυνος λοιπόν σκασίματος είναι πάντα υπαρκτός. Αν μια μεγάλη επιχείρηση χρειάζεται να προστατεύσει τον εαυτό της, το μόνο όπλο που απομένει είναι η αμυντική αγορά, δηλαδή η αγορά ενός χαρτιού που θα ανεβαίνει όταν ένα άλλο ή μια ομάδα άλλων πέφτει. Τέτοια χαρτιά είναι τα παράγωγα.

Υποθέστε ότι είστε διευθυντής ενός θεσμικού επενδυτή μεγάλου όγκου, για παράδειγμα ενός ασφαλιστικού ταμείου. Μπορείτε να δώσετε 10 εκατομμύρια και να αγοράσετε 2 εκατομμύρια μετοχές μιας μεγάλης και σοβαρής εταιρείας με 5 € την μια. Οι μετοχές όμως μπορεί να ανέβουν πχ κατά 10% στο προσεχές δίμηνο οπότε έχετε κερδίσει 1 εκατομμύριο. Φυσικά μπορεί και να πέσουν κατά 10% οπότε θα χάσετε 1 εκατομμύριο. Μπορείτε να προστατευτείτε απ τον κίνδυνο αυτό;

Η απάντηση στο ερώτημά σας είναι τα παράγωγα, που μόνον θεσμικοί επενδυτές μπορούν να παίξουν. Αγοράζετε ας πούμε με 100,000 € ένα χαρτί που σας δίνει το δικαίωμα να αγοράσετε σε δυο μήνες τις δυο εκατομμύρια μετοχές με την σημερινή τιμή. Αν σε δυο μήνες η μετοχή έχει ανέβει 10%, ασκείτε το δικαίωμά που προκύπτει απ το χαρτί και αγοράζετε 2 εκατομμύρια μετοχές με 5 € την μια, δηλαδή 10 εκατομμύρια, που τώρα όμως κάνουν 5.5 € η μια, άρα συνολικά 11,000,000 €. Κερδίσατε λοιπόν 1 εκατομμύριο, μείον τις 100,000 που δώσατε για το χαρτί. Αν πάλι η μετοχή πέσει, τότε απλώς δεν ασκείτε το δικαίωμά σας και η χασούρα σας περιορίζεται στις 100,000 €.

Το γεγονός ότι τα παράγωγα αποτελούν άμυνα και βέβαια ότι παίζονται, σημαίνει ότι αύξηση της κίνησής τους δημιουργεί ενεργητικότατες τάσεις πτώσης των κανονικών μετοχών στο χρηματιστήριο, ώστε να βγει κέρδος απ αυτά. Αυτό είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό πρόβλημα που είναι και πολύ δύσκολο να μελετηθεί δεδομένης της πολυπλοκότητας του. Το φαινόμενο είναι χαοτικό.

Τα στεγαστικά δάνεια.

Τα στεγαστικά δάνεια είναι απ τη φύση τους ένα απ τα φιλέτα των τραπεζικών δραστηριοτήτων. Κατ αρχάς δεν χρειάζονται εξωτερική εγγύηση, αφού η ίδια η κατοικία που αγοράζεται υποθηκεύεται στην τράπεζα που δίνει το δάνειο. Επιπλέον, όταν δανειοδοτείται μια μεγάλη επιχείρηση και η τράπεζα εκτιμά ότι έχει μια πιθανότητα 0.2% να μην πάρει πίσω τα λεφτά της, αυτό σημαίνει ότι με 0.2% θα χάσει όλα τα λεφτά, ενώ στον στεγαστικό τομέα επειδή οι δανειολήπτες είναι πολλοί το 0.2% σημαίνει ότι 2 στους χίλιους δεν θα πληρώσουν, αλλά πάντως θα πάρεις το 99.8% των χρημάτων σου. Η πιθανότητα, από μέρος των ενδεχομένων μετατρέπεται αμέσως σε μέρος του ποσού. Ο παράγων τύχη εξαφανίζεται.

Ένα άλλο πολύ ενδιαφέρον χαρακτηριστικό των στεγαστικών δανείων είναι ότι συχνότατα αποτελούν χώρο εμπλοκής της πολιτικής. Κάθε κυβέρνηση θεωρεί την στέγαση των πολιτών πεδίο υψηλής προτεραιότητας και θέλει να βοηθήσει την κατάσταση. Τι μπορεί να κάνει γι αυτό; Ο απλούστερος τρόπος βέβαια είναι η επιδότηση των δανείων αυτών, και μάλιστα αυτών που αφορούν την πρώτη κατοικία, είτε πληρώνοντας μέρος των δανείων είτε προσφέροντας κάτω απ το τραπέζι ένα άλλο δωράκι στις τράπεζες.

Υπάρχουν όμως και εξυπνότερες λύσεις. Μπορούμε να δημιουργήσουμε μια καινούργια τράπεζα η οποία θα αγοράζει τα στεγαστικά δάνεια απ τις άλλες τράπεζες. Αυτή η καινούργια της παρέας θα μπορεί να κερδίζει απ την διαφορά επιτοκίων, αν ας πούμε αγοράζει δάνεια που είχαν επιτόκιο 3% δίνοντας 2.8% στην τράπεζα που εξέδωσε αρχικά το δάνειο. Αν το ερώτημα που σας έρχεται στο μυαλό είναι «και γιατί να μη δώσει εξ αρχής η πρώτη τράπεζα το δάνειο με 2.8% αφού την φτάνει, να τελειώνουμε», απλώς δεν κάνετε για τραπεζίτης.

Αφού η αρχική τράπεζα έχει πάρει πίσω τα λεφτά απ το δάνειό της, έχει τώρα φρέσκα λεφτά απ τα οποία μπορεί να δανείσει το 90% - θυμηθείτε ότι οι τράπεζες δανείζουν το 90% απ τις καταθέσεις τους. Επομένως μ αυτή την πράξη θα πάρει 2.8% απ το πρώτο δάνειο και 3% απ το δεύτερο, που είναι το 90% του πρώτου, που θα το ξαναδώσει στην καινούργια τράπεζα – αγοραστή του δανείου και ούτω καθεξής.

Αν αυτά που σας λέω σας φαίνονται υπερβολικά, σας έχω νέα. Θυμάστε μήπως τα ονόματα Freddy Mac και Fannie Mae; Ε, αυτή την δουλειά ακριβώς κάνανε. Αγοράζανε τα στεγαστικά δάνεια των τραπεζών, και έφτασαν να έχουν όλα τα στεγαστικά δάνεια της Αμερικής στο πορτοφόλι τους. Δώδεκα τρισεκατομμύρια, ναι, ναι, 12 με 12 μηδενικά.

Και που έβρισκαν οι Freddy Mac και Fannie Mae τόσα λεφτά να αγοράζουν δάνεια; Α, πάλι απορρίπτεσθε ως τραπεζίτης. Δεν χρειάζεται ντε και καλά νάχεις λεφτά για τέτοιες αγορές. Μπορείς κατ αρχήν να δανειστείς απ το τραπεζικό σύστημα, αν του περισσεύουν λεφτά. Μπορείς όμως και να εκδίδεις χαρτιά που αφορούν διάφορα πακέτα δανείων, που τα αγοράζουν με τη σειρά τους άλλες επιχειρήσεις απ ευθείας ή στο χρηματιστήριο, που φουσκώνοντας δίνει την οικονομική επιφάνεια που χρειάζεται. Εννοώ επιχειρήσεις σαν την Lehman Brothers, κάπου το θυμάστε κι αυτό το όνομα, έτσι;

Τώρα βέβαια οι τράπεζες έχουν ανάγκη να διευρύνουν τον κύκλο εργασιών τους, δηλαδή να δώσουν περισσότερα στεγαστικά. Αλλά αυτό σημαίνει και επέκταση του κύκλου των δανειοληπτών σε πιο επικίνδυνες περιοχές, δηλαδή σε ανθρώπους που δεν είναι τόσο βέβαιη η δυνατότητά τους να αποπληρώσουν το δάνειο. Το τι ακριβώς σημαίνει αυτό θα το δούμε λίγο αργότερα.


Τα golden boys

O John Kenneth Galbraith ήταν ένας απ τους μεγαλύτερους οικονομολόγους του προηγούμενου αιώνα. Κατάφερνε να συνδυάζει την επιστημονική πληρότητα με την διεισδυτικότητα και την δυνατότητα εμβάθυνσης, κι όλα αυτά χωρίς να χάνει απ το μυαλό του το δυσεύρετο common sense που από επιστημολογική άποψη είναι και το θεμέλιο των επιστημών. Δυστυχώς οι θέσεις του τον έκαναν αντιπαθή στην μεν δεξιά γιατί υπερασπιζόταν τον ρυθμιστικό χαρακτήρα του κράτους, στην δε παραδοσιακή αριστερά γιατί δεν ήταν μαρξιστής. Ήταν επιπλέον αντιπαθής στους υψηλού επιπέδου οικονομολογικούς κύκλους γιατί οι ευστοχότατες παρατηρήσεις του που έδειχναν τις ξεκάθαρες τάσεις της οικονομίας και της κοινωνικής εξέλιξης διέψευδαν τα μοντέλα οικονομίας πάνω στα οποία δούλευαν οι υποψήφιοι για Νόμπελ.

Μια απ τις εξαιρετικά εύστοχες παρατηρήσεις του Galbraith ήταν ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις έτειναν να ανεξαρτητοποιούνται απ τους ιδιοκτήτες τους, κι αυτό για δυο βασικούς λόγους.

Ο πρώτος είναι ότι η ανάγκη για κεφάλαια οδηγεί τις επιχειρήσεις στο χρηματιστήριο με συνέπεια την διάχυση του κεφαλαίου σε πολλούς ιδιοκτήτες, εκ των οποίων κανείς δεν μπορεί να ασκήσει εξουσία μόνος του. Αναγκαστικά λοιπόν προτείνεται ένα συμβιβαστικό σχήμα διοικητικού συμβουλίου του οποίου τα μέλη έχουν την εμπιστοσύνη των μεγάλων κεφαλαιούχων της επιχείρησης, αλλά και την δυνατότητα να βρίσκουν με τη σειρά τους συμβιβασμούς στους στόχους της που επομένως δεν ταυτίζονται με τους στόχους κανενός απ τους ιδιοκτήτες.

Ο δεύτερος λόγος σχετίζεται με την επιστημονική γνώση και την εξειδίκευσή της. Στις αρχές του 20ου αιώνα, ο Henry Ford μπορούσε να υπερηφανεύεται ότι ήξερε την δουλειά οποιουδήποτε εργαζόμενου στις επιχειρήσεις του καλύτερα απ τον ίδιο, και αυτό του επέτρεπε να ελέγχει απολύτως την επιχείρησή του. Κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε ούτε να το ονειρευτεί οποιοδήποτε διευθυντικό στέλεχος μιας αυτοκινητοβιομηχανίας 50 χρόνια μετά. Στην πραγματικότητα κανένας διευθυντής καμιάς σύγχρονης επιχείρησης δεν μπορεί να ελέγξει επί του περιεχομένου της δουλειάς τους τους περισσότερους εργαζόμενους υψηλού επιπέδου στην επιχείρηση. Αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι αυτοί τρόπον τινά αυτονομούνται και ότι οι διευθυντές τους μπορούν να τους ελέγξουν μόνο στην βάση της επιτυχίας των στόχων που οι ίδιοι καθορίζουν.

Σύμφωνα με τον Galbraith λοιπόν τα διοικητικά στελέχη έτειναν να δημιουργούν μια νέα τάξη καθ’ εαυτήν, που υποκαθιστά τους κεφαλαιούχους στην λήψη αποφάσεων. Αυτή την τάξη την ονόμασε τεχνοδομή (technostructure). Φυσικά η άποψή του αυτή συνάντησε τεράστιες αντιδράσεις και στην ουσία απορρίφτηκε απ το κύριο ρεύμα της οικονομικής επιστήμης. Κι όταν, όπως πρόσφατα συνέβη, η τεχνοδομή έκανε την παρουσία της περισσότερο από εμφανή σε σημείο να αναγκαστούν να την δουν, της έδωσαν ένα καινούργιο όνομα, λιγότερο λειτουργικό αλλά ευκολότερα κατακριτέο ηθικά. Μιλάω βέβαια για τα golden boys.

Όπως μπορεί κανείς να αντιληφθεί εύκολα, η τεχνοδομή δεν μπορεί να ελεγχθεί απ τους ιδιοκτήτες της επιχείρησης, και επομένως τείνει να δρα λιγότερο προς το συμφέρον τους και περισσότερο προς ίδιο συμφέρον. Στόχος της επιχείρησης πια δεν είναι η μεγιστοποίηση του κέρδους αλλά η μεγιστοποίηση του κύκλου εργασιών που αυξάνει την ηγεμονία της τεχνοδομής. Το κέρδος αρκεί να βρίσκεται μέσα σε πλαίσια που να ικανοποιούν τους ιδιοκτήτες.

Η τεχνοδομή φυσικά δεν αρκείται σε μια λιτή ηγεμονία, φροντίζει και για τα υλικά της αγαθά. Ένα μέρος αυτών, όπως για παράδειγμα πολυτελή αυτοκίνητα, διαμονή σε εξαιρετικά ξενοδοχεία, πάρτι με φιλοχρήματες κυρίες όχι εξαιρετικά αυστηρών ηθών κλπ, τα αποκομίζει ως προνόμια της θέσης χρεώνοντάς τα στην επιχείρηση ως έξοδα. Ένα άλλο μέρος, όχι λιγότερο σημαντικό το παίρνει ως αποδοχές, συμπεριλαμβανομένων διαφόρων εξωφρενικού ύψους bonus που μόλις πρόσφατα έγιναν γνωστά στο ευρύ κοινό λόγω της κρίσης.

Όμως το βασικό πρόβλημα με την τεχνοδομή δεν είναι το ηθικό αλλά το λειτουργικό. Ο χειρισμός των χρημάτων που δεν μας ανήκουν, όπως όλοι ξέρουμε απ τον Δημόσιο τομέα στην Ελλάδα, είναι ένας δρόμος γεμάτος πειρασμούς που μπορεί στην χυδαία ελληνική δημόσια εκδοχή του να παράγει νομικά επιλήψιμη διαφθορά, σε πιο λεπτές όμως εκδοχές να γεμίζει τις τσέπες των στελεχών με χρήματα και ταυτόχρονα να καταστρέφει τεράστιες επιχειρήσεις εντελώς νόμιμα. Πάμε με ένα παράδειγμα.

Ας υποθέσουμε ότι είστε διευθυντής μιας μεγάλης επενδυτικής τράπεζας και η καρέκλα σας τρίζει. Ξέρετε δηλαδή ότι άνευ απροόπτου στο τέλος του χρόνου απολύεστε. Έχετε στον υπολογιστή σας ένα ενδιαφέρον πλάνο. Σύμφωνα μ αυτό η επιχείρηση κερδίζει επιπλέον 40 δισεκατομμύρια. Όμως οι πιθανότητες του να πετύχει είναι μόλις 50%, κι αν δεν πετύχει η επιχείρηση θα έχει ζημιά 80 δισεκατομμύρια. Τα μαθηματικά του πλάνου είναι απλά, δεν συμφέρει να προχωρήσετε.

Αν όμως στο συμβόλαιό σας υπάρχει ένας όρος σύμφωνα με τον οποίο εσείς παίρνετε bonus 0.1% επί των κερδών πάνω απ το σύνηθες όριο, τότε τα πράγματα αλλάζουν. Έχετε μια καλή πιθανότητα 50% να πάρετε το 0.1% των 40 δις, δηλαδή 40 εκατομμύρια στην τσέπη, άσε που αν σας βγει η ζαριά μπορεί και να παραμείνετε διευθυντής. Τώρα τι ακριβώς θα κάνετε; Και βέβαια δεν μιλάω προσωπικά στους καλούς και υπομονετικούς αναγνώστες μου, αναφέρομαι στα στελέχη επιχειρήσεων που έχουν όπως όλοι ξέρουμε νοοτροπία καμικάζι, γι αυτό εξάλλου αγαπημένα τους αναγνώσματα είναι τα περί της "φιλοσοφίας" των σαμουράϊ.

Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι καθόλου τα bonus που παίρνουν τα golden boys. Το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι το προσωπικό κέρδος των στελεχών δεν ταυτίζεται, και μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις είναι εντελώς αντίθετο με τις όποιες προοπτικές της επιχείρησης στην οποία εργάζονται. Η διαμόρφωση των bonus είναι απλώς ένας απ τους μηχανισμούς μέσω των οποίων τα golden boys υλοποιούν την διαφορά αυτή. Κανείς δεν θα ενδιαφερόταν για το πόσα παίρνουν τα στελέχη της Lehman Brothers αν δεν την είχαν προηγουμένως οδηγήσει σε πτώχευση, που είναι και το κύριο θέμα. Με την τεχνοδομή αλλάζει ο τρόπος λήψης αποφάσεων και αυτό είναι κάτι που η κοινωνία πρέπει να αποδεχθεί για να μπορέσει να ελέγξει επαρκώς.

Η Κρίση

Περί το τέλος του 2007 όλες οι προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας ήταν αισιόδοξες. Για μεγάλο διάστημα όλες οι προηγμένες οικονομίες της Αμερικής και της Δυτικής Ευρώπης είχαν απρόσκοπτη ανάπτυξη, και το τελευταίο διάστημα στον χορό της ανάπτυξης είχαν αρχίσει να μπαίνουν και οι δυο ασιατικοί γίγαντες, η Κίνα και η Ινδία.

Η πρόοδος της παγκοσμιοποίησης επέτρεψε σε αμερικανικά και ευρωπαϊκά κεφάλαια να επενδυθούν στις δυο αυτές χώρες προσφέροντάς τους διψήφιους ρυθμούς ανάπτυξης. Σιγά - σιγά τα εγχώρια τραπεζικά συστήματα άρχισαν να εξελίσσονται σε – λίγο άγαρμπους, είναι η αλήθεια - κολοσσούς που μπορούσαν να στηρίξουν την αυτοδύναμη ανάπτυξη των χωρών αυτών.

Στην Ευρώπη αλλά κυρίως στην Αμερική η επιτυχία σήμαινε μικρούς δείκτες ανεργίας και επομένως μεγαλύτερους μισθούς σε μεγαλύτερες ομάδες εργαζομένων, που βεβαίως μπορούσαν και ήθελαν να αγοράσουν σπίτια. Κάποιοι απ αυτούς βέβαια, οι λεγόμενοι subprimes, δεν κάλυπταν τις προϋποθέσεις ασφάλειας του συστήματος αλλά αυτό δεν πείραζε και πολύ. Όλα τα στεγαστικά δάνεια μαζευόντουσαν απ την Fannie Mae και τον Freddie Mac.

Η κυβέρνηση Bush, που τον Σεπτέμβριο του 2003 είχε δημιουργήσει ένα νέο όργανο για να ελέγχει την Fannie Mae, πράγμα που φυσικά σήμαινε ότι ο υπάρχων μηχανισμός ελέγχου ήταν ανεπαρκής και ότι τα πράγματα δεν πήγαιναν και τόσο καλά, τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου υπογράφει το American Dream Downpayment Act που επέτρεπε διευκολύνσεις στους πολίτες που αγόραζαν σπίτια.

Ταυτόχρονα η Lehman Brothers εξακολουθούσε να αγοράζει τίτλους απ την Fannie Mae και την Freddie Mac, παρόλο που ο Γενικός Εισαγγελεύς (Attorney General) είχε συστήσει μια επιτροπή για να την ελέγξει μαζί με άλλες 10 εταιρείες. Όπως φαινόταν τα golden boys της το παράκαναν με τα bonus που συσχετίζονταν με την ανάπτυξη της εταιρείας στο τμήμα των παραγώγων. Όπως είδαμε, τα παράγωγα είναι ο χώρος αμυντικής τακτικής των επιχειρήσεων, πράγμα που σήμαινε βέβαια ότι οι προβλέψεις της Lehman Brothers για την ανάπτυξη δεν ήταν τόσο θετικές, αλλά απ την άλλη μεριά εξακολουθούσε να αγοράζει τίτλους subprimes, που ως προϋπόθεση είχαν την ανάπτυξη. Τα πράγματα για την νομική θέση της Lehman Brothers φαίνεται ότι ήταν αρκετά σκούρα γιατί αποδέχθηκε μαζί με τις άλλες ελεγχόμενες εταιρείες συμβιβασμό πληρώνοντας 1.4 δισεκατομμύρια δολάρια πρόστιμο.

Ξαφνικά, εκεί στο τέλος του 2007, οι τιμές του πετρελαίου που για αρκετό διάστημα διετηρούντο γύρω στα 30 δολάρια το βαρέλι άρχισαν να παίρνουν την ανηφόρα. Οι ασιατικοί γίγαντες αναπτυσσόμενοι είχαν ακόρεστη δίψα για το μαύρο υγρό, κι αυτό βέβαια λογικό ήταν να αυξάνει την τιμή του. Όμως το πετρέλαιο είναι και χρηματιστηριακό αγαθό, ανήκει στον χώρο των λεγόμενων commodities, πράγμα που σημαίνει και προεξόφληση και ενίσχυση των κερδών, και επομένως τιμές πολύ ψηλότερες απ ότι μια αύξηση της ζήτησης θα έδινε σ ένα οικονομικό διάγραμμα της καμπύλης των τιμών. Το πετρέλαιο έφτασε περί τα μέσα του 2008 στα 150 δολάρια το βαρέλι.

Η υπερβολική αύξηση της τιμής του πετρελαίου με τη σειρά της κάνει την ανάπτυξη δυσκολότερη. Όταν το κόστος σου μεγαλώνει, το κέρδος τείνει να μικραίνει. Οι δυσκολίες βέβαια αυτές είναι μικρότερες στις παρθένες αγορές όπως η Κίνα και η Ινδία που μπορούν να δουλεύουν με μεγάλα ποσοστά κέρδους, αλλά μεγαλύτερες στις εξελιγμένες οικονομίες όπως η Ευρώπη και η Αμερική όπου τα ποσοστά κέρδους είναι έως εξαιρετικά μικρά. Οι δείκτες ανάπτυξης στις προηγμένες χώρες άρχισαν να πέφτουν κι αυτό είχε σαν φυσική συνέπεια την μείωση του επιπέδου των μισθών και την αύξηση της ανεργίας. Τα στεγαστικά αλλά και άλλα δάνεια εμφανίζουν μείωση ζήτησης. Αυτό βέβαια σημαίνει ότι οι τράπεζες δεν παράγουν αρκετό χρήμα ώστε να μπορούν να αποπληρωθούν οι υπάρχουσες υποχρεώσεις συν τον τόκο. Επομένως κάποιοι εργαζόμενοι απ τους ζημιωμένους της ιστορίας μας δεν μπορούσαν πια να πληρώνουν τα στεγαστικά τους δάνεια. Η Fanniε, o Freddie και τα αδελφάκια Lehman, όπως και διάφοροι άλλοι αμερικανικοί και ευρωπαϊκοί όμιλοι, βρέθηκαν σε αδυναμία εκπλήρωσης των υποχρεώσεών τους, που φυσικά μεταφέρθηκε στο σύνολο του τραπεζικού συστήματος. Η κρίση έσκασε.

Από εδώ και πέρα τα πράγματα είναι πολύ απλά. Σε τέτοιες περιπτώσεις, το τραπεζικό σύστημα αφού έχει περάσει την πρώτη κόκκινη γραμμή, όπου το παραγόμενο χρήμα δεν αρκεί για να καλύψει τις υποχρεώσεις των δανειοληπτών της προηγούμενης περιόδου, στήνει το ισχυρότερο δυνατό ανάχωμα για την δεύτερη κόκκινη γραμμή, την πιθανότητα να αρχίσει ο κοσμάκης να ζητάει τα λεφτά του, που δεν υπάρχουν βέβαια όπως είδαμε. Οι τράπεζες κρατάνε όσα λεφτά μπορούν. Cash is king, σε τέτοιες περιπτώσεις. Κι αυτό βέβαια έχει σαν συνέπεια ακόμη λιγότερα δάνεια, ακόμη λιγότερο χρήμα στην αγορά, και επομένως φαύλο κύκλο ύφεσης.

Ο μόνος τρόπος να βγει το τραπεζικό σύστημα απ την κρίση είναι να παρουσιαστεί το κράτος και ως εγγυητής τους, αλλά και ως – θου Κύριε φυλακήν τω στόματί μου - ρυθμιστής της οικονομίας. Για όσους ξέρουν λιγάκι απ αυτά, μιλάμε για ισορροπίες Nash που δεν σπάνε χωρίς την μεσολάβηση εξωτερικής ρύθμισης. Το κράτος ρυθμιστής; Ο κύριος Greenspan σχίζει τα βιβλία του που ως αξίωμα είχαν την μείωση του ρόλου του κράτους. Οι νεοφιλελεύθεροι ψελλίζουν διάφορα περί πετρελαϊκών καρτέλ. Οι μαρξιστές μιλάν για κρίση υπερπαραγωγής. Ο διευθυντής της Αγγλικής Κεντρικής Τράπεζας λέει ότι το πρόβλημα είναι η έλλειψη ηθικής ακεραιότητας των golden boys, πράγμα που προφανέστατα σημαίνει ότι η επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά. Ευτυχώς μετά τις κρατικές παρεμβάσεις τα πράγματα βαίνουν προς ομαλοποίηση και επομένως δεν θα χρειαστεί να ακούσουμε πολλές άλλες θεωρητικές απολογίες.

Στην Ελλάδα βέβαια τα πράγματα είναι αρκετά χειρότερα. Το τραπεζικό μας σύστημα ήταν βέβαια πολύ πιο συντηρητικό απ τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά και το αμερικανικό και επομένως οι εγχώριοι λόγοι της κρίσης ήταν ανύπαρκτοι. Όμως η διεθνής κρίση μας μπήκε απ το παράθυρο του τουρισμού και της ναυτιλίας. Και ανέδειξε την εγκληματική βλακεία της επί πενταετία εφαρμοσμένης πολιτικής, αλλά και τα χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας μας. Και το τούνελ απ το οποίο οι προηγμένες χώρες βγαίνουν μας έχει εμφανιστεί πολύ αργότερα, επηυξημένο κατά το μέγεθος της λαϊκίστικης πολιτικής μας συμπεριφοράς και αντίληψης.

Κάποιες όμως φορές η βοήθεια σού έρχεται εκεί που δεν το περιμένεις. Το ελληνικό κράτος με το μέγεθός του έχει πολύ έντονη ρυθμιστική δράση, της οποίας βέβαια μέγιστο μέρος διεξάγεται κάτω απ το τραπέζι. Αν την φέρουμε στο φώς και την ελέγξουμε, θα βρεθούμε ένα βήμα μπροστά απ όλους τους άλλους. Το αν θα το καταφέρουμε βέβαια αυτό εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, ο κυριότερους απ τους οποίους είναι η θέλησή μας να κοιτάξουμε μπροστά.


Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2009

Διαφθορά μέρος Β

Η ηθική πλευρά της πολιτικής, που βεβαίως υπάρχει, δεν μπορεί να μετατρέπεται σε ηθικολογία. Η διαφθορά είναι κακό πράγμα αλλά το ότι την εντοπίσαμε και την διακρίναμε σε κατηγορίες δεν πρέπει να μας σταματά την σκέψη και να μας επιβάλλει την στάση της καταγγελίας, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Η πραγματική συζήτηση τώρα αρχίζει. Και το πρώτο ερώτημα είναι ποιο ακριβώς είναι το πρόβλημα με την διαφθορά;

Όλοι μπορούμε να αντιληφθούμε ότι το πρώτο και μέγιστο πρόβλημα είναι ότι δυσκολεύει τις περισσότερες σοβαρές ξένες επιχειρήσεις στο να προχωρήσουν σε επενδύσεις στον τόπο. Οι σοβαροί επενδυτές σήμερα δεν δέχονται εύκολα να μπουν στο γαϊτανάκι της μίζας προς τα κόμματα, τους πολιτικούς, τους υπαλλήλους της πολεοδομίας, τους εφοριακούς, τους αστυνομικούς, τους δικαστικούς και Κύριος οίδε ποιούς άλλους για να καταφέρουν να κάνουν την δουλειά τους. Σε πολλά κράτη μάλιστα, η νομοθεσία που κάποτε επέτρεπε τα δωράκια για επενδύσεις στο εξωτερικό αλλάζει επί το αυστηρότερον. Θυμηθείτε την Γερμανία που θέτοντας εκτός νόμου τη μίζα στο εξωτερικό βρήκε μπροστά της το σκάνδαλο Siemens. Δεν είναι τυχαίο ότι το ποσοστό ιδιωτικών επενδύσεων στην Ελλάδα είναι μικρό. Εκτός όμως απ αυτή την σημαντική ζημιά που η διαφθορά προξενεί γενικά, το κάθε είδος της συνδέεται με διαφορετικά προβλήματα.

Στο πρώτο είδος διαφθοράς, την αμιγώς πολιτική, το πρόβλημα που προκύπτει είναι πρόβλημα δημοκρατίας. Οι πολιτικοί που βλέπουμε στις τηλεοράσεις μας έχουν ήδη προεπιλεγεί απ την οικονομική εξουσία που διαφεντεύει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, και μάλιστα με την προϋπόθεση ότι εξυπηρετούν τα συμφέροντά της. Επομένως η οποιαδήποτε επιλογή βουλευτή ή ενδεχομένως και κόμματος κάνουμε, αν δεν μας εκφράζει ακριβώς αλλά μόνον προσεγγιστικά, είναι εξ αρχής νοθευμένη. Οι εκλεκτοί του λαού τουλάχιστον δεν είναι οι καλύτεροι δυνατοί γι αυτόν, άρα έχουμε πρόβλημα ποιότητας αντιπροσώπευσης και διαχείρισης. Φυσικά στην ευτελή της εκδοχή, όπου η πολιτική διαφθορά μετατρέπεται σε ρουσφέτι τα πράγματα είναι ακόμα ασχημότερα και οι συνέπειες για την πολιτική και οικονομική μας ζωή τραγικές.

Στο δεύτερο είδος διαφθοράς τα πράγματα είναι λιγάκι δυσκολότερα. Εδώ έχουμε και μια σαφή επιβάρυνση του κόστους αλλά και της ποιότητας των αγαθών που προμηθεύεται το κράτος απ τον συγκεκριμένο ισχυρό πωλητή. Θα μπορούσε βέβαια κάποιος κυνικός να ισχυριστεί ότι το συγκεκριμένο επιπλέον κόστος είναι περίπου αντίστοιχο του διαφημιστικού κόστους των επιχειρήσεων, που τελικά διευρύνοντας την αγορά και τον τζίρο τους μπορούν να μειώσουν τις τιμές τους, και δεν θα είχε εντελώς άδικο. Χωρίς την δια της μίζας πίεση των οικονομικών παραγόντων για δουλειές, ίσως η πολιτική σκηνή θα περιέπιπτε σε κατάσταση ραθυμίας. Όμως αυτό το επιχείρημα προϋποθέτει την προς ραθυμία τάση, άρα την κακή ποιότητα των αντιπροσώπων του λαού, επομένως μπαίνει σε φαύλο κύκλο με το προηγούμενο πρόβλημα. Υπάρχει όμως κι ένας άλλος λόγος, σοβαρότερος.

Σ αυτού του είδους την διαφθορά η συναλλαγή με τους πολιτικούς γίνεται σε υψηλό επίπεδο από ένα club προμηθευτών που έτσι κι αλλιώς παίρνει δουλειές. Τα μέλη αυτού του club βρίσκονται μεταξύ τους σε ισορροπία που κανείς απ αυτούς δεν θέλει να καταστρέψει ξεκινώντας ένα πόλεμο. Επειδή όμως αυτού του είδους οι συναλλαγές δεν μπορούν να μείνουν κρυφές στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ, σύντομα βρίσκουν μιμητές σε χαμηλότερο επίπεδο κι έτσι δημιουργείται το τρίτο είδος διαφθοράς.

Καθώς το επίπεδο διαφθοράς κατεβαίνει ιεραρχικά, το ποσό της κάθε συναλλαγής μικραίνει, αλλά ο αριθμός των συναλλασσομένων μεγαλώνει, όπως μεγαλώνει και η μίζα ως ποσοστό της αξίας του έργου. Ενώ το κόστος της μίζας στο υψηλό επίπεδο εύκολα απορροφάται από μικρή υπερτιμολόγηση του έργου χωρίς άλλες παρενέργειες, στα χαμηλά επίπεδα η ποιότητα του έργου αλλά και των συνθηκών παραγωγής του μειώνεται πολύ.

Κάθε μεγάλο έργο έλκει τα φώτα της δημοσιότητας, επομένως είναι σε κάποιο βαθμό διαφανές. Αυτοί που ανταγωνίζονται για την ανάληψή του είναι μεγάλες εταιρείες με πολλούς εργαζομένους και το πολιτικό κόστος της οικονομικής καταστροφής ενός απ αυτούς είναι τεράστιο. Επομένως δεν είναι προς συμφέρον των πολιτικών να πάρουν τις αποφάσεις τους με γνώμονα αποκλειστικά την μίζα κι αυτό είναι κατανοητό και απ τους προμηθευτές, που αναγνωρίζουν το δικαίωμα των ανταγωνιστών τους να παίρνουν δουλειές κι αυτοί. Γρήγορα λοιπόν δημιουργείται ένας μηχανισμός που εξυπηρετεί το κοινό συμφέρον των προμηθευτών και των πολιτικών. Οι προμηθευτές τείνουν να εξειδικεύονται και να αποκτούν μονοπωλιακή ισχύ στον τομέα τους, αποδεχόμενοι την ισχύ των άλλων στους δικούς τους τομείς. Άλλος παίρνει τα πετρέλαια, άλλος τον μηχανολογικό εξοπλισμό, άλλος τα ηλεκτρονικά. Ακόμη και στις κατασκευές που κανείς δεν θέλει βέβαια να εγκαταλείψει, δημιουργείται ένα ολιγοπώλιο από εταιρείες των οποίων οι ιδιοκτήτες συνεργάζονται όχι μόνο στα έργα που παίρνουν, αλλά ακόμη και στα μέσα ενημέρωσης που αγοράζουν για να προωθούν τα συμφέροντά τους.

Η αποδοχή του κοινού τους συμφέροντος γρήγορα μειώνει την μίζα ως ποσοστό επί της αξίας του έργου εφόσον οι δαπάνες των κομμάτων που πρέπει να καλυφθούν απ τις μίζες δεν αποτελούν σοβαρό κονδύλι σε σύγκριση με τα τεράστια ποσά που τα μεγάλα δημόσια έργα απαιτούν. Και αφού όλοι κάποια έργα θα πάρουν, η μίζα μετατρέπεται από κρίσιμο παράγοντα για την ανάληψη του έργου σ ένα είδος «συνεισφοράς» προς το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του, προς όλα δηλαδή τα κόμματα. Αν κάποια κόμματα για ιδεολογικούς λόγους θέλουν να αποφύγουν οποιαδήποτε επαφή, η μίζα μετατρέπεται σε δωράκι προς τα υψηλού επιπέδου στελέχη τους, συνήθως συνδικαλιστές στην δημόσια διοίκηση για να μην φέρνουν αντιρρήσεις.

Ας θυμηθούμε πάλι την περίπτωση Siemens. Σύμφωνα με τον κ. Χριστοφοράκο που όπως απεδείχθη δεν είχε ιδιαίτερο λόγο να ψεύδεται μια και αθωώθηκε, τα έπαιρναν όλοι, και μάλιστα όχι για κάποιο συγκεκριμένο έργο, αλλά γενικά. Το ποσό που δήλωσε ο κ. Τσουκάτος ότι πήρε ήταν ένα εκατομμύριο. Άντε να έπεσαν κάποια ακόμη ποσά που δεν γνωστοποιήθηκαν. Προσθέστε άλλα τόσα προς τα υπόλοιπα κόμματα. Και τώρα σκεφτείτε μόνο τα δισεκατομμύρια του C4I. Η μίζα ως επί τοις εκατό ποσοστό είναι κλάσμα της (μιας) μονάδας.

Ας θυμηθούμε τώρα απ την άλλη μεριά την υπόθεση Παυλίδη. Αν αληθεύουν -επαναλαμβάνω- οι καταγγελίες, τα ποσά που ζητήθηκαν αφορούσαν συγκεκριμένη δουλειά, την εκμετάλλευση γραμμών. Κανείς άλλος πολιτικός, κόμμα ή στέλεχος κόμματος δεν συμμετείχε στην συναλλαγή. Η μίζα δεν ήταν συνεισφορά προς το κόμμα, εξάλλου ο επίδοξος ανάδοχος ήταν κι αυτός στέλεχος της ΝΔ. Και ήταν αν θυμάμαι καλά της τάξεως των εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ (για την αγορά του σπιτιού της θυγατέρας) σε μια ανάθεση της τάξεως των μερικών εκατομμυρίων ευρώ. Το ποσοστό της μίζας επί τοις εκατό έχει πολλαπλασιαστεί επί δέκα και άνω. Και τώρα βέβαια μιλάμε για αριθμούς που απαγορεύουν την συμμετοχή οποιασδήποτε σοβαρής επιχείρησης σε δημόσιους διαγωνισμούς.

Προχωρώντας προς τα κάτω ας φανταστούμε ένα δήμαρχο μικρής πόλης ή χωριού που βρήκε λεφτά για να μηχανογραφήσει τον δήμο. Φυσικά εδώ το έργο μπορεί να σπάσει σε αρκετά μικρότερα το καθένα απ τα οποία μπορεί να περιοριστεί σε ύψος που επιτρέπει απευθείας ανάθεση. Εδώ η μίζα μπορεί να φτάνει το 10, το 20 ή και το 40% του έργου. Στις περισσότερες μάλιστα περιπτώσεις καθορίζεται εξ αρχής και το ξέρουν όλοι. Θυμηθείτε παρακαλώ τις ευρωπαϊκές εκθέσεις που μιλάνε για τεράστια διαφθορά στους μικρούς ειδικά δήμους.

Και το χειρότερο δεν είναι αυτό. Στα χαμηλότερα επίπεδα το έργο δεν έχει καμμιά σημασία, είναι απλώς το πρόσχημα της συναλλαγής. Θα μηχανογραφήσουμε τον δήμο. Εσύ θα πάρεις 20 χιλιάρικα απ τα οποία θα μου δώσεις τα 5. Τελεία και παύλα. Κανείς δεν θα στενοχωρηθεί πολύ αν η μηχανογράφηση του δήμου έχει τα χάλια της. Οι αρμόδιοι ελεγκτές δεν μπορούν να ελέγξουν το έργο επί της ουσίας και φυσικά φροντίζουν να μη μπορούν. Ο κόσμος θα βλέπει τα κουτιά των υπολογιστών χωρίς να αντιλαμβάνεται τι ακριβώς δουλειά κάνουν. Το έργο απλώς δεν θα έχει γίνει. Το 100% των χρημάτων που δόθηκαν πήγαν χαμένα.

Επομένως, για να συνοψίσουμε. Τα δυο πρώτα είδη διαφθοράς συνδέονται με πτώση ποιότητας του πολιτικού προσωπικού, όπως κάθε είδος διαφθοράς εξάλλου. Το πρώτο εισάγει και πρόβλημα δημοκρατίας. Το δεύτερο επιπλέον προκαλεί και αύξηση κόστους και μείωση της αξίας των δημοσίων έργων, και ανοίγει τον δρόμο στο τρίτο είδος που μπορεί μέχρι και να μηδενίζει την αξία των έργων.

Με το τέταρτο είδος μπαίνουμε στην κατεξοχήν χαμηλού επιπέδου διαφθορά που αφορά άμεσα τον πολίτη και ασχημαίνει εξαιρετικά την ζωή του μέσου πολίτη. Το κράτος μετατρέπεται σε «προστάτη» με την εντελώς μαφιόζικη έννοια του όρου. Τα στελέχη του μας προστατεύουν απ το κράτος, που τελικά γίνεται ο κατ εξοχήν μας αντίπαλος. Αυτή η χυδαιότητα δημιουργεί ένα συνολικό καθεστώς ημι-νομιμότητας, ένα βιότοπο όπου ο καλύτερα προσαρμοσμένος, δηλαδή ο χυδαιότερος επιβιώνει εις βάρος των υπολοίπων.

Αυτό το είδος διαφθοράς είναι σαφώς εξαιρετικά επικίνδυνο για την πολιτική και οικονομική μας ζωή και συγκρίνεται απ αυτή την άποψη μόνο με το τελευταίο, την συναλλαγή με τον πολίτη ως πελάτη. Οι διαφορές μεταξύ τους είναι ότι το τελευταίο φαίνεται να φθίνει από πλευράς εξάπλωσης, άρα ποσοτικά είναι λιγότερο επικίνδυνο, αυτό όμως το χαρακτηριστικό ισοσταθμίζεται και με το παραπάνω απ το ότι ο κύριος τομέας εφαρμογής του είναι οι υπηρεσίες υγείας όπου ο πολίτης και βρίσκεται σε κατάσταση απόλυτης αδυναμίας και συναλλάσσεται με κάποιον ο οποίος απαιτεί και επιτυγχάνει σεβασμό για το «λειτούργημά» του.

Η επίδραση αυτού του είδους διαφθοράς στο σύστημα αξιών της κοινωνίας είναι τραγική. Η γνώση στην ιατρική αφορά θέματα που προξενούν αμέσως δέος, ανήκουν κατ ουσίαν στον χώρο του ιερού. Επομένως ο γιατρός για τον μέσο πολίτη είναι ένα είδος ιεροφάντου. Όταν όμως η ιερότητα, το δέος και η γνώση μετατρέπονται σε εργαλεία του γιατρού με στόχο την δια εκβιασμού κονόμα, όταν δηλαδή ο ιεροφάντης τοποθετεί στην κορυφή του συστήματος αξιών του τα χρήματα, το ιερό και η γνώση χάνουν κάθε σημασία, κι όχι μόνο για τον ίδιο αλλά και για τον ασθενή. Η κοινωνία αποσαθρώνεται.

Ας συνοψίσουμε πάλι, από κάτω προς τα πάνω τώρα. Ο ιστός της διαφθοράς είναι προφανής. Ο πολίτης στο χαμηλότερο επίπεδο διαφθοράς(5) αισθάνεται δέος προς την γνώση. Είναι ο αρχαίος Αιγύπτιος μπροστά στο ιερατείο. Το δέος μετατρέπεται σε πολύ απλούστερο και απαλλαγμένο ιερότητας φόβο της εξουσίας στο αμέσως προηγούμενο επίπεδο(4). Ο υπήκοος παραμένει δούλος που παραδίδει την δεκάτην στον κύριό του, αλλιώς θα ελεγχθεί και θα βρεθεί λειψός. Ανεβαίνοντας επίπεδο διαφθοράς(3), ο φόβος μετατρέπεται σε απλό πάρε-δώσε, αρχίζει να υπάρχει μια σχετική ισοτιμία μεταξύ δωρολήπτη και δωροδότη που ανεβάζει και τους δυο οικονομικά και κοινωνικά, διακρίνοντάς τους απ το πλήθος των υπηκόων. Στο πιο πάνω σκαλί(2) ο δωροδότης γίνεται πλέον χορηγός. Η οικονομική εξουσία στο ανεπτυγμένο της επίπεδο αυτονομείται. Στο υψηλότατο επίπεδο διαφθοράς(1) δεν έχουμε παρά μια αίσθηση κοινού συμφέροντος και συντονισμού των εξουσιών που υπηρετείται με ευγένεια και καλούς τρόπους.

Το πρόβλημα λοιπόν της διαφθοράς είναι ουσιωδώς πρόβλημα εξουσίας, πρόβλημα λειτουργίας της δημοκρατίας. Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτό; Εδώ θα ξεκινήσω με την οδό που η κυβέρνηση προτείνει και θα κάνω μερικά σχόλια.

Το πρώτο που θα μπορούσαμε να σκεφτούμε είναι βέβαια είναι η δυνατότητα ελέγχου της εξουσίας απ τους πολίτες, ώστε να κλείνει ο κύκλος. Ανεξάρτητες αρχές και μη κυβερνητικές οργανώσεις φαίνεται να είναι η βασιλική οδός προς αυτή την κατεύθυνση. Κι ας θυμηθούμε την εστίαση της κυβέρνησης στον συνήγορο του πολίτη και άρα γενικότερα στις ανεξάρτητες αρχές απ την πρώτη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου.

Σε όλες τις μελέτες και τις προτάσεις οργανισμών απ τον ΟΟΣΑ ως το ΔΝΤ, η κυρίαρχη άποψη είναι ότι η καταπολέμηση της διαφθοράς πρέπει να ακολουθεί μια top-down πορεία, αρχίζοντας απ τα ανώτατα κυβερνητικά στελέχη. Και η κυβέρνηση έτσι έκανε. Το δεύτερο στοιχείο του σχεδίου της κυβέρνησης για αντιμετώπιση της διαφθοράς, πάλι ξεκινά απ την κορυφή. Είναι όπως ήδη είπα στο προηγούμενο post το έναυσμα που μ έκανε να γράψω για την διαφθορά. Αναφέρομαι στην συζήτηση μεταξύ αρχηγών κομμάτων υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με γενικό θέμα την διαφθορά και ειδικότερα την χρηματοδότηση των κομμάτων. Όπως έχουμε δει, αυτό είναι το δεύτερο είδος διαφθοράς. Τα κόμματα χρειάζονται περισσότερους πόρους απ αυτούς που τους διατίθενται απ τη βουλή, η βουλή δεν μπορεί να αυξήσει αυτά τα κονδύλια ξέροντας ότι η λαϊκίστικη αντίληψη περί πολυέξοδης δημοκρατίας κυριαρχεί, και επομένως αρχίζει το παιχνίδι της χορηγίας.

Υπάρχουν δυο οδοί λύσης του προβλήματος. Ο πρώτος είναι η αύξηση των (νομίμων) εσόδων, ο δεύτερος η μείωση των δαπανών. Και στις δυο περιπτώσεις χρειάζεται συμφωνία των κομμάτων, αφού απουσία της σημαίνει ότι κάποιο ή κάποια κόμματα θα επιχειρήσουν και πιθανότατα θα τα καταφέρουν να αγρεύσουν ψήφους κατηγορώντας τους συμφωνούντες υπόλοιπους είτε ως πολυέξοδους είτε ως αντιδημοκρατικούς αν περιορίσουν τους τρόπους χρηματοδότησης. Ελπίζω ότι θα βρεθεί μια κοινή συμφωνία για το θέμα.

Όμως όπως είδαμε, το δεύτερο είδος διαφθοράς περιλαμβάνει και προσωπικές ενισχύσεις πολιτικών, που κυρίως συμβαίνει σε περιφέρειες με πολλούς συνυποψήφιους που ανταγωνίζονται μεταξύ τους για τον σταυρό. Λογική λοιπόν είναι και η αλλαγή του εκλογικού νόμου με άλλον που χωρίζει την Ελλάδα κυρίως σε μονοεδρικές περιφέρειες.

Αλλά η καθαρή χρηματοδότηση των κομμάτων, οι μονοεδρικές περιφέρειες και οι ανεξάρτητες αρχές δεν φθάνουν. Η κόπρος του Αυγείου είναι πολλή και δεν καθαρίζεται με μερικούς φορείς. Χρειάζεται απαραίτητα έλεγχος από οποιονδήποτε πολίτη, και επομένως η μέγιστη δυνατή διαφάνεια. Φαίνεται ότι η κυβέρνηση το έχει αντιληφθεί σαφώς και προωθεί την διαφάνεια όσο είναι δυνατόν. Με το τελευταίο νομοσχέδιο για την ανάρτηση όλων των αποφάσεων της διοίκησης στο Internet η πρόθεση είναι προφανής. Και ας θυμηθούμε την εισήγηση του Παπανδρέου για το νομοσχέδιο αυτό όπου δήλωσε ότι το ΠΑΣΟΚ το είχε προτείνει και προ τετραετίας και ότι αν η πρότασή του είχε γίνει δεκτή κανένα απ τα σκάνδαλα που συντάραξαν τον δημόσιο βίο δεν θα είχε γίνει. Και είχε δίκιο.

Εντελώς παρενθετικά, όπως ήδη θα πρέπει να είναι κατανοητό, τα σώματα ελεγκτών της δημόσιας διοίκησης που αποτελούν μέρος της όχι απλώς δεν λειτουργούν, αλλά μέσα στην συνολική σήψη μετασχηματίζονται σ ένα ακόμη σκαλοπάτι εξουσίας που θα μπει κι αυτό στο χορό της διαφθοράς με μόνο αποτέλεσμα να αυξήσει κι άλλο την απαιτούμενη μίζα. Αυτή είναι η ιστορία της αντιμετώπισης της διαφθοράς απ την προηγούμενη κυβέρνηση.

Δεν φτάνει βέβαια η διαφάνεια για να σταματήσει η διαφθορά. Η διαφάνεια είναι βασική προϋπόθεση για τον έλεγχο, όμως δεν ταυτίζεται μαζί του. Ο έλεγχος απ την άλλη μεριά προϋποθέτει την πληροφορία, και η διαφάνεια δεν παρέχει την πληροφορία αλλά μόνο την δυνατότητά να την έχουμε. Για να αποκτηθεί η πληροφορία χρειάζεται και η ικανότητα επεξεργασίας των δεδομένων που η διαφάνεια προσφέρει. Η δυνατότητα αυτή πρέπει κατ αρχήν να προσφέρεται σε κάθε πολίτη, αλλά πρώτιστα στην ίδια την κυβέρνηση. Επομένως χρειάζεται αυτό που σήμερα ονομάζουμε ηλεκτρονική διακυβέρνηση, και που ευτυχώς απέκτησε και υπουργική στέγη εσχάτως. Ας ελπίσουμε ότι ένα σχέδιο υλοποίησης της είναι καθ’ οδόν παρά το αυξημένο κόστος, που υπολογίζεται απ όσο ξέρω σε 2-3 δισεκατομμύρια.

Δυο ακόμη δράσεις της κυβέρνησης κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση. Η πρώτη αφορά την εφορία. Για να δουλέψουν οι υπολογιστές αποτελεσματικά χρειάζονται κριτήρια. Ποιός δηλώνει λίγα; Ο παλιός τρόπος αντιμετώπισης ήταν τα τεκμήρια, που όμως γρήγορα αφομοιώθηκαν απ το σύστημα αφού και η κριτική εναντίον τους τα χαλάρωσε και οι φόρου υπόχρεοι βρήκαν μεθόδους παράκαμψής τους. Χρειάζονται πολύ πιο σύνθετα εργαλεία για να βρεθεί ποιος πραγματικά φοροδιαφεύγει. Με χαρά άκουσα τον κ. Παπακωνσταντίνου να λέει ότι στο υπουργείο του σχεδιάζουν ακριβώς ένα αλγόριθμο υπολογισμού του αναμενόμενου κόστους διαβίωσης δεδομένων των στοιχείων που καταθέτει ο χρήστης στην εφορία. Αν δηλαδή για παράδειγμα κάποιος ενοικιάζει ένα διαμέρισμα με 1.000 € μηνιαίως, έχει δυο αυτοκίνητα αξίας 25.000 € το καθένα, διαθέτει για εξυπηρέτηση δανείων άλλα 1.000 € κλπ, το αναμενόμενο κόστος διαβίωσής του είναι πχ 5.000 € ανά μήνα, δηλαδή 60.000 € στον χρόνο. Δήλωση ποσού μικρότερου απ τις 60.000 € θα επιβάλλει έλεγχο με σχεδόν σίγουρο αποτέλεσμα. Με δεδομένο ένα τέτοιο αλγόριθμο η φοροδιαφυγή και η σχετιζόμενη μ αυτήν διαφθορά θα ελαττωθούν.

Η επόμενη σημαντική δράση που υποδεικνύει το ενιαίο σχέδιο της κυβέρνησης να καταπολεμήσει την διαφθορά είναι η κάρτα ασθενούς που η κ. Ξενογιαννακοπούλου δήλωσε ότι θα εισαγάγει. Στην πιο εξελιγμένη της περίπτωση η κάρτα ασθενούς είναι μια υλική ή νοητή κάρτα με την οποία οι υπηρεσίες υγείας αποκτούν πρόσβαση στο αρχείο του ασθενή. Όταν ο ασθενής πάει στο γιατρό, αυτός εισάγει την κάρτα σε ένα μηχάνημα που έχει. Η διάγνωση του γιατρού, οποιοδήποτε παραπεμπτικό εξέτασης και φυσικά η συνταγή καταγράφεται στο αρχείο του ασθενή μαζί βέβαια με τον κωδικό του γιατρού. Ο ασθενής για να πάρει τα φάρμακά του δίνει την κάρτα του στον φαρμακοποιό, ο οποίος απ εκεί βρίσκει την συνταγή. Το ίδιο συμβαίνει και με τις εξετάσεις που ο γιατρός έχει συστήσει, και οι οποίες και πάλι με βάση την κάρτα εκτελούνται.

Η σημασία αυτής της κάρτας για τις υπηρεσίες υγείας είναι προφανής. Κάθε ασθενής έχει όλο του το ιστορικό στην κάρτα, πράγμα που βελτιώνει την περίθαλψή του. Η πίσω όψη όμως της κάρτας ίσως δεν είναι τόσο προφανής. Είναι η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς. Αφού κάθε επίσκεψη καταγράφεται, ξέρουμε ποιος γιατρός είδε ποιους ασθενείς ανά πάσα στιγμή. Επομένως οι ιδιώτες γιατροί φορολογούνται, οι δε γιατροί του ΕΣΥ ελέγχονται εύκολα για το αν δέχονται ασθενείς εκτός του νοσοκομείου ή ταμείου που πρέπει. Εύκολα επίσης ελέγχεται η προτίμηση κάποιου γιατρού για φάρμακα συγκεκριμένης εταιρείας, ή για κάποιες ακριβές εξετάσεις που εντελώς κατά τύχη γίνονται σε συγκεκριμένο εργαστήριο.

Το τελευταίο μέτρο της κυβέρνησης για την καταπολέμηση της διαφθοράς είναι η εισαγωγή στο δημόσιο μόνον μέσω ΑΣΕΠ. Παρότι αυτό το θέμα σηκώνει πολλή συζήτηση γύρω από άλλες παραμέτρους του, δεν μπορεί νομίζω να αρνηθεί κανείς εύκολα ότι το μέτρο αυτό μειώνει σημαντικά ή και εξαφανίζει τις δυνατότητες ρουσφετιού.

Μιλήσαμε για αρκετά μέτρα κι ίσως η εικόνα να έχει θολώσει λίγο. Νομίζω ότι χρειάζεται μια συνοπτικότερη και σαφέστερη εικόνα για το τι έχει γίνει ήδη ή εξαγγελθεί ανα είδος διαφθοράς.

1. πολιτική χωρίς οικονομική συναλλαγή

-Καταπολέμηση ρουσφετιού με ΑΣΕΠ (αλλά δεν αντιμετωπίζεται το υψηλό επίπεδο της σχέσης με τους μεγάλους προμηθευτές).

2. πολιτική με οικονομική συναλλαγή

-Ανεξάρτητες αρχές
-Χρηματοδότηση κομμάτων
-Εκλογικός νόμος

3. οικονομική συναλλαγή στελεχών με προμηθευτές

-Ηλεκτρονική διακυβέρνηση
-Διαφάνεια
-Αδιάβλητη δημόσια αξιοκρατική επιλογή υψηλόβαθμων κρατικών στελεχών χωρίς κομματικά κριτήρια.
-Πόθεν έσχες.

4. οικονομική συναλλαγή με ελεγχόμενους

-Ηλεκτρονική διακυβέρνηση
-Αλγόριθμος υπολογισμού εισοδήματος και εντοπισμού πιθανών φοροφυγάδων.
-Πόθεν έσχες

5. οικονομική συναλλαγή με πελάτες

-Ηλεκτρονική διακυβέρνηση
-Κάρτα ασθενούς.
-Πόθεν έσχες


Κοιτάζοντας τον πίνακα μπορούμε εύκολα να παρατηρήσουμε ότι αντιμετωπίζεται η διαφθορά σ όλα τα είδη της. Νομίζω ότι μόνο πολύ κακή πίστη μπορεί να επιτρέψει σε κάποιον να αρνηθεί ότι η κυβέρνηση έχει πολύ σοβαρό σχέδιο για την καταπολέμηση της διαφθοράς. Η λήψη ενός τέτοιου πακέτου μέτρων από μια κυβέρνηση 50 ημερών δείχνει πεντακάθαρα και τις προθέσεις της κυβέρνησης αλλά και την σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζει το πρόβλημα. Τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί ή εξαγγελθεί για την καταπολέμηση της διαφθοράς σε λιγότερο από δυο μήνες είναι περισσότερα και σοβαρότερα απ’ όσα έχουν ληφθεί οποτεδήποτε άλλοτε. Φθάνουν όμως αυτά για την ευόδωση των καλών προθέσεων; Η απάντησή μου είναι ότι χρειάζονται κι άλλα.

Ας ξεκινήσουμε με λίγη ιστορία. Την δεκαετία του 1950, μετά τον εμφύλιο, ο μόνος επιζών οργανισμός στην Ελλάδα είναι ο στρατός που αναλαμβάνει να διοικήσει τον τόπο. Η στρατιωτική νοοτροπία γίνεται πολιτική και διοικητική αντίληψη κι εδώ αρχίζει το πρόβλημα. Όταν ένας λοχαγός μοιράζει στους φαντάρους του καθήκοντα 21 ωρών σε ένα 24ωρο, δηλαδή κάτι περίπου αδύνατο, αυτό εν καιρώ πολέμου μπορεί να είναι επιβεβλημένο. Όταν το κάνει στο στρατόπεδο σε ειρηνική περίοδο, αυτό μπορεί να θεωρηθεί σαν θεμιτή προετοιμασία πολέμου, και να καταλήξει σαν ένα παιχνιδάκι όπου οι μεν φαντάροι μαθαίνουν παλιώνοντας να επιλέγουν τα καθήκοντα που θα εκτελέσουν, ο δε διοικητής έχει την δυνατότητα να τιμωρεί όποιον θέλει αφού όλοι παρανομούν, εμπεδώνοντας έτσι την εξουσία του. Όταν αυτό όμως γίνεται διοικητική αντίληψη τα πράγματα παίρνουν άσχημη τροπή. Ας δούμε γιατί.

Το κράτος εκδίδει εντολές με την μορφή νόμων και διατάξεων. Αν αυτές δεν είναι δυνατόν να τηρηθούν, τότε αναγκαία θα υπάρξουν παραβάσεις. Τώρα όμως εδώ υπεισέρχονται μηχανισμοί ελέγχου που αφ ενός γνωρίζουν το αδύνατο της τήρησης, άρα από ανθρώπινη διάθεση δεν θέλουν να τιμωρήσουν τον παραβάτη, αφ ετέρου μπαίνουν στον πειρασμό να πάρουν ένα δωράκι για να κλείσουν τα μάτια. Και να ‘την η διαφθορά.

Όταν το κράτος απαγορεύει το κτίσιμο σε δασικές εκτάσεις –όχι δάση, δασικές εκτάσεις, δηλαδή θάμνους, η ανάγκη στέγασης των κατοίκων που δεν βρίσκει νόμιμη οδό θα κινηθεί προς την παρανομία. Τα σπίτια θα είναι αυθαίρετα. Και θα τα παίρνουν στην πολεοδομία, στους δήμους, στα δασαρχεία κλπ. Και οι πρώτοι παραβάτες, που βέβαια τα κατάφεραν να χτίσουν, θα είναι τα κοινωνικά πρότυπα, οι «παλιοί φαντάροι» τους οποίους οι νέοι θα μιμούνται. Το ίδιο θα γίνει όταν οι διατάξεις επιβάλλουν σ ένα καφενείο 20 τετραγωνικών να έχει έξοδο κινδύνου. Τα παραδείγματα είναι άφθονα. Όταν οι νόμοι είναι ανορθολογικοί και δεν εξυπηρετούν τις ανάγκες της κοινωνίας, η διαφθορά θα είναι βέβαιη.

Η δεύτερη παρατήρηση μου αφορά το τέταρτο είδος διαφθοράς, το πιο ενοχλητικό για τον μέσο πολίτη. Ο ελεγχόμενος πολίτης είναι ή φοβάται ότι είναι παράνομος, γι αυτό δίνει μίζα. Αυτό όμως δεν συμβαίνει τυχαία. Οι νόμοι μας αφ ενός μεν εμποδίζουν ή δυσχεραίνουν όπως είδαμε πολύ λογικές δραστηριότητες των πολιτών, αφ ετέρου δε αποτελούν ένα δαιδαλώδες σύστημα στο οποίο ο μέσος πολίτης αισθάνεται απολύτως ανίσχυρος. Ο πολίτης δεν μπορεί να ξέρει πως ακριβώς τροποποιήθηκε ο νόμος Χ του 1951 που αφορά την λειτουργία των καταστημάτων απ τον νόμο Ψ του 1977 που στη συνέχεια τροποποιήθηκε απ το άρθρο 482 του νόμου Ζ του 1992 που αφορά την μόλυνση του περιβάλλοντος αλλά ο υπουργός έχωσε μέσα το άρθρο για τα καταστήματα. Και ακόμη περισσότερο, πώς να ξέρει τις υπουργικές διατάξεις που τον υλοποιούν και τις εγκυκλίους της διοίκησης που (παρ)ερμηνεύουν όλα τα παραπάνω;

Ακόμη όμως και αν ο πολίτης διαθέτει νομικούς συμβούλους για να τον καθοδηγούν στον λαβύρινθο αυτόν, η οποιαδήποτε προσπάθεια για δικαίωσή του από τα δικαστήρια καθυστερεί εξαιρετικά ακριβώς λόγω αυτής της πολυπλοκότητας. Κι η καθυστέρηση αυτή δίνει στον πολίτη το αίσθημα της ανομίας, που τελικά τον οδηγεί στην αναζήτηση συντομεύσεων. Και συντομεύσεις εδώ σημαίνουν διαφθορά. Και αν τα καταφέρει γίνεται πρότυπο για τους διπλανούς του.

Οι δυο πιο πάνω παρατηρήσεις μου σημαίνουν ότι για την καταπολέμηση της διαφθοράς χρειάζεται απαραίτητα εξορθολογισμός του νομικού μας συστήματος σε δυο επίπεδα.

• Οι παράλογοι και αναχρονιστικοί νόμοι πρέπει να αλλάξουν και
• Όλο το νομικό σύστημα πρέπει να αποκτήσει απλή κωδικοποίηση.


Θεωρώ επομένως απαραίτητη για την καταπολέμηση της διαφθοράς την δημιουργία δυο επιτροπών. Η πρώτη, που πρέπει να αποτελείται από τεχνοκράτες, νομικούς και πολιτικούς όλων των κομμάτων, πρέπει να βρει τους νόμους με τις περισσότερες παραβάσεις, δηλαδή τους πιο ανορθολογικούς, να τους μελετήσει και να προτείνει την αλλαγή τους. Η δεύτερη, στην οποία δεν χρειάζονται πολιτικοί πρέπει να επανακωδικοποιήσει τους νόμους μας ώστε να εξαφανιστούν οι δαιδαλώδεις διαδρομές παράγοντας ένα ισοδύναμο πλέγμα νόμων που δεν θα αναφέρονται όμως σε προηγούμενους. Κάτι σαν τον Ιουστινιάνειο κώδικα δηλαδή. Το έργο αυτό είναι μεν δύσκολο, αλλά στην εποχή μας με την βοήθεια των υπολογιστών είναι αρκετά ευκολότερο απ ότι ήταν 1500 χρόνια πριν.

Στο προηγούμενο πλαίσιο σκέψεων ανήκει κι ένα άλλο θέμα που επειδή είναι τεράστιο χρειάζεται ειδική αναφορά. Στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή υπάρχουν 12000 κρατούμενοι. Απ αυτούς οι 4500 είναι μέσα για ναρκωτικά. Άλλοι τόσοι περίπου είναι φυλακισμένοι για σχετιζόμενα με ναρκωτικά αδικήματα, όπως πορνεία, διαρρήξεις φαρμακείων ή αυτοκινήτων, κλοπές τσαντών και άλλα. Είναι προφανές ότι νομιμοποίηση της χρήσης ναρκωτικών – που έτσι κι αλλιώς πρέπει να γίνει και για άλλους λόγους που θα συζητήσω σε επόμενο post- θα άδειαζε τις φυλακές αλλά και τα δικαστήρια, μειώνοντας καίρια και τον χρόνο εκδίκασης των υπόλοιπων υποθέσεων αλλά βέβαια και την τεράστια διαφθορά της αστυνομίας και της δικαιοσύνης. Και αν η αστυνομία και η δικαιοσύνη διαφθείρονται όσο όλοι υποπτευόμαστε ότι γίνεται στην Ελλάδα, το υπόλοιπο κράτος δεν μπορεί να πηγαίνει πίσω.

Οι ίδιες σκέψεις ισχύουν και για δυο ακόμα τομείς διαφθοράς μικρότερης αλλά όχι αμελητέας σημασίας, την μετανάστευση και την πορνεία. Η παράνομη πορνεία και οι παράνομοι μετανάστες είναι σημαντικές πύλες εισόδου της διαφθοράς στον δημόσιο βίο. Τα κυκλώματα που στηρίζουν αυτές τις παράνομες δραστηριότητες τείνουν να εξαπλώνονται και σε άλλους τομείς μεταφέροντας κι εκεί την διαφθορά. Εξάλλου ένας δικαστής που δωροδοκήθηκε για μια υπόθεση πορνείας θα δωροδοκηθεί ευκολότερα στην επόμενη υπόθεση, όποια και να είναι αυτή.

Δεν κομίζω γλαύκα ες Αθήνας αν πω ότι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι απ την πίτα της διαφθοράς ανήκει στην οικοδομική δραστηριότητα. Οι υπηρεσίες πολεοδομίας θεωρούνται τα τελευταία δέκα χρόνια το πιο διεφθαρμένο τμήμα της δημόσιας διοίκησης. Η αντιμετώπιση του θέματος εδώ είναι γνωστή και απλή. Νομιμοποίηση –ε, με κάποιο πρόστιμο, ενδεχομένως και ετήσιο ώστε να μπαίνει στην τάξη των διαρθρωτικών μέτρων, πχ 5 τοις χιλίοις επί της αντικειμενικής αξίας το χρόνο- όλων των υπαρχόντων αυθαιρέτων, και μετά συστηματική καταπολέμηση οποιασδήποτε νέας αυθαιρεσίας. Φυσικά γι αυτό χρειάζεται να ολοκληρωθεί επιτέλους το Εθνικό Κτηματολόγιο. Για να μην έχει ολοκληρωθεί βέβαια αυτό το γιοφύρι της Άρτας τόσα χρόνια, οι πιέσεις που ασκούνται για το φρενάρισμά του θα πρέπει να είναι εξαιρετικά ισχυρές.

Αυτό που ίσως είναι μια λιγότερο συζητημένη πηγή διαφθοράς, είναι κάτι που ανέφερα και πιο πάνω, δηλαδή η απαγόρευση της οικοδομικής δραστηριότητας σε εκτάσεις με θάμνους, που ονομάζονται κατ ευφημισμόν δασικές εκτάσεις. Η απαγόρευση αυτή στραγγαλίζει την οικοδομική δραστηριότητα με τρείς φρικτές συνέπειες. Η πρώτη βέβαια είναι η διαφθορά. Η δεύτερη είναι ότι τα όρια των πόλεων στενεύουν, με αποτέλεσμα την απουσία ελεύθερων χώρων. Η τρίτη συνέπεια είναι ότι η σπανιότητα των οικοπέδων ανεβάζει τραγικά την τιμή της κατοικίας που γίνεται δυσπρόσιτη στους φτωχότερους πολίτες. Ίσως οι Έλληνες δεν γνωρίζουν ότι αγοράζουν τα διαμερίσματά τους σε πολύ ψηλότερες τιμές απ αυτές που οι υπόλοιποι ευρωπαίοι αγοράζουν σπίτια, ναι σπίτια, με γκαράζ, κήπο, δένδρα και λοιπά. Και την πρώτη ευθύνη γι αυτό έχει η ακρίβεια των οικοπέδων.

Αρκετά σας κούρασα, έρχομαι στο τελευταίο σημείο. Όπως ήδη ανέφερα, τα μεγάλα έργα εξαιτίας των προβολέων της δημοσιότητας που πέφτουν πάνω τους, του γεγονότος ότι απευθύνονται σε ένα κλειστό club προμηθευτών που δεν κάνουν πόλεμο μεταξύ τους και του δεδομένου ότι πρέπει να λειτουργούν, δεν μπορούν (και δεν χρειάζεται λόγω της πολύ μεγάλης αξίας τους) να δώσουν μεγάλες μίζες ως ποσοστό επί της αξίας του έργου, αντίθετα με τα μικρά, όπου η μίζα μπορεί να είναι μέχρι και πλησίον του 100% της αξίας. Αυτό οδηγεί αναγκαία στην σκέψη ότι αν θέλουμε να μειώσουμε την διαφθορά πρέπει να προτιμάμε να διανέμουμε τις δημόσιες επενδύσεις σε λίγα μεγάλα έργα κι όχι σε πολλά μικρά. Αυτή ήταν η τακτική που ακολούθησε ο Σημίτης. Δυστυχώς εδώ έχω την εντύπωση ότι ο Παπανδρέου δεν θα συμφωνούσε, κι όχι από αντιΣημιτισμό. Αν βλέπω σωστά τα πράγματα, η πολιτική του άποψη είναι υπέρ της αποκέντρωσης και στο επίπεδο των κονδυλίων, πράγμα που οδηγεί τις δημόσιες επενδύσεις σε μικρά έργα και δυσκολεύει την καταπολέμηση της διαφθοράς.

Δυστυχώς το δεύτερο αυτό κείμενο για την διαφθορά βγήκε μεγαλύτερο απ όσο περίμενα, επομένως πρέπει να ζητήσω συγγνώμη για τον κακό υπολογισμό μου. Επίσης συγγνώμη ζητώ και για την καθυστέρηση αυτού του post, για την οποία όμως δεν μπορούσα να κάνω πολλά πράγματα.