Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2009

Το ιδεολογικό πρόβλημα της Νέας Δημοκρατίας.

Πριν από 32 χρόνια, το 1977, ο Ken Olson, ιδρυτής και πρόεδρος της Digital Equipment Corporation (DEC), μιάς απ τις 3-4 μεγαλύτερες εταιρείες υπολογιστών, δήλωνε με στόμφο σε συνέδριο σχετικό με το μέλλον των υπολογιστών ότι “δεν υπάρχει λόγος να θέλει κάποιος ένα computer στο σπίτι του”. Δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία ότι καταχειροκροτήθηκε απ τους συνέδρους.

Την ίδια χρονιά δυό νεαροί, ο Steve Jobs και ο Stephen Wozniac δούλευαν πυρετωδώς για να αναπτύξουν την ενός έτους εταιρεία τους, την Apple, ενώ ένας άλλος νεαρός, ο Bill Gates έψαχνε την αγορά για να πουλήσει την Microsoft Basic που πριν κανένα χρόνο είχε φτιάξει και που ήδη είχε κάνει ονοματάκι ανάμεσα στους χομπίστες των μικροϋπολογιστών.

Δεν θα μπορούσε να πεί ποτέ κανείς οτι ένας εξαιρετικά επιτυχημένος επιστήμων και επιχειρηματίας σαν το Olson δεν ήταν ευφυής. Ευφυέστατος ήταν. Ίσως μάλιστα να είχε εκείνη την εποχή περισσότερα επιχειρήματα απ τον Gates, τον Jobs και τον Wozniac. Ποιά ήταν η διαφορά τους; Απλή. Ο Olson έβλεπε τον κόσμο όπως ήταν, ενώ οι τρείς νεαροί όπως θα μπορούσε να είναι – και φυσικά δεν ήταν ακόμη.

Οι τρείς αυτοί νεαροί χρειάστηκε να προχωρήσουν ένα βήμα πιό πέρα απ αυτό που έβλεπαν τα μάτια τους. Να δούν καθαρά με το μυαλό τους εικόνες απλών νέων ανθρώπων που χρησιμοποιώντας τον προσωπικό τους υπολογιστή ενίσχυαν τις επαγγελματικές και προσωπικές δυνατότητές τους. Να τους δούν να ανεξαρτητοποιούνται απ τις μεγάλες εταιρείες που ήθελαν την υπολογιστική ισχύ μαζεμένη σ ένα κέντρο και ελεγχόμενη. Χρειάστηκε επίσης να δούν με ποιά βήματα θα μπορούσε να φτάσει ο κόσμος ως εκεί, καθώς και να κάνουν τα πρώτα απ αυτά τα βήματα. Χρειάστηκε να δημιουργήσουν και μιά καινούργια ορολογία για να μιλούν απλά για τον κόσμο αυτόν. Χρειάστηκαν δηλαδή μιά νέα οπτική του κόσμου (worldview), και μιά σειρά γλωσσικά, τεχνικά, οικονομικά, διοικητικά και άλλα εργαλεία που να την εξυπηρετούν.

Θα χρησιμοποιήσω εδώ την λέξη “ιδεολογία” για να αναφέρομαι σ όλα αυτά. Και δεν έχω καθόλου την αίσθηση κατάχρησης ή στρέβλωσης ενός πολιτικού όρου. Μου είναι σαφέστατο ότι η αποκέντρωση ισχύος και η ενίσχυση (empowerment) του απλού πολίτη σε σχέση με τις μεγάλες και συγκεντρωτικές εταιρείες είναι θέμα δημοκρατίας και ισότητας. Επίσης μου είναι σαφές ότι το έργο των τριών αυτών νεαρών ήταν το πρώτο βήμα μιας παγκόσμιας επανάστασης βαθύτατα πολιτικής. Τώρα αν κάποιος εδώ θα μπορούσε να σκεφτεί την διαφορά της χρήσης αυτής του όρου απ τον μαρξικό ορισμό της ιδεολογίας ως ψευδούς συνείδησης, καλώς να το κάνει, αλλά είναι θέμα άλλης συζήτησης.

Ας ξαναγυρίσουμε στο παράδειγμά μας κι ας συνοψίσουμε: Ο Olson απλώς ήταν συντηρητικός. Έβλεπε τον κόσμο όπως ήταν. Ακριβέστερα, όπως νόμιζε ότι ήταν ο μόνος τρόπος να είναι, απορρίπτοντας οποιαδήποτε άλλη οπτική του σαν μερική, στρεβλή και τόσο υποθετική που δεν άξιζε ένας σοβαρός άνθρωπος να χάνει τον χρόνο του μ αυτήν. Κάθε άλλη οπτική είναι απλώς μια ιδεολογία. Κι οι συντηρητικοί δεν έχουν ιδεολογία. Και γιατί νάχουν; Οι ιδεολογίες είναι απλώς λόγια, ενώ οι συντηρητικοί ασχολούνται με τα πράγματα. Κάποιες φορές μάλιστα εξαιρετικά επιτυχημένα. Εξάλλου γιατί ν αλλάξει κανείς τον κόσμο αν όπως είναι τον βολεύει μια χαρά;

Όπως ακριβώς ένας άνθρωπος, έτσι και μια ολόκληρη παράταξη μπορεί να είναι συντηρητική. Και παρά το ότι εκ πρώτης όψεως φαίνεται παράδοξο, το να μην έχει μια παράταξη ιδεολογία δεν είναι αναγκαία μειονέκτημα απ την ψηφοθηρική πλευρά. Αντιθέτως, τις περισσότερες φορές μπορεί να είναι ισχυρό πλεονέκτημα σ ένα επικοινωνιακό παιχνίδι. Το να μιλάς με κοινούς όρους αποδεκτούς ως πραγματικούς απ το ευρύ κοινό επιτρέπει πολύ ευκολότερη έγχυση των απόψεών σου σ αυτό.

Ενα συντηρητικό κόμμα δεν έχει ιδεολογία. Όχι μόνον αυτό, αλλά αρνείται κάθε τι που μπορεί να θεωρηθεί ιδεολογικό στίγμα. Γι αυτό ο Καραμανλής, ο πραγματικός εννοώ, δήλωνε ότι είναι πέρα απ τις ταμπέλες δεξιάς, κέντρου και αριστεράς. Γι αυτό κι ο γιαλαντζί Καραμανλής χρησιμοποιούσε την πρόταση “αυτή είναι η πραγματικότητα” κάθε δυό-τρείς παραγράφους. Η πραγματικότητα είναι η πραγματικότητα, όλα τα άλλα είναι ιδεολογίες. Τελεία και παύλα.

Φυσικά οι διαφορετικές αντιλήψεις του κόσμου επιμένουν να υπάρχουν και για τα συντηρητικά κόμματα, ανεξαρτήτως της πεποίθησης καθενός εκ των μελών, των οπαδών, των ομάδων και των οργανώσεών τους ότι κατέχουν την πραγματικότητα. Επομένως πρέπει να υπάρχει σ αυτά ένας άλλος τρόπος χειρισμού των διαφορών, επίλυσης και σύνθεσής τους. Αυτός είναι η επιμονή στα πρόσωπα των ηγετών. Όλα τα συντηρητικά κόμματα εστιάζονται πολύ στα πρόσωπα. Όσοι είστε αρκετά μεγάλοι θυμηθείτε την ΝΔ των πρώτων μεταχουντικών χρόνων που αντί εμβλήματος στα ψηφοδέλτια έβαζε την φωτογραφία του ηγέτη της.

Η μεγάλη σημασία του ηγέτη έχει και μια ψυχολογική διάσταση που επίσης την συνδέει με την άρνηση των ιδεολογιών. Ο ηγέτης είναι ο Πατέρας, δηλαδή περίπου ο Θεός. Φυσικά, ως θεός δεν είναι δυνατόν να έχει απλώς μια άποψη, κατέχει απολύτως την αλήθεια, την πραγματικότητα. Ακριβέστερα, ο λόγος του είναι η πραγματικότητα. Κι αν δεν είναι, φταίνε οι υπήκοοί του, κι ο λόγος μετατρέπεται σε ηθικολογία. Κι επειδή μ αρέσει να χαμογελάτε, θυμηθείτε τις εντελώς πατρικές προτροπές του νεαρού Κώστα Καραμανλή στους κατά μέσον όρο γηραιότερους υπουργούς του περί σεμνότητας και ταπεινότητας.

Η Ιστορία όμως παίζει παράξενα παιχνίδια. Πριν 100 χρόνια η διάρκεια ζωής ενός ανθρώπου δεν ξεπερνούσε τα όρια σταθερότητας του κόσμου γύρω του, και έτσι μπορούσε να τα βγάζει πέρα με τις γνώσεις και τις αντιλήψεις που είχε δεχθεί από μικρός οπότε η συντηρητική στάση ήταν εξαιρετικά φυσική και αποτελεσματική. Σήμερα όμως ο κόσμος αλλάζει ταχύτατα, και ο συντηρητικός πρέπει να δεχτεί τον νέο κόσμο που προκύπτει κάθε στιγμή. Πρέπει, για να μείνει συντηρητικός, να δεχθεί την νέα πραγματικότητα. Για να μείνει ο ίδιος πρέπει να αλλάξει και να δεχθεί αυτό που αρνιόταν χτές. Έτσι επαληθεύει τον γνωστό ορισμό του συντηρητικού ως κάποιου που πιστεύει ακριβώς ότι και ο προοδευτικός, απλώς το κάνει μερικά χρόνια αργότερα.

Τον τελευταίο αιώνα όμως τα χρόνια άρχισαν να περνάν γρήγορα. Η καταιγιστική ταχύτητα αλλαγών στο δευτερο ειδικά μισό του 20ου αιώνα δημιούργησε πρόβλημα στους συντηρητικούς και ουσιαστικά τους κατακερμάτισε. Οι περισσότεροι βέβαια διατηρώντας την ευελιξία τους, επέλεξαν να συμμορφώνονται αμέσως με τα νέα δεδομένα – αυτοί είναι το κυρίαρχο συντηρητικό ρεύμα, οι μετριοπαθείς συντηρητικοί, οι πραγματιστές. Κάποιοι προτίμησαν να κρατήσουν ένα σκληρό πυρήνα από παραδοσιακές αξίες αποβάλλοντας το εξωτερικό τους κέλυφος για να προλάβουν την εξέλιξη. Σ αυτή την κατηγορία ανήκουν οι νεοφιλελεύθεροι, που μ αυτή την έννοια δεν είναι καθόλου συντηρητικοί. Κάποιοι άλλοι, πιο κουρασμένοι, επέλεξαν ρομαντικά να παραμένουν στο παρελθόν αρνούμενοι το σήμερα και είναι οι αντιδραστικοί. Άλλοι προτίμησαν να εμμείνουν στο παρελθόν ενεργά και ακτιβιστικά, με ζωτικότητα, επιμένοντας συνήθως σε εθνικιστικά συνθήματα. Αυτοί καλύπτουν τον χώρο της ακροδεξιάς και της λαϊκής δεξιάς. Και κάποιοι άλλοι, τραβώντας τα πράγματα στα άκρα προσπαθούν να δημιουργήσουν μια ενότητα απ το απώτατο, μυθολογικό παρελθόν ως το μέλλον, εισάγοντας στην άποψή τους πλήθος φαντασιακά στοιχεία. Αυτοί προάγουν την ακροδεξιά αντίληψη στον χώρο του καθαρού φασισμού. Επίσης υπάρχουν και όλοι οι δυνατοί συνδυασμοί μεταξύ αυτών των συνιστωσών.

Όλα αυτά τα ρεύματα υπάρχουν και στην ευρύτερη δεξιά παράταξη στην Ελλάδα. Και φυσικά διαφωνούν και μάχονται μεταξύ τους. Ο προπάτωρ της συντηρητικής παράταξης Καραμανλής κατάφερε να τους μαζέψει όλους σε μια κοινή στέγη απορρίπτοντας (ή ακριβέστερα απορριπτόμενος από) καποιους χουντικούς και κάποιους βασιλικούς. Μετά την αποχώρησή του, ακολούθησε το μετέωρο βήμα του Ράλλη και η αντιδραστική περίοδος Αβέρωφ ως αναγκαία επανασκλήρυνση. Κατόπιν το εκκρεμές κινήθηκε προς την πιό μοντέρνα εκδοχή του νεοφιλελευθερισμού με τον Μητσοτάκη.

Η ήττα του Μητσοτάκη το 93 έφερε με ένταση στην επιφάνεια τα στοιχεία της λαϊκής δεξιάς με τον Έβερτ που όμως ήταν σαφέστατα ανεπαρκής ως θεός, πατέρας ή οτιδήποτε παρεμφερές, κι έτσι σύντομα αντικαταστάθηκε απ τον Καραμανλή τζούνιορ που ήταν εξαιρετικός συνδυασμός. Ήταν νέος, άρα μπορούσε να εκφράζει την πραγματικότητα της εποχής. Και μόνο το όνομά του τον συνέδεε με τον mainstream συντηρητισμό που είναι πέρα απο ιδεολογίες, ενώ ταυτόχρονα επέτρεπε την φαντασιακή επιστροφή σ ένα ένδοξο παρελθόν ευχαριστώντας τους αντιδραστικής νοοτροπίας οπαδούς. Επιπλέον, ως επιλογή των αντιμητσοτακικών βαρώνων ταυτίστηκε με την λαϊκή δεξιά και επιβεβαίωσε αυτή την ταύτιση και πολιτικά απορρίπτοντας αμέσως μετά την εκλογή του τους μή συντηρητικούς νεοφιλελεύθερους ως ξένο σώμα. Το ότι ήταν απολύτως κενός, δυστυχώς χρειάστηκε 13 χρόνια για να το καταλάβει η ελληνική κοινωνία.

Η Νέα Δημοκρατία που απομένει σήμερα είναι κόμμα στο οποίο βέβαια υπάρχουν στοιχεία όλων αυτών των ρευμάτων, που όμως δεν μπορούν να συζητήσουν μεταξύ τους με ιδεολογικούς όρους αφού τους καλύπτει η συντηρητική ομπρέλλα που απαγορεύει τις ιδεολογίες. Η ιδεολογική διαμάχη αντικαθίσταται απ την επιλογή των προσώπων. Η Μπακογιάννη σαν πιο μοντέρνα έλκει τους έχοντες μια ελαφρά τάση προς τον νεοφιλελευθερισμό και γενικότερα τον εκσυχρονισμό που είναι στα πάνω του μετά την ήττα Καραμανλή. Ο Αβραμόπουλος, με μια πιο αρχοντική εικόνα και το στυλ του διπλωμάτη έχει καλύτερη πρόσβαση προς την πιο ρομαντική κατεύθυνση των αντιδραστικών. Ο Σαμαράς με την φυσική του επιθετικότητα παίζει με τα ακροδεξιά στοιχεία, όπως κι ο Ψωμιάδης που όμως το παρακάνει λιγάκι άρα δεν πάει για αρχηγός. Αν εξαιρέσει όμως κανείς την εικόνα και τα εκ της ιστορίας του καθενός υπονοούμενα όλοι λένε τα ίδια. Κι αυτό είναι φυσικό αφού είναι κυρίως συντηρητικοί και δεν έχουν ιδεολογία. Η διαφορά των λόγων τους εξαντλείται σε στοιχεία τακτικής, σε ad hoc επιλογές σημείων κριτικής προς το ΠΑΣΟΚ και σε διαδικαστικές λεπτομέρειες για τον τρόπο εκλογής, που φυσικά δεν έχουν την παραμικρή αξία. Μόνο το πρόσωπο έχει.

Αν σ αυτά που είπαμε προσθέσει κανείς την ανάγκη των μεγάλων κομμάτων να είναι πολυσυλλεκτικά, είναι προφανές οτι η ιδεολογική διαπάλη στους κόλπους της ΝΔ αποκλείεται. Όποιος περιμένει ιδεολογικές συζητήσεις στο συνέδριο και στην προεκλογική περίοδο της ΝΔ μάλλον κάνει λάθος. Αν παρόλα αυτά υπο την πίεση της συντριπτικής ήττας και των φιλοδοξιών των επιδόξων ηγετών η συζήτηση γίνει, τότε αυτομάτως η ΝΔ θα έχει χάσει τον συντηρητικό της χαρακτήρα που απαιτεί ανυπαρξία ιδεολογίας, και μαζί μ αυτόν μεγάλο μέρος των οπαδών της. Θα διαλυθεί.

Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2009

Κίτρινη κάρτα

Όταν είδα χθες τον κ. Πάγκαλο να λέει οτι οι προσληφθέντες απ την προκήρυξη των εκλογών και μετά stagiers δεν πρόκειται να πληρωθούν για την εργασία που κατέβαλαν επι ένα μήνα, δεν πίστευα στ αυτιά μου. Έβαλα ειδήσεις σε όσα κανάλια μπορούσα εκείνη την ώρα ελπίζοντας ματαίως οτι έκανα λάθος. Ατυχώς, παντού ο κ. Πάγκαλος έλεγε ακριβώς τα ίδια λόγια, πράγμα εντελώς λογικό αφού οι δηλώσεις του είχαν βιντεοσκοπηθεί ταυτόχρονα απ όλα τα κανάλια.

Διάβασα τις δηλώσεις προσεκτικά μπας κι έχασα κάποια πτυχή του θέματος. Το σκέφτηκα, το ξανασκέφτηκα. Το συζήτησα με φίλους και γνωστούς, υποστηρικτές του ΠΑΣΟΚ και αντιπάλους, συμφωνούντες και διαφωνούντες. Δεν μπορώ να βρώ την παραμικρή δικαιολογία, ούτε καν μια εύλογη εξήγηση για μια τέτοια απόφαση.

Επισήμως ή ανεπισήμως προτάθηκαν οι παρακάτω αιτιολογίες γι αυτή την απόφαση.

1. Εκδικητικότητα απέναντι στα γαλάζια παιδιά: Αυτή είναι φυσικά η πρώτη γραμμή άμυνας των νεοδημοκρατών, που προσπαθούν έτσι και να φέρουν το πολιτικό παιχνίδι στα μέτρα τους κατεβάζοντας το επίπεδό του αλλά και συσπειρώνοντας τη βάση. Δεδομένου και του προεκλογικού αγώνα μέσα στην ΝΔ, φυσικό είναι οι επίδοξοι ηγέτες να θέλουν να εκφράσουν τον σκληρό πυρήνα του κόμματος. Θα απέρριπτα αμέσως αυτή την άποψη, μια και η ως τώρα πολιτεία του ΠΑΣΟΚ κάθε άλλο απ αυτό δείχνει.

2. Δεν υπάρχουν λεφτά, κι έτσι γίνεται οικονομία: ανεπίσημη ερμηνεία, απευθυνόμενη με κλείσιμο του ματιού σε σκληροπυρηνικούς και όχι ιδιαίτερα ευφυείς οπαδούς του κυβερνώντος κόμματος. Τα μαθηματικά είναι απλά. Αν μιλάμε ακόμα και για 10.000 stagiers των 400-500 ευρώ, το κόστος της πληρωμής τους είναι 5.000.000. Σιγά μη στάξει η ουρά του γαϊδάρου όταν το πρόβλημά μας είναι της τάξεως των δεκάδων δισεκατομμυρίων. Αδιανόητο.

3. Οι συμβάσεις είναι παράνομες, άρα πληρωμή τους δημιουργεί ποινικές ευθύνες: Είναι η ερμηνεία του κ. Πάγκαλου στα τηλεοπτικά πάνελ, που είπε οτι αν ο κ. Παπακωνσταντίνου τους πληρώσει, θα πάει φυλακή. Ελπίζω να μη σοβαρολογούσε, γιατί τότε το θέμα μας είναι μια αφελής τυπολατρεία, ένας σαρτζετακισμός. Ασφαλώς υπάρχουν τρόποι να πληρωθούν αυτοί οι άνθρωποι χωρίς να χρειαστεί να πάει κανείς φυλακή, κι αν το νομικό επιτελείο της κυβέρνησης δεν μπορεί να τους βρεί έχουμε πρόβλημα. Η εξήγηση αυτή μου είναι τόσο απεχθής ώστε μου πέρασε απ το μυαλό και μια ψυχολογική διάστασή της. Ίσως ο Γ. Παπανδρέου, δυναστευόμενος απ την προσωπικότητα του πατέρα του, έστω και προ πολλού αποβιώσαντος, τείνει να κινηθεί απ το “δεν υπάρχουν θεσμοί, υπάρχει μόνο ο λαός” του Ανδρέα στο αντιδιαμετρικό “δεν υπάρχει λαός, υπάρχουν μόνο θεσμοί”. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να ισχύει βέβαια και για τα πολιτικά τέκνα του μακαρίτη.
Σ αυτή την περίπτωση θάπρεπε να αναθεωρήσω και το πρώτο κείμενο αυτού του blog, γιατί τότε ο Συνήγορος του Πολίτη δεν αποτελεί σύμβολο του αδικούμενου πολίτη, αλλά σύμβολο των θεσμών. Δεν θέλω να αποδεχθώ μια τέτοια εξήγηση με τίποτε.

4. Πρέπει να περάσει το πολιτικό μήνυμα της νομιμότητας: Αυτή η εξήγηση έχει κοινά σημεία με την προηγούμενη, αλλά προχωράει και παρακάτω. Τα stage, και ειδικά τα του τελευταίου μήνα είναι εξέχον παράδειγμα φαυλότητας και πρέπει να καυτηριασθεί για να αλλάξουμε σελίδα. Αυτό το μήνυμα αφορά φυσικά τους νεοδημοκράτες πολιτικούς, αλλά αφορά και τους πασόκους επίδοξους μιμητές τους όπως επίσης και τους πολίτες που δυστυχώς έχουν μάθει το ρουσφέτι και πρέπει πια να ξεμάθουν. Η άποψη αυτή είναι σοβαρότερη και γι αυτό θα επεκταθώ λιγάκι.

Άς πάρουμε το θέμα απ την αρχή. Είναι βέβαιο οτι η προηγούμενη κυβέρνηση χειρίστηκε το θέμα των stage με υψηλού επιπέδου φαυλότητα, αντίστοιχη εξάλλου με την υπόλοιπη συμπεριφορά της. Τα χρησιμοποίησε σαν δίοδο των ρουσφετολογικών τάσεων του κόμματος αλλά και σαν φθηνή μέθοδο ελάττωσης των επίσημων ποσοστών της ανεργίας. Στο νεοδημοκρατικό θερμοκήπιο εξαχρείωσης τα stage μεταλλάχθηκαν προσανατολιζόμενα προς τον δημόσιο τομέα, απέβαλαν την εξελικτικώς άχρηστη πλέον ουρά του χαρακτήρα μαθητείας που οι κουτόφραγκοι εθέσπισαν, και απέκτησαν μέσο όρο ζωής πολύ μεγαλύτερο απ τους 6, 12, άειντε 18 μήνες που αρχικώς προεβλέπετο. Κι όχι μόνο αυτό, επεδίωξαν την αθανασία δια της μονιμοποιήσεως μετά παρέλευση 24μήνου σύμφωνα με την ντιρεκτίβα της Ε.Ε. που υλοποίησε όπως τον βόλευε ο Παυλόπουλος.

Αυτό το νέο παράσιτο ήρθε σ ένα οργανισμό με προβληματικό ανοσοποιητικό σύστημα. Ήπιες τακτικές δύσκολα είναι αποτελεσματικές σε τέτοιες περιπτώσεις, δυστυχώς χρειάζεται μαχαίρι. Συμφωνώ λοιπόν απολύτως με την απόφαση για πλήρη κατάργηση των stage στον δημόσιο τομέα, παρότι σ ένα ήδη ευνομούμενο κράτος και με λελογισμένες δόσεις θα μπορούσαν και να καλύψουν κενά στον κρατικό μηχανισμό και να προσφέρουν μια έστω κακώς πληρωμένη προϋπηρεσία σε νέους που χρειάζονται επαγγελματικά προσόντα.

Επίσης απολύτως συμφωνώ και με την απόφαση για μη μοριοδότηση των stagiers. Η πρόσληψη τους γίνεται ακριβώς για να αποκτήσουν προϋπηρεσία, που προφανώς όπου χρειάζεται και όπου είναι σχετική με το αντικείμενο για το οποίο καταθέτει αίτηση ο stagier λαμβάνεται έτσι κι αλλιώς υπόψιν, δηλαδή μοριοδοτείται. Γενική μοριοδότηση θάταν διπλή προσμέτρηση του χρόνου του stage, άρα αδικία για τους υπόλοιπους υποψηφίους που θάχαν εργαστεί εκτός stage.

Με δεδομένο το οτι οι προσλήψεις του τελευταίου μήνα της ΝΔ είναι όσο πάει απαράδεκτες και πιθανότατα νομικά ασταθείς, επίσης συμφωνώ με την διακοπή των συμβάσεων αυτών. Δεν θάχα σοβαρές αντιρρήσεις και με την ποινική δίωξη όποιων απεφάσισαν να ψηφοθηρήσουν μ αυτό τον γελοίο τρόπο. Η αλλαγή σελίδας χρειάζεται ίσως και τιμωρία, παρότι ήδη τους επεβλήθη μέγα μέρος της, αν προσθέσει κανείς στην ήττα τους και τον δημόσιο εξευτελισμό που υπέστησαν και θα συνεχίσουν να υφίστανται εξαιτίας των φαύλων πρακτικών τους. Νομίζω οτι η επόμενη γενιά στελεχών της ΝΔ θα φερθεί διαφορετικά. Αν το μήνυμα που επιδιώκει η κυβέρνηση να περάσει είναι η αυστηρή τήρηση της νομιμότητας τόχει πετύχει μέχρι εδώ. Η διακοπή των συμβάσεων είναι το γενικό μήνυμα προς πάντα ενδιαφερόμενο, και η λαϊκή κατακραυγή, έστω η δίωξη, είναι το μήνυμα προς πολιτικούς, φίλους και αντιπάλους.

Από εδώ και πέρα όμως τα πράγματα αλλάζουν. Η άρνηση πληρωμής δεν μπορεί να αποτελεί μέρος αυτού του μηνύματος. Δεν είναι δυνατόν να τιμωρείται ο προσερχόμενος προς εργασία λες και μπορεί να ελέγξει την νομιμότητα των πράξεων της διοίκησης. Δεν ξέρω κανένα που ερχόμενος σε σύμβαση εργασίας με το δημόσιο κάνει τίποτε άλλο απ το να βάζει απλώς την υπογραφή του, κατα μείζονα δε λόγο όταν η σύμβαση τον συμφέρει.

Εξάλλου το παράνομο της σύμβασης κατά παγία πρακτική των δικαστηρίων δεν βαρύνει ούτε καν δεσμεύει τον εργαζόμενο αλλά την εργοδοσία. Οι δικαστές αντιλαμβάνονται το ετεροβαρές των πόλων της σύμβασης. Αν ένας εργαζόμενος υπογράψει σύμβαση που παρανόμως του στερεί μέρος των δικαιωμάτων του, μπορεί εκ των υστέρων να την καταγγείλει. Και θα κερδίσει την δίκη μια κι όλα τα δικαστήρια θα δεχθούν την πίεση της ανάγκης του εργαζομένου ως επαρκές κίνητρο για την πονηρή του έστω συμπεριφορά. Δεν θάχε πλάκα να αποφανθεί το δικαστήριο οτι εφόσον η σύμβαση είναι παράνομη ο εργοδότης μπορεί να μην πληρώσει τα δεδουλευμένα; Δεν θα επέτρεπε αυτό στο Δημόσιο ή σε ιδιώτες να καταρτίζουν παράνομες συμβάσεις, να βάζουν εργαζόμενους στη δουλειά και μετά να μή πληρώνουν; Δεν θάταν αυτό μια νομική στήριξη της συμπεριφοράς μπαταχτσή;

Δεν πιστεύω οτι θα υπάρξει δικαστήριο που να μην δικαιώσει τους stagiers που θα αναζητήσουν εκεί την πληρωμή τους. Και τότε πού θα θεμελιώνεται το μήνυμα τήρησης της νομιμότητας που θέλει να στείλει το ΠΑΣΟΚ ;

Ας ξαναγυρίσουμε όμως στην τιμωρία να δούμε το θέμα λιγάκι πιο γενικά. Εξ ορισμού η τιμωρία είναι ένα αρνητικό ερέθισμα που σκοπό έχει να μειώσει μέχρι μηδενισμού την μη επιθυμητή συμπεριφορά. Οτιδήποτε πέραν της επίτευξης της επιθυμητής συμπεριφοράς είναι απλώς έκφραση θυμού. Μια τέτοια στάση όμως όχι μόνο δεν προάγει το επιθυμητό αποτέλεσμα, αλλά παράγει νέες ανεπιθύμητες συμπεριφορές απ αυτόν που την υφίσταται. Ο στόχος λοιπόν, αν είναι αυτός, δεν θα πετύχει. Το μήνυμα, με την κατάργηση των stage έχει περάσει. Η τιμωρία δουλεύει. Η άρνηση πληρωμής δεν προσθέτει τίποτε, παρά μόνο υπόνοιες μισαλλοδοξίας, υπονομεύοντας όλα τα επόμενα μηνύματα που θα θελήσει ο Παπανδρέου να περάσει.

Μη ξεχνάμε επίσης οτι η ίδια η έκφραση θυμού και η συνακόλουθη βία είναι συμπεριφορά ανεπιθύμητη για οποιονδήποτε πολιτισμένο άνθρωπο, άρα χρειάζεται να τιμωρηθεί αυτός που την ασκεί. Και θα τιμωρηθεί. Το ΠΑΣΟΚ.

Πάμε ένα τελευταίο βηματάκι μακρύτερα. Ο Παπανδρέου ευαγγελίζεται ένα κράτος δικαίου. Και σ ένα τέτοιο κράτος η τήρηση της νομιμότητας είναι απαραίτητη. Αλλά σ ένα κράτος όπου η δικαιοσύνη είναι περίπου πολυτελής επιδίωξη αφορώσα κυρίως αυτούς που έχουν τα μέσα να απομακρύνονται απ την καθημερινή τριβή στην αγορά, της αυστηρής τήρησης της νομιμότητας πρέπει να προηγείται η αλλαγή πολλών νόμων μια και οι υπάρχοντες εκφράζουν την υφιστάμενη προσέγγιση του δικαίου, δηλαδή σε πολλές περιπτώσεις την αδικία. Γι αυτό εξάλλου όλοι οι πολιτικοί, του Παπανδρέου μη εξαιρουμένου προτείνουν αλλαγές νόμων.

Ας θυμηθούμε λίγο τον Πλάτωνα. Στην Πολιτεία περιγράφει την δικαιοσύνη ως είδος αρμονίας μεταξύ των μερών της ψυχής – και της Πολιτείας. Η απόφαση άρνησης πληρωμής είναι εκ των πραγμάτων διχαστική, άρα δυσαρμονική. Άρα άδικη. Ανεξαρτήτως της τήρησης της νομιμότητας. Κι αυτό είναι το μήνυμα που περνάει η κυβέρνηση, όχι αυτό που επιδιώκει.

Πρόκειται για απαράδεκτα σκληρό παιχνίδι. Κίτρινη κάρτα.

ΥΓ. Ο κ. Πάγκαλος έχει ένα τρόπο διαφυγής χωρίς να φανεί ανακόλουθος. Αρκεί να δηλώσει οτι ναι μεν ο κ. Παπακωνσταντίνου δεν μπορεί να πληρώσει διότι θα είναι παράνομος, αλλά αν έρθει έστω και μια δικαστική απόφαση που να επιβάλει πληρωμή, από ένα μόνον stagier, θα τους πληρώσει με βάση αυτή την απόφαση όλους χωρίς να ασκήσει το δικαίωμα της έφεσης.

Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2009

Ο Χρυσοχοΐδης σε νέες περιπέτειες

Ελάχιστοι είναι αυτοί που δεν θα ομολογήσουν οτι η νέα κυβέρνηση έχει ένα εξαιρετικά δύσκολο έργο μπροστά της. Σε πολλούς τομείς της κυβερνητικής δραστηριότητας υπάρχουν καυτές πατάτες ψημένες κατάλληλα απ την προηγούμενη κυβέρνηση. Ο Παπακωνσταντίνου, η Κατσέλη, ο Λοβέρδος, η Ξενογιαννακοπούλου, η Διαμαντοπούλου και διάφοροι άλλοι υπουργοί και υφυπουργοί δεν βρίσκονται σε καθόλου ζηλευτή θέση. Η δική μου όμως ψήφος για τον σε δυσχερέστερη θέση υπουργό πάει στον Χρυσοχοΐδη.

Το σκηνικό στο οποίο καλείται να δράσει έχει στηθεί δυό χρόνια πριν, οπότε το δίδυμο Γιαννάκου-Πολύδωρα, υπο την υψηλή εποπτεία του διδύμου Καραμανλή-Ρουσόπουλου είχε την έμπνευση να μαζέψει δημοσκοπική ισχύ από την ως μεταρρύθμιση παρουσιασθείσα μπαχαλοποίηση του χώρου της Παιδείας.

Η ιδέα ήταν απλή στην σύλληψή της. Μπορούμε ρε παιδιά να κάνουμε τίποτε στην Παιδεία; Όχι φυσικά, όχι με δαπάνες του 3.08% του ΑΕΠ, κι ο Αλογοσκούφης δεν δίνει φράγκο παραπάνω. Εντάξει, τότε θα ιδιωτικοποιήσουμε, να φτηνήνει το μαγαζί. Ναι, αλλά η ιδιωτικοποίηση θα προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις απ τους ενδιαφερόμενους. Καθηγητές, σπουδαστές και διοικητικό προσωπικό θα λυσσάξουν. Μικρή στάση, εποχή (epoche) όπως θάλεγε κι ο Husserl, και ξαφνικά φώς. Ε, και λοιπόν; Γιατί ντέ και καλά να μας πειράζει αν λυσσάξουν;

Τους φαντάζομαι όλους μαζί εν συσκέψει την ώρα που τους ήρθε η φαεινή. Φαντάζομαι τα σαρδόνια χαμόγελά τους καθώς τους εξηγούσε αυτός που πρώτος το σκέφτηκε την λογική των πραγμάτων. Θα αντιδράσουν οι φοιτητές. Θα κατεβούν στο δρόμο. Και φυσικά εκεί θα πρωταγωνιστήσουν οι γνωστοί μπαχαλάκηδες με τις μολότοφ. Θα τους αφήσουμε να το κάψουνε και τότε θα αρχίσουμε να τους δείχνουμε με το δάχτυλο ως τους αντιπάλους της μεταρρύθμισης, ως τους πραγματικούς μας αντιπάλους. Και θα προβάλουμε το δίλημμα: με μας ή με τους κουκουλοφόρους; Στον ασπρόμαυρο κόσμο που θα παραγάγουμε ενδιάμεσες απόψεις δεν χωρούν. Άρα χάνει το ΠΑΣΟΚ, που τοποθετημένο στη μέση του σκηνικού διαμελίζεται απ τις άκρες που τραβάνε το σκοινί. Ο ήπιος Παπανδρέου απλώς δεν θα ακουστεί και δεν θα φανεί μέσα στον θόρυβο των μολότοφ και πίσω απ τον καπνό των δακρυγόνων. Σκίσαμε, και μάλιστα χωρίς λεφτά και χωρίς πολιτική.

Και το σχέδιο ετέθη σ εφαρμογή. Και επέτυχε απολύτως. Οι δημοσκοπήσεις έδειχναν στήριξη της μεταρρύθμισης σε ποσοστά 70%-80% επί ένα χρόνο και βάλε. Μεγάλο μέρος βέβαια της επιτυχίας οφείλεται στην δράση ενός άλλου διδύμου, των Αλαβάνου-Τσίπρα, που καταλαβαίνοντας τι συμβαίνει σκέφτηκαν πολύ απλά οτι θα μπορούσαν να καρπωθούν το υπόλοιπο 20%-30% αρκεί να κλείναν λιγάκι το μάτι στους μπαχαλάκηδες και να έδιναν μικρή θεωρητική υποστήριξη στους αντιεξουσιαστές. Και τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ πήγαν στο 17%, ενώ το ΠΑΣΟΚ συρρικνωνόταν στο 20%-25% και κινδύνευε να χάσει και την δεύτερη θέση.

Αυτό που όμως δεν σκέφτηκαν οι ρέκτες υπουργοί και οι συνοδοιπόροι τους ήταν οι λίγο πιο μακροχρόνιες συνέπειες του σχεδίου. Δεν κατάλαβαν οτι μ αυτό τον τρόπο δημιουργούσαν ένα continuum μεταξύ της νεολαίας και του σκοτεινού κόσμου της τρομοκρατίας. Δεν πήραν μυρωδιά οτι οι διάφοροι υποστηρικτές της επαναστατικής βίας των Εξαρχείων, απ εκεί που ήταν στην απομόνωση μετά την σύλληψη των ομάδας μελών της 17 Νοέμβρη, απέκτησαν ξαφνικά υπερμέγεθες ακροατήριο.

Επίσης δεν σκέφτηκαν οτι σε συνθήκες χάους οι υπολογισμοί είναι εξαιρετικά δύσκολοι, κι ότι δεν μπορείς να ελέγξεις τους Ράμπο που παρήγαγες, των οποίων η σκοπευτική δεινότητα συνδυασμένη με την ικανότητά τους στις καραμπόλες μπορεί να έχει θύματα. Ταχύτατα ο αριθμός των οπλισμένων νέων έφθασε σε τραγικά ύψη, και ο αριθμός αυτών που θα μπορούσαν και θάθελαν να τα αποκτήσουν σε ακόμη τραγικότερα. Και φτάσαμε στην περίοδο άνθησης της νέας τρομοκρατίας.

Ευτυχώς, της προσοχής των τότε κυβερνώντων διέλαθε και κάτι άλλο. Η βία είναι η εξωτερίκευση του θυμού, παράγεται απ αυτόν αλλά και τον αναπαράγει με τη σειρά της. Και ενώ σωστά είδαν οτι θυμώνοντας τον ελληνικό λαό μπορεί να κέρδιζαν ψήφους, δεν σκέφτηκαν οτι ο θυμός μόλις ηρεμήσει δίνει την θέση του στην ενοχή που δρά ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση, στρεφόμενη εναντίον αυτών που ξεκίνησαν τον κύκλο. Κι η ενοχή αυτή συνέτεινε στην επανασυσπείρωση του ΠΑΣΟΚ λίγο αργότερα. Και στην εκλογική νίκη του και στην κυβέρνηση Παπανδρέου.

Νάμαστε λοιπόν εκεί που αρχίσαμε, στη θέση του Χρυσοχοΐδη. Αυτός ο άνθρωπος δεν έχει μια καυτή πατάτα στα χέρια του, έχει μια βόμβα, πιθανότατα απασφαλισμένη. Έχει να αντιμετωπίσει ένα μικρό στρατό οπλισμένων ανθρώπων. Ένα σύνολο τρομοκρατών πολύ πολυπληθέστερο απ την 17 Νοέμβρη. Είναι βέβαια πολύ λιγότερο οργανωμένοι, ικανοί και μελετημένοι, αλλά απ την άλλη μεριά δεν έχουν και τις αρχές και αξίες που όπως και να το κάνουμε η 17 Νοέμβρη είχε. Έχω την βεβαιότητα οτι αυτή η νέα γενιά τρομοκρατών θεωρεί αυτές τις αρχές και αξίες μικροαστικά κατάλοιπα και δεν θάχε πρόβλημα να προβεί σε ενέργειες με μεγάλο αριθμό θυμάτων, πράγμα αδιανόητο για την 17Ν. Κι αυτός ο στρατός έχει ένα τεράστιο πλήθος εφεδρειών στην νεολαία, στις οποίες θα πρέπει να προσθέσουμε και κάποιους, καθόλου λίγους μετανάστες που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα. Τι μπορεί να κάνει ο Χρυσοχοΐδης;

Φυσικά δεν ξέρω, οι πληροφορίες μου προέρχονται αποκλειστικά απ τα μέσα ενημέρωσης που φροντίζω να μη τα πολυπαρακολουθώ κιόλας. Αν όμως σκέπτεται αυτά που περιέγραφα πριν, τότε η πιθανότερη κίνησή του θα πρέπει να είναι μια προσπάθεια για διαχωρισμό των ήδη οπλισμένων μαχητών από τους ασύγκριτα περισσότερους νέους, τους κλίνοντες ευήκοα ώτα στις σειρήνες της ιδεολογίας του αντάρτικου των πόλεων, και του συνόλου αυτού απ τους μετανάστες. Θα πρέπει να βάλει δυό σφήνες για να σπάσει το continuum που πριν ανέφερα.

Και το πρώτο βήμα τόκανε. Μίλησε για ελληνοποιήσεις και γενικότερα νομιμοποιήσεις μεταναστών, προσπαθώντας προφανώς να τους εντάξει στο σύνολο των νομιμοφρόνων πολιτών και να τους απομακρύνει έτσι απ τις πηγές της τρομοκρατίας. Δεν ξέρω βέβαια αν θα δουλέψει αυτό, αλλά πάντως καλά έκανε.

Πάμε τώρα στο επόμενο κομμάτι, τη σφήνα μεταξύ των οπλισμένων και των διατεθειμένων να εξοπλιστούν. Η επαφή αυτών των δυο ομάδων πρέπει να διακοπεί πάση θυσία. Κι ο απλούστερος τρόπος να δεί κανείς την επαφή αυτή είναι γεωγραφικός. Και αφού κέντρο της επαφής γεωγραφικά τουλάχιστον είναι τα Εξάρχεια, εκεί θεωρεί οτι πρέπει να επέμβει. Κι αν αυτό ενοχλεί τους καταστηματάρχες και τους θαμώνες της πλατείας, δεν τον πειράζει.

Δεν μπορώ να πω αν συμφωνώ ή διαφωνώ μ αυτή την πολιτική. Δεν έχω επαρκή δεδομένα και εργαλεία για να μετρήσω τα αποτελέσματα που έχουν αυτές οι κινήσεις. Περιγράφω εδώ απλώς τις σκέψεις που νομίζω οτι απασχολούν τον Χρυσοχοΐδη με δεδομένες τις κινήσεις που κάνει. Παρατηρώ πάντως οτι οι κινήσεις αυτές δεν είναι απλώς για το θεαθήναι, έχουν ενότητα, ιστό και στόχο. Υπάρχει πίσω απ αυτές ένα σχέδιο που είναι αρκετά ευλογοφανές, κι απ το οποίο δύσκολα θα μπορούσα να σκεφτώ κάποιο καλύτερο σε βραχυπρόθεσμα πλαίσια.

Δεν μ αρέσει καθόλου η αστυνομοκρατία και αγαπώ τα Εξάρχεια. Αντιλαμβάνομαι όμως και τους τεράστιους κινδύνους απ την ενδεχόμενη επέκταση της τρομοκρατίας. Και αισθάνομαι υποχρεωμένος να δώσω πίστωση χρόνου στο σχέδιο αυτό, αν είναι όπως το περιέγραψα. Καλή επιτυχία κ. Χρυσοχοΐδη.

Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2009

Γιατί έπεσε η κυβέρνηση της ΝΔ;

Κατά τον πρώτο μήνα μιας μετεκλογικής περιόδου όλοι ψάχνουν εναγωνίως να βρούν το μήνυμα που έστειλε ο λαός. Ο λαός όμως είναι μια εξαιρετικά σύνθετη οντότητα. Αποτελείται απο άτομα το καθένα απ τα οποία στέλνει το δικό του μήνυμα, συχνότατα σύνθετο και ασαφές. Και τα άτομα συγκροτούν ομάδες καθεμιά απ τις οποίες έχει επίσης ένα μήνυμα να επιδώσει προς την πολιτική ηγεσία, μήνυμα ακόμα πιο σύνθετο, απλώς ισχυρότερο σε ένταση. Είναι φυσικό λοιπόν οι αναλυτές να μοιάζουν με τον τυφλό του Δαρβίνου, που προσπαθεί μέσα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο να βρεί μια μαύρη γάτα που δεν υπάρχει.

Των μηνυμάτων αυτών παραλήπτες είναι τα κόμματα, που επίσης αποτελούνται από άτομα που ομαδοποιούνται και που έχουν τα δικά τους προσωπικά και ομαδικά συμφέροντα, τα οποία οι ερμηνείες του εκλογικού αποτελέσματος εξυπηρετούν ή βλάπτουν. Και επομένως οι επίδοξες ηγεσίες, ψάχνοντας να βρούν τα μηνύματα, ακολουθούν την γνωστή μέθοδο της χρησιμοποίησης της στατιστικής όπως ο μεθυσμένος χρησιμοποιεί τον φανοστάτη, όχι δηλαδή για να φωτιστούν αλλά για να στηριχτούν.

Για τους νικητές βέβαια τα πράγματα είναι απλά. Η πρότασή μας (είχαμε δεν είχαμε) έγινε αποδεκτή απ τον λαό, άρα η ηγεσία επεψηφίσθη, άρα κανείς δεν τολμά να θέσει θέμα ηγεσίας ή επιλογών, άρα προχωράμε όπως πριν.

Οι ηττημένοι όμως βρίσκονται στο μάτι του κυκλώνα. Χάσαμε ψήφους απ τους αγρότες, άρα πρέπει να κάνουμε την πολιτική μας πιο φιλοαγροτική λέει ο ένας, χάσαμε τους νέους άρα πρέπει να δώσουμε κονδύλια για την νεολαία λέει ο άλλος, και βέβαια κανείς δεν συζητάει οτι τα κονδύλια πρέπει να βγουν απο κάπου αλλού, απ όπου επίσης έχουμε χάσει, όπως διατείνεται ο τρίτος. Το αποτέλεσμα είναι μιά πληθώρα υποσχέσεων προς όλους, όχι εξ αιτίας της υπαρκτότατης διάθεσης των πολιτικών να κοροϊδεύουν τον κόσμο, αλλά ως αποτέλεσμα της προσπάθειας σύνθεσης και διατήρησης ισορροπιών, που είναι στο κάτω κάτω η δουλειά της ηγεσίας των κομμάτων.

Είναι λοιπόν αδύνατη η απάντηση στο ερώτημα που θέσαμε; Η απάντησή μου είναι όχι. Υπάρχουν κάποιες δυνατότητες να βρεθούν λογικές απαντήσεις με την προϋπόθεση οτι αυτός που ψάχνει δεν παίζει (μικρο)πολιτικά παιχνίδια, και οτι επιπλέον έχει την σωφροσύνη να προσπαθεί ν ακούσει κάτι πίσω απ τις φωνές. Ας το προσπαθήσουμε λοιπόν.

Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της εκλογικής συντριβής της Νέας Δημοκρατίας είναι οτι συνέβη εξαιρετικά απότομα. Μόλις πριν καμμιά δεκαπενταριά μήνες, το καλοκαίρι του 2008, οι δημοσκοπήσεις την έδιναν μπροστά τουλάχιστον κατά 3-5 μονάδες. Το να χαθεί το 1/3 περίπου των ψηφοφόρων μέσα σε 15 μήνες, και μάλιστα με μια υποτονική αξιωματική αντιπολίτευση είναι εντελώς ασυνήθιστο, κι όχι μόνο για τα ελληνικά δεδομένα.

Αν κανείς προσπαθήσει να παραστήσει γραφικά την εξέλιξη αυτή, θα πάρει την εικόνα μιας έκρηξης. Η έκρηξη όμως σημαίνει οτι προηγουμένως υπήρχαν ισχυρές τάσεις διαφυγής που κάτι τις συγκρατούσε. Κάποια στιγμή το καπάκι έφυγε κι ακολούθησε η μαζική έξοδος. Επομένως, το πραγματικό ερώτημα μπορεί να αναλυθεί σε δυό υποερωτήματα. Τι προκαλούσε τις τάσεις διαφυγής (1) και τι τις εμπόδιζε, ποιό δηλαδή ήταν το καπάκι της κατσαρόλας (2).

Η απάντηση στο πρώτο είναι περίπου προφανής, ειδικά τώρα πιά. Η κυβέρνηση της ΝΔ. κατά γενική, ακόμη και εξ οικείων ομολογία ήταν εξαιρετικά αποτυχημένη, σίγουρα η χειρότερη της μεταπολίτευσης, και για μερικούς ίσως βιαστικούς μελετητές η χειρότερη του τελευταίου αιώνα. Απ τις πρώτες μέρες του βίου της επέδειξε συμπεριφορά που δεν περίμενε ούτε ο χειρότερος αντίπαλός της. Δεν φτάνει αυτό;

Σ αυτές τις σκέψεις μια ενδεχόμενη αντίρρηση υπάρχει. Η ΝΔ ξαναψηφίστηκε το 2007. Και οι δημοσκοπήσεις την έδειχναν μπροστά μέχρι πρόσφατα. Άρα ο λαός την ενέκρινε ξανά. Άρα ο λαός δεν τόχε καταλάβει. Τουλάχιστον απ τις πρώτες μέρες της, ως το 2007.

Δηλαδή ο λαός δεν αντελήφθη τίποτε; Ούτε την απίστευτη φαυλότητα των 300,000 συμβασιούχων που θα μονιμοποιούσε, ούτε τις αδιανόητες, επιπέδου νηπιαγωγείου προτροπές για σεμνότητα και ταπεινότητα, ούτε την επιεικώς γελοία προσπάθεια να σφετεριστεί την οργάνωση των Ολυμπιακών αγώνων, ούτε την εκπληκτική χοντράδα της απογραφής με το ασύλληπτο κόστος της; Κι αυτά για να μιλήσω μόνον για τις πρώτες της μέρες, θυμάστε; Και αν ναί, μήπως θυμάστε τις υπόλοιπες; Με τους νταβατζήδες και τους κουμπάρους; Με τις υποκλοπές και τα ομόλογα και τους Ζαχόπουλους; Με τις παρεμβάσεις στην δικαιοσύνη; Με τον ομολογήσαντα τον φόνο του Βαρθολομαίου να φεύγει σε τρεις ή έξη μήνες, δεν θυμάμαι, επειδή δεν τον σκότωσε αυτός αλλα πέθανε απ την καρδιά του; Με τον Κουκοδήμο και τον Κλάδη και τα άλλα τα παιδιά τα φιλαράκια τα καλά; Και μη ξεχνάμε οτι αυτά τα τεράστια προβλήματα δεν ισοσταθμίστηκαν απ το ανύπαρκτο έργο της κυβέρνησης, το οποίο σε μια εξαετία συμποσούται σε μισή και εισέτι ατελείωτη Εγνατία και σε τρείς σταθμούς του μετρό.

Το να θεωρούμε ότι ενδεχομένως δεν αντελήφθη ο λαός παρά μόνον πολύ πρόσφατα αυτήν την αποτυχία είναι μάλλον αστείο. Δεν είμαι βέβαια απ αυτούς που πιστεύουν οτι ο λαός έχει πάντα δίκιο, παρόλο που οι εκφέροντες την προηγούμενη αντίρρηση συνήθως είναι, αλλά απ την άλλη μεριά αδυνατώ να πιστέψω οτι αυτή η χονδροειδέστατη κυβερνητική ευτέλεια δεν ήταν ορατή στον μέσο έλληνα. Και καλά, ούτε οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης που υμνούσαν την κυβέρνηση της ΝΔ και τον ηγέτη της δεν τάβλεπαν αυτά; Ούτε τα κόμματα της πέραν του ΠΑΣΟΚ αντιπολίτευσης; Και δεν σας έτυχε εσάς να συζητάτε με κάποιον φίλο σας που θεωρούσατε λογικό και εξελιγμένο πολίτη και να εκπλαγείτε ακούγοντάς τον να στηρίζει την προφανώς άσχετη με την αλήθεια προπαγάνδα της ΝΔ; Δεν σας φαίνεται το σχήμα εξαιρετικά παράλογο για νάναι δυνατό;

Κατά τις οδηγίες του Σέρλοκ Χολμς, αν απορρίψουμε όλα τα παράλογα ενδεχόμενα, αυτό που μένει, όσο παράδοξο κι αν φαίνεται, είναι αληθινό. Ας δούμε λοιπόν την άλλη άποψη των πραγμάτων. Κι ας ξεκινήσουμε με τον κόσμο που βρίσκεται στην περιφέρεια της ΝΔ, και κυρίως αυτούς που μετακινήθηκαν προς αυτή το 2004. Ας τους σκεφτούμε λιγάκι στους χώρους δουλειάς, στα καφενεία, στα φιλικά σπίτια και όπου είναι δυνατόν να γίνουν πολιτικές συζητήσεις. Είναι σαφέστατο οτι οι άνθρωποι είχαν κάποια δυσκολία να δικαιολογήσουν την αλλαγή στάσης τους. Μη ξεχνάτε οτι στην Ελλάδα, για όλους εκτός απ τους σκληροπυρηνικούς οπαδούς της ΝΔ η υπερψήφιση της δεξιάς είναι περίπου ταμπού.

Οι άνθρωποι αυτοί με πολύ κόπο καταφέρνουν κάποια στιγμή να δηλώσουν την μεταστροφή τους, συχνότατα υπό τις ύβρεις του κύκλου τους. Και πάνε και ψηφίζουν. Και τους προκύπτει μια ΝΔ που εξαρχής αντιλαμβάνονται πόσο κακή είναι. Αλλά τώρα πια έχουν πρόβλημα. Τι να πούν στους φίλους; Συγγνώμη, πιάστηκα κορόιδο; Πώς να αντέξουν τον χλευασμό των ηττημένων;

Η μόνη στάση που τους μένει είναι να προσπαθήσουν να στηρίξουν τα αστήρικτα. Να υπεραμυνθούν της απογραφής, να υποστηρίξουν οτι τα έργα των Ολυμπιακών ουσιαστικά έγιναν σε ένα τρίμηνο, να πουν οτι για τα σκάνδαλα φταίνε όλοι οι άλλοι κι η ΝΔ τα φανερώνει κι άλλα τέτοια κωμικοτραγικά. Όσο παράδοξο κι αν φαίνεται, στηρίζουν την ΝΔ ακριβώς επειδή είναι εξαιρετικά κακή.

Τώρα όμως έχουν πιαστεί στο δόκανο. Αυτό που κάνουν είναι μια θυσία της αλήθειας και της λογικής τους. Και επομένως μπορεί μόνον νά δικαιολογηθεί ως συναισθηματική επένδυση, που για να μην χαθεί πρέπει να την ταϊζουμε συνεχώς. Κάτι σαν τις προβληματικές δηλαδή, που τις στήριζαν οι τράπεζες μπας και μπορέσουν να πάρουν πίσω κάτι απ τα χρωστούμενα που με την στήριξη συνεχώς φούσκωναν. Ή σαν κάποιες κυρίες που όσο χειρότερη συμπεριφορά ανέχονται απ τον σύντροφό τους τόσο περισσότερο προσκολλώνται πάνω του. Και βέβαια στηρίζουν την ΝΔ βρίζοντας, και βέβαια περιμένουν την ευκαιρία να φύγουν. Ιδού και οι τάσεις διαφυγής ιδού και το καπάκι. Όλο το σκηνικό για την έκρηξη είναι έτοιμο.

Και η ευκαιρία δίνεται με το Βατοπαίδι. Η εκκλησία αποτελεί έντονα φορτισμένο σημείο της ιδεολογικής στάσης των Ελλήνων, είτε υπέρ της είναι είτε κατά. Το Βατοπαίδι τους δίνει την δυνατότητα να καταφερθούν κατά της κυβέρνησης. Είτε η εκκλησία είναι καλή και η κυβέρνηση παίζει παιχνίδια πάνω της, όπερ ανεπίτρεπτον, είτε είναι κακή και η κυβέρνηση την ακολουθεί και την στηρίζει. Το φυτίλι έχει ανάψει, τίποτε τώρα δεν σταματά την έκρηξη. Ναι, ο Καραμανλής έκανε λάθος που στήριξε τους αναμεμειγμένους στο σκάνδαλο συνεργάτες του, αλλά όχι πολύ μεγάλο, ίσως μόνο να καθυστερούσε κάνα μήνα την πτώση καθώς κατέφθαναν σιγά σιγά οι συνέπειες τoυ με επικοινωνιακούς όρους σχεδιασμoύ της οικονομικής πολιτικής. Game over.

Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2009

Η επίσκεψη Παπανδρέου στην Κωνσταντινούπολη.


Πάλι τα ίδια. Για άλλη μιά φορά ο Παπανδρέου ξάφνιασε την κοινή γνώμη. Για άλλη μια φορά μέσα σε λίγες μέρες η λαϊκή αντίδραση ήταν εξαιρετικά θετική. Ο σοβαρός παρατηρητής βέβαια πρέπει να σταματήσει για λίγο και να διερωτηθεί μήπως πρόκειται απλώς για μια ανούσια υπερδραστηριότητα αφού επρόκειτο για ταξίδι χωρίς σοβαρή προετοιμασία, ή μια δραστηριότητα της οποίας μόνη ενδεχόμενη ουσία θα ήταν η κολακεία των πατριωτικών αντανακλαστικών του ελληνικού λαού, ή, ακόμη χειρότερα, μια προετοιμασία υποχωρήσεων γαρνιρισμένων με ολίγη απο Πατριάρχη, σχολή της Χάλκης και τα τοιαύτα. Ας το αναλύσουμε λιγάκι λοιπόν.

Η υπόθεση εργασίας που κανω εδώ μπορεί να συνοψισθεί (οκ, πολύ χοντρικά) στις παρακάτω προτάσεις:

- η Ελλάδα έχει συμφέρον απ την ειρηνική επίλυση των διαφορών της με την Τουρκία
- η προώθηση της σύνδεσης (όχι ένταξης) της Τουρκίας με την Ευρώπη αποτελεί λογικό στόχο αλλά και σημαντικό εργαλείο για την ελληνική κυβέρνηση
- στην Τουρκία υπάρχει (μεταξύ άλλων) διάσταση μεταξύ Ερντογάν και μιλιταριστικού βαθυκράτους και ο Ερντογάν είναι υπέρ της κίνησης προς την Ευρώπη οι δε στρατιωτικοί κατά

Αν τώρα θεωρήσουμε, κι έχουμε κάθε λόγο να το κάνουμε, οτι η πολιτική Παπανδρέου στα ελληνοτουρκικά δέχεται αυτές τις προτάσεις, ότι ο ελληνικός λαός συμφώνησε με την άποψη αυτή ψηφίζοντας το ΠΑΣΟΚ, κι επομένως ότι μόνο μ αυτή την υπόθεση εργασίας μπορεί να κριθεί η ποιότητα χειρισμών της κυβέρνησης, τότε μπορούμε να προχωρήσουμε στις σκέψεις γύρω απ το ταξίδι αυτό.

Κι ας ξεκινήσουμε απ την προετοιμασία. Όντως το ταξίδι είναι απροετοίμαστο, το ότι έγινε μόνον δυό μέρες μετά την ορκωμοσία δεν επιτρέπει την σοβαρή διπλωματική προεργασία που χρειάζεται συνήθως για την εξέλιξη των διακρατικών σχέσεων. Μήπως αυτό σημαίνει οτι έγινε εν αγνοία της τουρκικής κυβέρνησης; Όχι βέβαια, αν εμφανίζεσαι ως φίλος δεν μπορείς να καταλαμβάνεις εξαπίνης τον φίλο σου, δεν μπορείς να μη συνεννοείσαι προηγουμένως. Όμως η τουρκική κυβέρνηση βρίσκεται προ τετελεσμένων. Ο Παπανδρέου είναι και υπουργός εξωτερικών, και επομένως έχει κάθε δικαίωμα να παρίσταται στην σύνοδο για την Διαδικασία Συνεργασίας των χωρών της ΝΑ Ευρώπης. Και βέβαια ο Ερντογάν έχει κάθε λόγο να θέλει τον Παπανδρέου στην σύνοδο όπως ελπίζω οτι θα γίνει εμφανές σε λίγο.

Το timing του ταξιδιού είναι εξαιρετικό. Μερικές μέρες πριν, είχε πραγματοποιηθεί στην Κωνσταντινούπολη η εξαμηνιαία κοινή σύνοδος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Και όπως ήταν φυσικό, οι τουρκικές τηλεοράσεις καταιωνίστηκαν απο εικόνες διαδηλωτών που εξέφραζαν την αντίθεση τους στο ΔΝΤ και βέβαια και των διαφόρων κουκουλοφόρων που άδραξαν την ευκαιρία να πετάξουν μερικές μολότωφ. Καθόλου καλό για το προφίλ της τουρκικής κυβέρνησης φυσικά.

Η σύνοδος των υπουργών εξωτερικών της ΝΑ Ευρώπης με τον κατά πολύ φιλολαϊκότερο προσανατολισμό που ακολούθησε δεν μπορούσε να αντιστρέψει το κλίμα ως γεγονός πολύ μικρότερης σημασίας. Και ξαφνικά σκάει μύτη ο Yorgo. Και η άχρωμη σύνοδος αποκτά χρώμα, κι όλα τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης αποκτούν υλικό. Κι ο Ερντογάν τρίβει τα χέρια του αφού η νέα εντύπωση διαγράφει την παλιότερη απ τις βραχύτατες ειδησεογραφικές μνήμες.

Ο Παπανδρέου πρώτα επισκέπτεται τον Πατριάρχη, δίνοντας το στίγμα της εμμονής στις πάγιες ελληνικές θέσεις, τις οποίες και αναφέρει στην δήλωσή του μετά την συνάντηση, αφού όμως ξεκινάει ζητώντας απ τους τούρκους πολίτες να θυμηθούν ότι είναι φίλος τους και θέλει ειρήνη και επίλυση των προβλημάτων. Κι αμέσως μετά πάει στον τάφο του Τζεμ, με την οικογένειά του, όπου φυτεύει ένα κλαδί ελιάς. Το μήνυμα είναι ισχυρότατο και περνάει σαφέστατα, όχι μόνο στα μυαλά των τούρκων επισήμων, αλλά και στην καρδιά του τουρκικού λαού. Είμα ειλικρινής, προωθώ τους δικούς μου στόχους, αλλά είμαι και φίλος, λεει ο Παπανδρέου στον τουρκικό λαό. Προσέξτε, απευθύνεται αμέσως στον τουρκικό λαό, παρακάμπτοντας την κυβέρνησή του και παίρνοντας έτσι θέση ηγέτη του. Κι ο τουρκικός λαός τον αποδέχεται ασμένως. Τα τουρκικά πρωτοσέλιδα γεμίζουν πηχυαίους τίτλους του τύπου “Bravo Yorgo”. Και η τουρκική κυβέρνηση δεν μπορεί, και δεν έχει κανένα λόγο να αρνηθεί αυτή την εξέλιξη, αυτή την ηγεσία. Ίσα ίσα, έχει κάθε λόγο να την θάλψει.

Σύμφωνα με την υπόθεση εργασίας που κάναμε μπορούμε να θεωρήσουμε δεδομένο ότι στην Τουρκία εδώ και πολύ καιρό διεξάγεται μια μάχη εξουσίας μεταξύ στρατιωτικού βαθυκράτους και Ερντογάν. Η αντίδραση των στρατιωτικών σε σχέδια ειρήνης είναι δεδομένη. Αλλά τώρα ο τουρκικός λαός είναι με το μέρος του φιλικού και ειρηνοποιού Παπανδρέου. Και ο Ερντογάν έχει την ευκαιρία να τοποθετηθεί υπέρ της ειρήνης και της φιλίας κερδίζοντας μια μάχη απ τους κατ εξοχήν λαϊκιστές στρατιωτικούς, οι οποίοι δεν τολμούν να ρίξουν ούτε άσφαιρα μπροστά στην επέλαση της λαϊκής θέλησης. Έτσι ο Παπανδρέου δημιουργεί μια de facto συμμαχία με τον Ερντογάν και τον τουρκικό λαό εναντίον του βαθυκράτους. Κι αυτο είναι και μια χείρα βοηθείας προς τον Ερντογάν, και κάτι που βοηθάει τον τουρκικό λαό, και κάτι που ωφελεί την Ελλάδα, και κάτι που ευνοεί όσους ωφελούνται απο τον εκσυγχρονισμό της Τουρκίας και την επίλυση των προβλημάτων της περιοχής. Είναι, όπως ακριβώς λέει ο Παπανδρέου, μια win-win situation. Χμμ, όχι ακριβώς, οι στρατιωτικοί χάνουν εξουσία. Ε, καιρός δεν είναι;

Και γι αυτούς που ζητάν γρήγορα κι απτά αποτελέσματα: Ο Ερντογάν χρησιμοποιεί την ευκαιρία εκμεταλλευόμενος την συμμαχία αυτή να προχωρήσει το ευρωπαϊκό του πρόγραμμα. Και η άσκηση “Ταύρος” ακυρώνεται για να προχωρήσουν απρόσκοπτα οι συνομιλίες για το Κυπριακό. Χωρίς ένα κιχ απ τους στρατιωτικούς. Ινσαλλάχ. Και δόξα τω Θεώ.

Τα πρώτα φάουλ της κυβέρνησης

Κάθε φορά που μιλάω για λάθη, δικά μου ή άλλων, σκέπτομαι την ρήση του Μπρεχτ δια στόματος κ. Κόϋνερ: “δεν μπορώ να περιμένω ως αύριο που θα κάνω το επόμενο λάθος μου”. Το χαρούμενο χαμόγελο με το οποίο εκφέρεται η πρόταση αυτή φυσικά δεν πρέπει να μεταφράζεται σε εμμονή στα λάθη, που πρέπει να διορθώνονται. Αντίθετα θάπρεπε να γίνεται αντιληπτό ως αισιόδοξη αποδοχή της φυσικής ανθρώπινης ατέλειας και ως είδος υπόσχεσης για προσπάθεια βελτίωσης. Έτσι θάθελα να δούν οι υποστηρικτές της κυβέρνησης Παπανδρέου τις επόμενες γραμμές.
Α, και μικρή σημείωση, Τα φάουλ αυτά δεν τα θεωρώ πολύ σκληρά ή αντιαθλητικά, και επομένως δεν νομίζω οτι πρέπει να βγεί κίτρινη κάρτα. Ιδού λοιπόν η λίστα μου.


1.Η συμπεριφορά της Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κατά την παραλαβή του Υπουργείου. Ο αυστηρός και αυταρχικός τρόπος με τον οποίο δήλωσε στους πιθανότατα ενδεείς και τουλάχιστον αμήχανους υπαλλήλους του Υπουργείου οτι μη συμμόρφωσή τους προς τον νέο τρόπο εργασίας και γενικότερα την νέα αντίληψη που θέλει να επιβάλει θα σήμαινε οτι θα βρεθούν έξω απ την πόρτα, αντιφάσκει και με το γενικότερο δημοκρατικό κλίμα που έχει υιοθετήσει ο Παπανδρέου αλλά και με τον ίδιο τον υποτιθέμενο στόχο της. Φαντάζεται τους υπαλλήλους αυτούς, προσπαθώντας να της μοιάσουν, να απευθύνονται στον ίδιο τόνο μ αυτήν προς τους συναλλασσομένους με το Υπουργείο; Σκέπτεται ίσως τι ζημιά θα μπορούσε να προκαλέσει αυτό στην λειτουργία των υπηρεσιών που θέλει να βελτιώσει;

Ίσως βέβαια αυτή η συμπεριφορά να ήταν αποτέλεσμα του άγχους της πρεμιέρας. Ας το ελπίσουμε.


2.Η μικρολογία που αναπτύχθηκε σχετικά με την ατμόσφαιρα ερήμωσης που άφησαν πίσω τους οι απερχόμενοι Υπουργοί. Πόσο νόημα έχει να μιλάει κανείς για το laptop που πήρε ο κ. Παπαθανασίου σπίτι του, όταν μάλιστα είχε ήδη δηλώσει οτι θα στείλει στον κ. Παπακωνσταντίνου ένα νέο laptop του ίδιου τύπου; Ή μήπως δεν ξέρουν οι νυν υπουργοί οτι ενα laptop χρησιμοποιείται και για προσωπικούς λόγους και επομένως πάντα περιέχει και προσωπικά δεδομένα; Ή μήπως εννοούν οτι στη δουλειά μας δεν μπορούμε να χρησιμοποιούμε τους υπολογιστές μας και για προσωπικούς λόγους; Γιατί αν είναι έτσι, δεν θάπρεπε οι εργοδότες ναχουν δικαίωμα να ελέγχουν τους υπολογιστές των υπαλλήλων τους; Θα συμφωνούσε κανείς με κάτι τέτοιο;
Φυσικά δεν εννοώ οτι δεν υπήρξε απρέπεια των μελών της απελθούσης κυβέρνησης, και μάλιστα απ την ίδια ακριβώς άποψη, του απορρήτου δηλαδή των προσωπικών δεδομένων. Οι άνθρωποι ξήλωσαν και πήραν μαζί τους τους δίσκους των υπαλλήλων του τρίτου ορόφου του Υπουργείου, όπως ενεός άκουσα στις ειδήσεις. Είχαν φαίνεται μπόλικα πράγματα να κρύψουν. Αλλα πόση σημασία έχει αυτό όταν από φανερότατα στοιχεία το έλλειμμα εγγίζει το 12% και το χρέος τα 292 δις; Δεν υπεραρκούν αυτά τα στοιχεία για κριτική;
Ευτυχώς ο Παπανδρέου προσπάθησε να το σώσει λέγοντας την επομένη στους υπουργούς να μην ασχολούνται με τα λάθη των απελθόντων αλλά με το μέλλον. Και στις μέχρι τώρα προγραμματικές δηλώσεις μάλλον εισακούστηκε.

3.Αυτό το φάουλ δεν είναι σίγουρο, είναι όμως πιθανότατο και γι αυτό πρέπει να το πω. Το πρώην Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων μετωνομάστηκε σε Υπουργείο Παιδείας, δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων. Μη βιάζεστε, δεν μιλάω για την αφαίρεση της λέξης “Εθνικής”, αντιθέτως θεωρώ ότι καλώς αφαιρέθηκε. Η υποψία μου είναι ότι στο “δια Βίου Μάθησης” περιλαμβάνεται και η κατάρτιση στο σύνολό της. Κι αυτό βέβαια δεν έχει οργανωτικό πρόβλημα, κάθε άλλο. Αυτό που φοβάμαι είναι μήπως και προσμετρηθούν τα κονδύλια απο κατάρτιση που μέχρι τώρα ενεγράφοντο σε λογαριασμούς άλλων υπουργείων, στους λογαριασμούς του Υπουργείου Παιδείας, πράγμα που θα κάνει ουσιωδώς ευκολότερη την επίτευξη του στόχου του 5% για την Παιδεία αλλά και ουσιωδώς μικρότερο το κέρδος της κοινωνίας απ αυτό. Οψόμεθα.

4.Μιλάμε για τα γεγονότα που ακολούθησαν το πρώτο κρύο ντουζάκι του κ. Λοβέρδου στο Υπουργείο Απασχόλησης. Κι εδώ πρόκειται για αμφισβητούμενη φάση. Στην πραγματικότητα η κυβέρνηση δέχτηκε φάουλ πρώτη, και μάλιστα ένα εξαιρετικά σκληρό φάουλ απο τους εκ περισσού συναισθηματικά φορτισμένους αρειμάνιους διαδηλωτές των ναυπηγείων. Το να ζητάει κανείς αμέσως απάντηση σ ένα ενδεχομένως δίκαιο αλλά πάντως ζόρικο αίτημα, από μια κυβέρνηση που δεν έχει πάρει ακόμα ψήφο εμπιστοσύνης, και μάλιστα υπό την απειλή δαμοκλείων καδρονιών ασφαλώς ξεπερνάει τα όρια της νομιμότητας αλλά και της οποιασδήποτε πολιτικής σωφροσύνης. Αλλά οπωσδήποτε η απάντηση δια των ΜΑΤ δεν ήταν ευφυής. Μπορώ θαυμάσια να αντιληφθώ την λογική πίσω απ τις επιδρομές των αστυνομικών στα Εξάρχεια, που και την νομιμότητα αποκαθιστούν και παράγουν κάποιο συμβολισμό που μπορεί ίσως να δράσει προληπτικά σε μια πιο βαθειά απ όσο συνήθως μας αρέσει να βλεπουμε πληγή, αλλά εδώ έχουμε άλλο θέμα. Όπως και να το κάνουμε, έχουμε την αστυνομία να επιτίθεται (έστω αμυνομένη αρχικά) σε ανθρώπους υπο απόλυση. Ο συμβολισμός είναι κάκιστος. Και βέβαια δεν είναι δυνατόν να περιμένει κανείς κάτι τέτοιο να δράσει προληπτικά σε επόμενες ανάλογες περιπτώσεις.
Και καλά, τους έδιωξαν απ το Υπουργείο. Ο αποκλεισμός τους σε δεύτερο χρόνο με δακρυγόνα λίγο πιο κάτω τι νόημα είχε; Ας τους άφηναν να πάνε ως την Βουλή και τότε ας ξανααμυνόντουσαν. Δεν θάσταζε η ουρά του γαιδάρου από μια ημίωρη παρακώλυση της κυκλοφορίας, που μάλιστα ίσως θα μπορούσε να περιοριστεί σε μια-δυό λωρίδες κυκλοφορίας παράγοντας μια διδακτική εικόνα στις τηλεοράσεις. Η επιμονή των διαδηλωτών να προξενήσουν ταραχές δεν δοκιμάστηκε αρκετά και επομένως επιβραβεύτηκε.

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2009

Το σχέδιο του Παπανδρέου για την οικονομία


Καθ όλη την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου η συζήτηση περιεστράφη κυρίως στα οικονομικά προβλήματα και στον τρόπο που το ΠΑΣΟΚ θα τα αντιμετώπιζε. Όλη η Ελλάδα (καιρός ήταν βέβαια) άρχισε να εξοικειώνεται με οικονομικούς όρους και αριθμούς. Το ΠΑΣΟΚ βομβαρδιζόταν καθημερινά απο ερωτήματα που ζητούσαν ποσοτικές απαντήσεις. Και ακόμη κι οι φανατικότεροι των οπαδών του θάπρεπε να παραδεχθούν οτι δεν απαντούσε επαρκώς με νούμερα. Το ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις εκλογές όχι εξαιτίας της ευστοχίας των απαντήσεων που έδινε στην οικονομική ατζέντα που έθετε η κυβέρνηση, αλλά εξαιτίας της σχεδόν απόλυτης αναξιοπιστίας των κυβερνώντων. Η φαινομενική ασάφεια των απαντήσεων του κ. Παπανδρέου και των συνεργατών του έφερε σε αμηχανία τους οπαδούς του στα καφενεία. Σ αυτό το σημείο υπάρχει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα πτυχή των πραγμάτων, συγκεκριμένα το πως αυτή η ασάφεια έδρασε τελικώς θετικά, αλλά αυτό δεν είναι μέρος αυτής της σειράς σκέψεων που θάθελα εδώ να εκθέσω. Άλλη φορά. Φυσικά, το να μιλάει κανείς με νούμερα για το πόσο θάναι η φορολογία εισοδημάτων των 30,000 προυποθέτει οτι ξέρει πόσο είναι για παράδειγμα το έλλειμμα και το χρέος, που ούτε οι ίδιοι οι κυβερνώντες δεν ήξεραν και των οποίων το μέχρι σήμερα εκτιμώμενο ύψος ούτε οι πιο απαισιόδοξοι δεν προέβλεπαν. Όμως σ αυτη την περίπτωση, ποιό ήταν -και ποιό είναι- το σχέδιο του Παπανδρέου για την οικονομία;

Ας δούμε τα πράγματα λίγο πιό σοβαρά τώρα, η προεκλογική περίοδος εξ άλλου πέρασε. Βρισκόμαστε σε περίοδο γενικευμένης κρίσης. Το κέντρο αυτής της κρίσης είναι η ύφεση, δηλαδή το αντίθετο της ανάπτυξης. Επομένως το πρόβλημα των κυβερνήσεων οφείλει να είναι πώς θα έχουμε ανάπτυξη. Σε χώρες μάλιστα όπως η Ελλάδα που βρίσκεται αρκετά βήματα πίσω απ την πρωτοπορία προς την οποία θέλει να συγκλίνει, το πρόβλημα της ανάπτυξης γίνεται διπλά πιεστικό.

Είναι δεκτό σήμερα, ακόμη κι απ τους πιο φανατικούς υπερασπιστές του Washington Consensus, οτι η ανάπτυξη δεν μπορεί να είναι απλώς τεχνικό θέμα. Η ανάπτυξη χρειάζεται και είναι κάτι πολύ περισσότερο απ αυτό, είναι ο μετασχηματισμός μιας ολόκληρης κοινωνίας. Θέματα όπως η παιδεία και η κοινωνική ασφάλεια, το περιβάλλον και οι πολιτισμικές αξίες, είναι ασφαλώς τομείς των οποίων ο μετασχηματισμός είναι και προϋπόθεση και ουσία της ίδιας της ανάπτυξης. Δεν είναι δυνατόν πια να αναφερόμαστε στην ανάπτυξη χρησιμοποιώντας ως μοναδικό δείκτη και μέτρο της το κατά κεφαλήν ακαθάριστο προϊόν.

Για να το κάνουμε λίγο σαφέστερο αυτό, ας υποθέσουμε οτι βρίσκαμε ενα τρόπο να αυξήσουμε το κατά κεφαλήν ΑΕΠ μιας χώρας κατα α%, με την προϋπόθεση οτι την επόμενη χρονιά θα μειωνόταν κατα 2α%. Θα υπήρχε κανείς που να θεωρήσει οτι εκείνη την πρώτη χρονιά υπήρχε ανάπτυξη; Αν είχαμε ενα τρόπο να αυξήσουμε αρκετά το ΑΕΠ με δεδομένο οτι απ αυτή την αύξηση το κράτος δεν θάπαιρνε τον παραμικρό φόρο και οτι τα χρήματα αυτά θα ανήκαν αυστηρά σε μια μικρή ομάδα ιδιωτών, οι οποίοι θα τα χρησιμοποιούσαν για να πληρώσουν ξένους τεχνικούς που θα τους κατασκεύαζαν μια σειρά ιδιωτικά παλάτια εξάγοντας τις αμοιβές τους, θάταν εύκολο να μιλήσουμε για ανάπτυξη; Αν είχαμε την δυνατότητα να αυξήσουμε μεσοπρόθεσμα το ΑΕΠ αυξάνοντας τον πλούτο του 10% των πλουσιότερων κατοίκων αλλά μειώνοντας το εισόδημα – και επομένως το επίπεδο διαβίωσης, μόρφωσης, υγείας και μακροζωίας – του υπόλοιπου πληθυσμού, θάταν λογικό να χαρακτηρίσουμε την εξέλιξη αυτή ως ανάπτυξη; Και μή σκεφθείτε οτι τα παραδείγματα αυτά είναι τραβηγμένα, υπάρχει το παράδειγμα ας πούμε της Νιγηρίας. Ελπίζω οτι απ τα παραπάνω είναι σαφές οτι η ανάπτυξη πρέπει να περιλαμβάνει και βελτίωση της δημοκρατικότητας, της δικαιοσύνης και βεβαίως την δυνατότητα της αναπαραγωγής της, την διατηρησιμότητα της με όλες τις λογικές συνέπειες που έχει αυτό.

Είναι επίσης σαφές οτι χωρίς επαρκείς πληροφορίες και δυνατότητα αξιοποίησης τους απ το σύνολο των πληθυσμού, των επιχειρήσεων, των υπαλλήλων του δημοσίου και της ίδιας της κυβέρνησης, δηλαδή χωρίς ηλεκτρονική διακυβέρνηση και διαφάνεια, ανάπτυξη δεν είναι δυνατή παρά μόνο ίσως για πολύ μικρό χρονικό διάστημα και για μικρούς θύλακες ανάπτυξης μέσα στην επικράτεια, δηλαδή χωρισμό της επικράτειας σε δυό τμήματα, που ειναι αυτόχρημα απόδειξη αποτυχίας της πολιτικής ανάπτυξης. Σε μια σοβαρή επιχείρηση ανάπτυξης ενός κράτους, το επίπεδο πληροφόρησης είναι ουσιώδες στοιχείο και της δυνατότητας αποτελεσματικής λειτουργίας των οικονομικών μονάδων, και της εκπαίδευσης του πληθυσμού, που με τη σειρά της είναι απαραίτητη για την τρέχουσα αλλά και την μελλοντική ανάπτυξη.

Αλλά αυτή η αντίληψη της ανάπτυξης δεν περιορίζεται εδώ. Η διαφθορά, για παράδειγμα, προφανώς περιορίζει την ανάπτυξη, κι όχι μόνο κατά το ότι τα εισοδήματα που παράγονται απ αυτήν δεν μπορούν να προσμετρηθούν στο ΑΕΠ παρά μόνο με αλογοσκούφειες μεθόδους. Ο μετασχηματισμός των ηθών και των αντιλήψεων της κοινωνίας είναι επίσης, και κυριώτατα, κομβικό σημείο της διαδικασίας ανάπτυξης. Ασφαλώς δεν είναι δυνατόν να αναπτύσσεται μια κοινωνία όπου, για παράδειγμα ο μισός πληθυσμός, οι γυναίκες πχ, δεν εργάζονται για λόγους παραδοσιακών αντιλήψεων. Το ίδιο σημαντική είναι βέβαια και η αναπαράσταση των ηθών και αντιλήψεων στους θεσμούς. Και έργο μιας κυβέρνησης που επιδιώκει ανάπτυξη θα πρέπει να είναι η προσπάθεια για την ένταξη των παραδόσεων στην νέα αντίληψη.

Η ολιστική αυτή αντίληψη που εξαιρετικά συνοπτικά περιγράφω εδώ, αφορά και την ίδια την διαδικασία ανάπτυξης. Η επιμονή στην βελτίωση της κατάστασης απ την άποψη της ανοικτότητας, δυνατότητας συνεργασιών και συνεταιρισμών στην πράξη, συμμετοχής και ηθικής ευθύνης δεν αποτελούν απλώς ευχολόγιο, αλλά ουσιαστικά στοιχεία της ίδιας της διαδικασίας ανάπτυξης, και επομένως τελικά της ανάπτυξης καθεαυτής. Όλα αυτά είναι αναπόσπαστα στοιχεία ενός κοινωνικού κεφαλαίου, χωρίς το οποίο το οικονομικό κεφάλαιο θα είναι αναποτελεσματικό.

Φυσικά το κοινωνικό αυτό κεφάλαιο είναι δημόσιο αγαθό. Τα δημόσια αγαθά βέβαια κατά κανόνα παρέχονται απ την κυβέρνηση. Αυτό όμως το συγκεκριμένο δημόσιο αγαθό δεν μπορεί να παραχθεί απο καμμιά κυβέρνηση χωρίς την συμμετοχή στο σχέδιο αυτό ανάπτυξης των πολιτών. Επομένως, η κυβέρνηση μπορεί και πρέπει να δράσει σαν καταλύτης του κοινωνικού μετασχηματισμού, και επομένως σαν καταλύτης της ίδιας της ανάπτυξης που γίνεται έτσι έργο των πολιτών.

Αν όλα αυτά που σας ανέφερα σας θυμίζουν την ορολογία του Γ. Παπανδρέου περί συμμετοχικής δημοκρατίας έχετε δίκιο. Έτσι ακριβώς είναι. Αυτό που ίσως δεν ξέρετε, είναι ότι όλα τα παραπάνω είναι οι συχνά εκφρασμένες απόψεις για το σχέδιο της ανάπτυξης ενός μεγάλου αριθμού οικονομολόγων, προεξάρχοντος του J. Stiglitz, του νομπελίστα οικονομολόγου, που όπως οι διάφορες φήμες έχουν προβάλει θα είναι επικεφαλής της επιτροπής υποστήριξης του Υπουργείου Οικονομικών για την οποία μίλησε στην Θεσσαλονίκη ο Παπανδρέου. Για να είμαι ακριβέστερος, πολλά σημεία απ αυτά που έγραψα είναι απλή παράθεση κειμένων του Stiglitz. Και επομένως, οι κατηγορίες της ΝΔ αλλά και των υπόλοιπων κομμάτων οτι το ΠΑΣΟΚ δεν έχει σχέδιο για την οικονομία είναι απολύτως ασύστατες. Ο Παπανδρέου όχι μόνον έχει σχέδιο για την ανάπτυξη, έχει ένα εξαιρετικά σύγχρονο ολιστικό σχέδιο που συνυπογράφεται απ τους εγκυρότερους οικονομολόγους του 21ου αιώνα.

Σ αυτό το σημείο είναι εύκολο να διατυπωθεί μια αντίρρηση συμπυκνούμενη στο ερώτημα: και ποιός είναι ο ρόλος της πολιτικής αν οι πολιτικοί απλώς ακολουθούν τις επιταγές των τεχνοκρατών /οικονομολόγων, έστω και των καλύτερων;

Κι αυτή όμως η αντίρρηση είναι αβάσιμη. Κι έχω δυό πολύ απλούς λόγους γιαυτό, χωρίς να απαντήσω ουσιαστικά στο ερώτημα, πραγμα που προτίθεμαι να κάνω σε κάποιο επόμενο κείμενο. Ο πρώτος είναι πως όλοι γνωρίζουμε οτι μια σειρά κρατών για μια σειρά δεκαετιών διετείνοντο οτι ακολουθούσαν τις επιταγές ενός οικονομολόγου, του K. Marx, μια άλλη σειρά κρατών τις απόψεις του Keynes για αρκετές δεκαετίες, μια τρίτη σειρά κρατών τις απόψεις του Friedman για τουλάχιστον καμμιά 15αριά χρόνια. Και αυτό ασφαλώς δεν καταργεί την πολιτική. Ένας τέτοιος ισχυρισμός απλώς θα έθετε εκτός πολιτικής όλες τις κυβερνήσεις που πέρασαν απ τον πολιτισμένο κόσμο τον προηγούμενο αιώνα.

Ο δεύτερος λόγος μου είναι μια ιδέα πιο σύνθετος. Ναι, ο Γ. Παπανδρέου ακολουθεί τις αντιλήψεις οικονομολόγων. Ο σχεδιασμός όμως σχεδόν εξ υπαρχής της δομής μιάς κυβέρνησης δεν είναι μέρος συνταγών, είναι πολιτικό έργο. Και δεν μπορεί νομίζω κανείς να αρνηθεί οτι η δομη της κυβέρνησης Παπανδρέου είναι αποτέλεσμα πολύ σοβαρής μελέτης. Η πρώτη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, με την εξαιρετική χρήση συμβολικής γλώσσας, νομίζω οτι σας έπεισα στο προηγούμενο post, είναι επίσης αποτέλεσμα πολύ σοβαρής πολιτικής δουλειάς. Το ίδιο και η επιλογή των προσώπων - και αν χαμογελάτε καθώς το σκέπτεστε τώρα σημαίνει οτι συμφωνείτε. Το ίδιο και η αφομοίωση του οικονομικού σχεδιασμού με την έννοια που εξήγησα και την προσαρμογή του στα ελληνικά δεδομένα.

Τώρα ο λόγος της φαινομενικής ασάφειας των απαντήσεων του ΠΑΣΟΚ προεκλογικά πρέπει πια να είναι προφανής. Αυτή η οικονομική αντίληψη απλώς δεν είναι γνωστή, και ως ολιστική είναι και εξαιρετικά σύνθετη και δυσεξήγητη σε τηλεοπτικές συνθήκες. Τώρα, για το αν θα μπορούσαν να βρεθούν δυο τρεις ατάκες προς αποστόμωσιν των αντιπολιτευομένων το ΠΑΣΟΚ κυβερνώντων, ναι, θα μπορούσαν.

Αλλα ο Παπανδρέου και οι συν αυτώ δεν έκαναν αντιπολίτευση, προφανώς γιατι προετοίμαζαν την κυβέρνηση τους. Και γι αυτο εμφανίζονται τώρα σαν έτοιμοι από καιρό, και βεβαίως σαν θαρραλέοι μια που ειναι σαφές οτι έχουν πλήρη συνείδηση και των προβλημάτων και των αναμενομένων αντιδράσεων, αλλα και της δυσκολιας του έργου που επιχειρούν. Καιρός είναι να αποχαιρετήσουμε εμείς την Αλεξάνδρεια του λαϊκισμού, του “πολιτικού κόστους” και της επικοινωνιακής δήθεν πολιτικής των Ρουσοπουλούληδων. Θα τα καταφέρουμε ; Φυσικά δεν ξέρω. Η Ιστορία είναι έργο των ελεύθερων υποκειμένων, που στην εποχή μας οφείλουν νάναι οι πολίτες. Αλλά για πρώτη φορά μπορώ να ελπίζω βάσιμα.

Η κρυφή γοητεία του Γ. Παπανδρέου


Πέρα απ τις αναμενόμενες μικροπολιτικές κριτικές, είναι σαφές οτι οι πρώτες εντυπώσεις που άφησε η νέα κυβέρνηση είναι θετικές. Στο σύνολό του ο τύπος, πλην εξαιρέσεων, σχολίασε θετικά και την νέα δομή κυβέρνησης, και τα πρόσωπα που την αποτελούν, και την εμφάνιση τους στην τελετή ορκωμοσίας, καθώς και το πρώτο υπουργικό συμβούλιο με την παρουσία σ αυτό του Συνήγορου του Πολίτη. Όλοι είδαν ευνοικά την ανοικτότητα του πρώτου αυτού συμβουλίου και τα περί διαφάνειας και συμμετοχής στα οποία αναφέρθηκε ο Πρωθυπουργός και όλοι τόνισαν την συμβολική τους αξία. Και σταμάτησαν εκεί ευχόμενοι αυτά τα “συμβολικά” να γίνουν πράξη, υπενθυμίζοντας οτι κι η κυβέρνηση Καραμανλή είχε κάνει αντιστοίχως καλή εντύπωση με τα περί σεμνότητας και ταπεινότητας. Ως συνήθως έμειναν στην επιφάνεια και δεν συζήτησαν την ουσία της σύγκρισης, πράγμα που τους απαγόρευσε να δουν και την διαφορά του λαϊκού αισθήματος στις δύο περιπτώσεις, αποδεικνύοντας έτσι την μεγάλη τους αδυναμία χειρισμού της βασικής εργαλειοθήκης της πολιτικής. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να πάμε ένα βηματάκι πιό πέρα.

Η πολιτική είναι διαχείριση συμβόλων, είχε πεί κάποτε ο Francois Mitterand. Φυσικά, σαν καλός Γάλλος, είχε διαβάσει τον Ferdinand de Saussure, που τόνιζε οτι το σύμβολο δεν είναι απλώς ένα σήμα σαν τα άλλα, όπου η σύνδεση σημαίνοντος και σημαινόμενου γίνεται αυθαίρετα. Στα σύμβολα, το σημαίνον έχει μιά οργανική σχέση με το σημαινόμενο. Το σύμβολο της ζυγαριάς για την δικαιοσύνη, για παράδειγμα, προκαλώντας τον συνειρμό της ιδέας της ισότητας, δεν θα μπορούσε να αντικατασταθεί με κάποιο άλλο όπως ας πούμε μιά καρέκλα χωρίς να χάσει την συμβολική του αξία, δηλαδή την ουσία του.

Αν, έχοντας τα παραπάνω υπ όψιν, κάνουμε την σύγκριση των πρώτων εμφανίσεων των κυβερνήσεων Καραμανλή και Παπανδρέου, τα πράγματα αρχίζουν να γίνονται λιγάκι σαφέστερα. Το να μιλάει κανείς για σεμνότητα και ταπεινότητα σ ένα υπουργικό συμβούλιο απλώς δεν έχει συμβολική αξία. Το ίδιο καλά θα μπορούσε να μιλήσει, όπως κι έγινε τότε, για δικαιοσύνη, βελτίωση του επιπέδου ζωής, νέες αντιλήψεις και τα τοιαύτα. Αν μάλιστα αυτό γίνεται, όπως κι έγινε τότε, με αυταρχικό, δηλαδή αλαζονικό τρόπο, τότε το σημαίνον αντιφάσκει απολύτως προς το σημαινόμενο, πράγμα που για τους έχοντες την ικανότητα να διακρίνουν εξ όνυχος τον λέοντα ήταν ήδη μιά εξαιρετικά δυσοίωνη αρχή. Και οι λογικοί αυτοί οιωνοί φυσικά επαληθεύτηκαν.

Ο Παπανδρέου βρίσκεται πολύ μακριά από μιά τέτοια στάση. Φέρνει τον Συνήγορο του Πολίτη στην πρώτη συνεδρίαση, κι όχι σαν παρατηρητή ή σαν ένα απ τους συνομιλητές, αλλά σαν κύριο ομιλητή, τον οποίο η κυβέρνηση ακούει. Εδώ ήδη έχουμε μιά σειρά συμβολικών διεργασιών. Ο Συνήγορος του Πολίτη είναι ένα εξαιρετικό σύμβολο του πολίτη, και μάλιστα του παραπονούμενου πολίτη, και μάλιστα του πολίτη που διαμαρτύρεται προς την Δημόσια Διοίκηση για τις πράξεις της. Το οτι η κυβέρνηση κάθεται και τον ακούει ειναι ο επόμενος συμβολισμός, η ηγεσία της Πολιτείας ακούει τον παραπονούμενο πολίτη, και μάλιστα αυτό είναι το κύριο έργο της. Η κυβέρνηση και η Δημόσια Διοίκηση δεν ταυτίζονται, το κόμμα δεν είναι το κράτος, ίσα ίσα θέλει να το αλλάξει. Το ότι όλα αυτά καταγράφονται απ τις κάμερες συμβολίζει την διαφάνεια και την ανοικτότητα. Θα μπορούσα να συνεχίσω, αλλά δεν υπάρχει λόγος.

Σε αντίθεση με τον Καραμανλή, ο Παπανδρέου δεν παράγει απλώς μια σειρά σημάτων, εργάζεται με σύμβολα. Και δεν παράγει απλώς ενα σύνολο συμβόλων, παράγει μια εσωτερικά συσχετιζόμενη σειρά συμβόλων που έχει κατεύθυνση. Απ τον αδικούμενο και παραπονούμενο πολίτη, στην ακρόαση του παραπονούμενου πολίτη, στον διαχωρισμό κόμματος κράτους, στην διαφάνεια, την ανοικτότητα και την λογοδοσία. Δηλαδή δεν κάνει απλώς semantics, κάνει και συντακτικό (syntactics) συσχετίζοντας τα σύμβολα του μεταξύ τους. Και επιπλέον, ταυτόχρονα θέτει τον πήχυ και δίνει και το παράδειγμα στους υπουργούς, καθώς και το διαφορετικό, αισιόδοξο αίσθημα στους πολίτες, δηλαδή περνάει απ τα σύμβολα στη σχέση τους μ αυτούς που τα χρησιμοποιούν, δηλαδή μπαίνει στον τρίτο χώρο της σημειωτικής, στον χώρο των pragmatics. Ο Παπανδρέου δεν μιλάει απλώς, διαχειρίζεται σύμβολα. Δηλαδή, κατά τον ορισμό του Mitterand, κάνει πολιτική. Ναι, επιτέλους, πολιτική στην Ελλάδα.


Υποθέτω οτι τώρα, οι περισσότερο πραγματιστές απ τους αναγνώστες έχουν μια ένσταση. Ωραία όλα αυτά, το θέμα όμως είναι τι θα γίνει στην πράξη, κυρίως στην οικονομία. Εδώ όμως η απάντηση -όχι η δική μου, του Παπανδρέου - είναι ακόμα πιο ενδιαφέρουσα. Ο Παπανδρέου έβαλε τον πήχυ εκπληκτικά ψηλά, ακόμη και για τους πιο αισιόδοξους οπαδούς του. Τόσο ψηλά που οι σχολιαστές, δημοσιογράφοι και αντιπολιτευόμενοι δεν μπόρεσαν καν να τον δουν. Αυτό όμως θα το δούμε στο επόμενο post.